Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

Σ' εκείνον

"φτάνει, ένα τίποτα, μια λέξη ένας ήχος, για να ξανάρθουν ζωνταντά, αυτά που νόμιζες πως είχανε πεθάνει"

" Ακόμα κι άμα στα ξερίζωνα τα χείλη αυτά, που άλλα έχουν φιλήσει, την γεύση της απόλαυσης που νιώσανε θα την θυμόσουν ως το θάνατο"

 "Δωσ μου λίγη αγάπη ακόμα, μη μ αφήνεις σα σκυλί πεινασμένο
Δως μου λίγη αγάπη ακόμα, θέλω να μπω στη γενιά των χαμένων"

"Πίσω μου πάγοι που προσεύχονται ν' αρπάξουν φωτιά μπρος μου φωτιές που περιμένουν να παγώσουν κι ανάμεσα τους μια άγρια πεινασμένη στιγμή που περιμένει πληρωμή, που περιμένει πληρωμή από μια άδεια καρδιά κι από ένα άδειο κορμί"
Κυριακή πρωί: Ξυπνάω κατά τις οκτώ, αλλά σκέφτομαι ότι ειναι πολύ νωρίς για να σηκωθώ από το κρεβάτι από τώρα. Ξαπλώνω λίγο ακόμα. Βυθιζομαι μέσα στο στρώμα, και κουκουλώνομαι με το πάπλωμα μου, ώστε να μη με ενοχλεί το πρωινό φως. Κλείνω τα μάτια μου και σκέφτομαι εσένα. Θα φταίει ο καιρός φαινεται. Ο χειμώνας πάντα είναι δύσκολος, ειδικότερα όταν είσαι μόνος.Οι χαμηλές θερμοκρασίες χρειάζονται αγκαλιές, σκέφτομαι, αλλά μετά που το επεξεργάζομαι καταλήγω στο ότι το μόνο που χρειάζομαστε είναι θερμά αισθήματα. Αγκαλιές βρίσκεις τόσο εύκολα, θερμά αισθήματα τόσο δύσκολα. 
Ανάμνηση: κάπου στο κέντρο της πόλης, σ ένα σπιτι ζεστό, με αναμένη ξυλόσομπα, ήμασταν μαζί. Ηταν ένα βραδύ- δε θυμάμαι ποιανού μήνα- που ειχα έρθει να σε βρω σπίτι σου για ουίσκι, ποίηση και έρωτα. Εκανες πρόβα τάχα μου έκείνον τον μονόλογο. Ψεύτη! Είχες σκηνοθετήσει τη στιγμή: ηθελες να ανοίξω τη πόρτα και  να σε ακούω να λες " Πιάνω τη Βίκυ, τη ρίχνω στο κρεβάτι και ορμάω μέσα της...". Και όντως ορμησες μέσα στο μυαλό μου, η εικόνα σου εκείνη έμεινε ανεξιτηλη. Δεν ήθελα να σε ερωτευτώ, και προσπάθησα να συγκρατήσω τα συναισθήματα μου. Ησουν, είσαι και θα είσαι σάτυρος, αλητήριος, γυναίκας εκ φύσεως, ένας ανικανοποίητος παραπονιάρης που σου φταίνε πάντα οι άλλοι άνθρωποι, και βαθύτατα επικεντρωμένος στον εαυτό σου. ο Φρουντ θα έλεγε οτι πάσχεις από ναρκισιστική διαταραχή. Το πιστεύω κι εγώ. Δυστυχώς, δεν θα απελευθερωθείς ποτέ από τον εαυτό σου. θα διακατέχεσαι πάντα από τον πόθο της κατάκτησης. 
Πάντως, δεν καταλαβαίνω, γιατί επιστρέφεις και τι θες τελικά από εμένα. Απομακρυνθήκαμε με τρόπο άσχημο: σιώπησα σχεδόν βίαια και απόλυτα σε έστειλα εκεί που έπρεπε: στον αγύριστο. Ποιά ήμουν εγώ άλλωστε να στραφώ κατά του εγωτισμού σου ; Αυτό σε ενόχλησε είναι η αλήθεια. Οτι δεν σου χτυπούσα παλαμάκια. Οτι δεν σε προσκύνουσα, όπως έκαναν οι άλλες που σε πλησιαζαν, και σου έταζαν δουλειές, δόξες και μεγαλεία με αντάλαγμα το ωραιότατο κορμί σου. 
Ιησού Χριστέ, Γκεβάρα, Επαναστάτη Ανώνυμε, Τρελέ του χωριού,Ασυμβίβαστε, Μάρξ, ταπεινέ στρατιώτη, όποιος κι αν πιστεύεις πως είσαι κατά καιρούς, δε σε προσκυνάω, όχι, αδερφέ, λάθος σου τα είπανε. Δεν είσαι και καμιά εικόνα δα, ουτε κανένας ανώνυμος άγιος στο εικονοστάσι. Και στο κάτω κάτω πάντα μου αργούσες τα χατίρια μου, πάντα ετούτη η ασάφεια πρωταγωνιστούσε στις συναντήσεις μας, η οποία καμιά φορά με τσάκιζε. Αλλοτε δε με πείραζε πολύ. Ημουν κι εγώ ασαφής. Ημουν κι εγώ χαμένη. 
