Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

Ο νικημένος.

η συνήθεια πιο δυνατή κι απ την αγάπη, νικά. 
Πότε ο κόσμος θα πάψει να ναι μόνο σιωπή, μια εκκωφαντική σιωπή, που υποκρύπτει αντάρα; 
Πότε θα ακουσουμε φωνές στο δρόμο, να ανοίξουμε τα φτερά μας, να σηκώσουμε στους ώμους μας την ευθύνη της γεννησής μας; 
Ως πότε λοιπόν η κοινωνία θα μας καθιστά ανάπηρους ψυχολογικά και ως πότε κι εμείς θα το ανεχόμαστε; 
Η συνήθεια όμως, πιο δυνατή κι απ την επιθυμία νικάει. Μα ήρθε ο καιρός να σπάσει, να κοπεί στα δύο, να επιστρέψει ξανά η μαγεία, η μαγεία μέσα μου, μέσα σου. Να θεριέψουν τα όνειρα, να μας πνίξουν, να μας ξυπνήσουν απ το κρεβάτι. 
Κι έτσι μίας Κυριακής το ωραίο πρωί θα περνάς γελαστός κι ωραίος, χαρούμενος κι ελεύθερος απ τη μεγάλη λεωφόρο. Κι ο ήλιος θα λάμπει. Για έναν άλλον κόσμο, πιο ανθρώπινο, για έναν άλλον κόσμο, που θα 'χει χώρο και για σένα. 
Μα εσύ λυπημένα κάθε βράδυ μέσα στον αττικό ουρανό ψάχνεις να βρεις τ' άστρα, που κάλυψε το νέφος, που εμείς απ τη σπατάλη και το ξόδεμα της φύσης δημιουργήσαμε. Και τα μάτια σου κοιτάνε μακριά, στο άπειρο απελπισμένα. Είσαι ένα φοβισμένο παιδί, κλεισμένο σε σώμα ενηλίκου. θα γίνει ο,τι σου είπαν οτι πρέπει να γίνεις, δεν θα πετάξεις ποτέ. Γιατί όλο φοβάσαι. 
Και στο τέλος; μα η συνήθεια πιο δυνατή απ το πάθος σε κέρδισε. Θα βολευτείς πάλι στο στενό μονό σου κρεβάτι, κάτω απ το θολωμένο ορίζοντα, εναν ορίζοντα χωρίς χρώματα, χωρίς γλάρους να πετούν, έναν ορίζοντα έρημο, έναν ορίζοντα απελπισμένο. 
Και το πρωί θα  γελάσεις αλλαζονικά με ύφος μπλαζέ, πως όλα τα κέρδισες και δεν κερδήθηκες, πως δήθεν έγινες εκείνο που ήσουν. Καμία εμπάθεια, φίλε, αλήθεια. 
μα πότε ο κόσμος θα πάψει να είναι μόνο σιωπή, σιωπή κι αδιαφορία; 
Θλιμμένα γεγονότα και τραγούδια που μιλάνε για τ ανεκπλήρωτο; 
Πότε λες και μέσα σ αυτό κρύβεται η μεγάλη σου αναβολή, ο μέγας φόβος που σε περιέχει. 
Αν ετούτο το καλούπι τελικά σπάσει, θα ξαναγεννηθείς.