Πίναμε ουίσκι και καπνίζαμε ναργιλέ στην παρακμιάκη γωνιά της πόλης. Βρίσκαμε μία γοητεία στην παρακμή. Και οι δύο. Δεν άκουγα τι μου έλεγες. Κοιταγα τα μάτια σου. Ομολογώ: Δεν έχω δει ποτέ στη ζωη μού ωραιότερα μάτια. Ειναι γεγονός ότι ήσουν ο πιο όμορφος από τους εραστές μου, και ειμαι περήφανη που σε είχα στο κρεβάτι μου. Ησουν πάντα όμως φειδωλός στις ηδονές. Περισσότερο ηδονιζόσουν να με κυνηγάς παρά να με έχεις. Μέσα στο παράξενο μυαλό σου, εγώ δεν σου ήμουν αρκετή, επειδή δεν με είχες γνωρίσει με απρόσμενο τρόπο, είχες πει. Μωρό μου, μας έχει χαλάσει η ποίηση, δε νομίζεις; Αναζητείς το απροσδόκητο και το αναπάντεχο χτυποκάρδι, που θα το νοιώσεις για μίαν άγνωστη που αγνοεις το ονομα της. Αυτή θα διασχίζει το πεζοδρόμιο, αμέριμνη, και χαμένη στις σκέψεις της ή και στη θλίψη της και ξαφνικά εσύ από το πουθενά θα της μιλήσεις και θα τη σώσεις από την υπαρξιακή της μιζέρια. Ναι, μωρό μου, καλησπέρα και καλή βραδιά. Σκεφτόμαστε ακριβώς τα ίδια. Μόνο που σήμερα δεν υπάρχουν πριγκίπισες, ούτε πρίγκιπες. Το πιθανότερο ειναι η συννεφένια γκόμενα να σε προσπεράσει, ή έστω να σε περάσει για τρελό, ή έστω για λιγούρι, αλλά πάντως καμία σημασία δεν θα σου δώσει. Ισως καλά θα κάνει, ίσως γλυτώνει έτσι από τη γοητεία σου, που είναι μάστιγα, και κάρβουνο αναμένο, και λάβα που βράζει, και συννεφο που κυοφορεί έναν κατακλυσμο του Νώε. 
Δεν με ένοιαζε αν είχες άλλες, είχα κι εγώ άλλους εξάλλου. Με ένοιαζε που δεν μπορούσα επικοινωνήσω μαζί σου. Γινόσουν τόσο απόμακρος, τόσο αντι-ποιητικός, εσύ, που είσαι η ποίηση η ίδια, εσύ, που το σώμα σου είναι ο ερωτικότερος στίχος.  Ηθελα τόσες φορές να σου στείλω έναν στίχο του Καβάφη " την ομορφιά πολύ ατένισα που πλήρης είναι αυτής η όρασις μου" . Δεν στον έστειλα ποτέ. Ηθελα να μοιραστώ μαζί σου τόσα σύμπαντα, μουσικές και λέξεις. Δεν μου άφηνες περιθώριο για τίποτα. Ισως να με βαριόσουν,σκέφτομαι.  Ισως να μη με ήθελες. Αλλά την ιστορία αυτή γιατί τη συνέχιζες όλον αυτόν τον καιρό ; Γιατί με κυνηγούσες και με προκαλούσες; Και τώρα αναρωτιέμαι τι σημαίνει αυτή η ένδειξη ζωής. Για εσένα, που είσαι ένα τέρας εγωισμού, πρέπει να είναι πολύ μεγάλο βήμα ότι έστειλες πάλι μία ένδειξη ζωής.  " Επέστρεφε ξανα και παίρνε με, αγαπημένη αίσθησις..."
Πόσο μόνος μπορείς να είσαι ; Αν ήσουν αλλιώς, θα ήμασταν ωραίο ζευγάρι, ακόμα κι αν είχες άλλες, ακόμα κι αν είχα κι άλλους. Το μόνο που θα με ένοιαζε θα ήταν να επικοινωνείς επί της ουσιας μαζί μου. Δεν σου ζήτησα ποτέ σεξουαλική αποκλειστικότητα, γιατί εσύ δεν μπορείς. Δεν μπορείς και το ξέρω. Και αναρωτιέμαι πώς ένας άνθρωπος σαν εσένα, ημίτρελος, ρομαντικός μέχρι θανάτου, επαναστατημένος, και ασυμβίβαστος, δεν μπόρεσε να ερωτευτεί έναν άνθρωπο σαν εμένα, που είμαι εξίσου τρελή, επαναστατημένη, ραγισμένη.. Θα φταίει η ποίηση, μωρό μου. Οση κι αν διαβάσεις, όσον ερωτικό Ρίτσο κι αν μου απαγγείλεις, αν δεν σταματήσεις να πιστεύεις ότι το εγώ σου είναι το κέντρο του κόσμου, δεν θα ζήσεις ποτέ μίαν αξιοβιώτη ερωτική ιστορία, παρά μονάχα επαναλαμβανόμενες μηχανικά όμοιες συνουσίες με δήθεν ανεξάρτητες γυναικες. 
Τελοσπάντων, όσον αφορά εσένα, είμαι  πλέον πεπεισμένη μετα βεβαιότητας οτι δεν μου ταιριάζεις, γιατί δεν με αφήνεις να εκφραστώ, και εμένα αυτό με πνίγει, με τσακίζει, με καταβαραθρώνει. Δεν μου εμπνέει έρωτα. Αν στον έρωτα δεν με αφήνεις να σε στέψω με φύλα δάφνης, ως νικητή των ερωτικών αγώνων, τι να σε κάνω ; Εσύ με τον εγωισμό σου, μόνο με δηλητηριάζες. Δηλητηρίαζες ό,τι ωραίο άρχιζε. Δεν λέω. Δεν υπήρξα η πιο τίμια ερωμένη στην ιστορία μας. Και το ξέρω. Κι αν είχες άμυνες, ίσως να έφταιγα κι εγώ, αλλά προσπάθησα να σου δείξω μία αφοσίωση, αλλά ήσουν απών, κι αυτό ενεργοποιούσε το δικό μου εγωισμό. Και θα έπρεπε να το ξέρεις, ότι στον έρωτα πρέπει να βάλεις τον εαυτό σου από κάτω. Γι αυτό είναι βία. Γι αυτό είναι εξαφάνιση ο έρωτας. Αφανισμός. Πανούκλα είναι που ξεκληρίζει ο,τι παρελθόν και μέλλον έχεις. Καταιγίδα ο έρωτας, που ΄ρχεται αιφνίδια, κι είσαι μόνος σε ένα έρημονησι, χωρίς ομπρέλα και χωρίς σκηνή, χωρίς κανένα καταφύγιο. Δύσκολα τη βγάζεις καθαρή στον έρωτα. Γίνεσαι δυνατότερος βέβαια, αλλά με βαθύτερες πληγές. Δεν υπάρχουν ευτυχισμένοι έρωτες. Αυτό θα έπρεπε να το ξέρεις, μωρό μου. Είσαι τόσο αδύναμος συναισθηματικά. Φοβάσαι τόσο πολύ τον έρωτα, ακόμα κι αν έχεις ερωτική προσέγγιση στη ζωή. Και σε συμπονώ γι αυτο. Λες ότι θέλεις να ζήσεις έναν έρωτα, αλλά δεν δίνεις ευκαιρία να τον ζήσεις. Δεν μπορείς να ερωτευτείς εσύ. Είναι απλό. Εισαι ανίατη περίπτωση νάρκισου. 
Ωστόσο, εμένα τόσο με έσωσες από την απάνθρωπη συναισθηματική μου καθημερινότητα. Μου έδωσες έπνευση. Η ομορφιά σου ήταν το αντίδοτο στην αδιαβάθμητη θλίψη που ένιωθα εκείνον τον καιρό. Μπορούσα να ξεκουράζομαι κάπως μέσα στο βλέμμα σου, μπορούσα να νιώθω λίγο ζωντανή ή έστω λίγο επιβεβαιωμένη όταν κοιμόμαστε αγκαλιά, εγώ η ματαιωμένη.Και ημουν, στ αλήθεια, βαθύτατα ματαιωμένη εκείνον τον καιρο. Πού να στα λέω... Και πού να ξέρεις εσύ από τέτοια ; Και αναρωτιόσουν μια φορα που ήμασταν στο κρεβάτι, πώς γίνεται να μη αφήσει ο πρώην μου... Εσύ πώς γινόταν και με άφηνες ; Αυτό γιατί δεν το σκέφτηκες ; 
Τελοσπάντων, ούτε που ξέρω τι μου γίνεται. Ούτε κι εσύ ξέρεις, φαντάζομαι, και ίσως να μη μάθουμε ποτέ. Ισως ξανακυλιστούμε σ εκείνο το κρεβάτι, ίσως ξαναπιούμε κάνα ουίσκι μαζί, ίσως ξαναγκαλιαστούμε. Ερχεται κρυο... Ισως τα δύσκολα χειμωνιάτικα βράδια να γίνονται κάπως υποφερτά, αν κοιμόμαστε και καμιά φορά αγκαλιά... Τι κρίμα που θα είναι καμιά φορά... Τι αδικία είναι αυτός ο παρ ολίγον έρωτας. Δεν τον αξίζουμε, διάβολε. Και δεν ξέρω γιατί γύρισες.. Ισως να νιώθεις ότι μου χρωστάς. Και μου χρωστάς... Πολλά κρεβάτια, πολλά φιλιά, πολλές βόλτες... Και κοίταξε να ξεχρεώσεις... γιατί αν αργήσεις τα χατίρια μου πολύ, τότε ξέχασε με: Θα υποστείς μία ακόμα βίαιη εξαφάνιση. Μια ακόμα ματαίωση του εγώ σου, κι αυτό ίσως να σε συντρίψει, εσένα τον ήδη συντετριμμένο από το εγώ σου.

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2018

Ενας ακόμα ματωμένος κόπος



 "Προσπάθεια για πρόβα ζωής. Μακριά του. Φιλότιμη προσπάθεια. Χωρίς αυτόν, πρόβα βυθού, θα προσπαθήσω κι άλλο. (..)Ανάθεμα την ώρα που τον γνώρισα. Για να μου θρυμματίσει τη ζωή. Πότε θα τον ξεχάσω ; Οταν ακμάσουν τα βρύα και γίνουν σαν τους κέδρους του Λιβάνου. Ποτέ" 
Μ. Κάραλη, του έρωτα μέγα κακό

Αγαπη μου, 
(έτσι θα σε προσφωνήσω πάλι, και πάλι και -πολύ φοβάμαι- για πάντα) είναι τόσο πολύς καιρός που δεν σου έχω γράψει ούτε μία σειρά, ούτε μία γραμμή. Ισως γιατί με πονάει, ίσως γιατί είσαι ένα κομμάτι της ζωής μου που προσπαθώ απεγνωσμένα να το ξεχάσω, να το διαγράψω και να πάω παρακάτω. Πήγα και παρακάτω, και έπεσα σε γκρεμό, από γκρεμόν εις γκρεμόν πηγαίνω. 
Οποιος έχει πει ότι ο χρόνος είναι γιατρός, βρίσκεται σε σύγχιση. Ο χρόνος μεγαλώνει τους πόνους, τους πολλαπλασιάζει, η απουσία διογκώνεται, καταλαμβάνει περισσότερο χώρο στο δωμάτιο, όσο προχωρά ο καιρός. 
Κι εγώ εδώ: Ακόμα σε θυμάμαι. Είναι φορές που έρχεσαι ξανά στον ύπνο μου να με αναστατώσεις και να με διαλύσεις. Αλλες φορές σε βλέπω σε φιγούρες άλλων αντρών, που σου μοιάζουν. Κάποτε σε βλέπω στα πρόσωπα των εραστών μου, γίνονται όλοι ξαφνικά στην φαντασία μου ένας, αλλά έχουν τη δική σου μορφή. Τους βαρέθηκα όλους. Οσο πιο πολλούς γνωρίζω, τόσο περισσότερο μου λείπεις, τόσο περισσότερο συνειδητοποιώ πως ό,τι έζησα μαζί σου μπορεί να μην το βιώσω ποτέ ξανά. - και πόσο φτωχή θα είμαι, αν αυτός ο φόβος επαληθευτεί-. Βαρέθηκα αυτή την ερωτική ρουτίνα, αυτή την ερωτική ανιαρότητα. Δεν με εμπνέει κανείς και όποιος κατά περιόδους μετά από εσένα, με ενέπνευσε ήταν στον κόσμο του, ο οποίος δεν περιελάμβανε και εμένα. Κουράστηκα. Ισως δεν έμαθα να ψάχνω σωστά. Ισως τελικά να μη σε ξεπεράσω ποτέ. Αλλά αυτό αντιβαίνει στην λογική, και δεν μπορεί να συμβεί. Δεν γίνεται να ζω με αναμνήσεις. Λες κι η ερωτική μου ζωή σταμάτησε στα χρόνια που έζησα μαζί σου. 
Είμαστε χωριστά τέσσερις χειμώνες και τρία καλοκαίρια. Ακολούθησαν πολλοί επόμενοι- όχι, για να μη νομίζεις ότι ειμαι κτήμα σου, γιατί πάντα αυτό νόμιζες, και αυτό μπορούσε να με τρελάνει. Αυτή η αλλαζονία σου, η απαίσια αυταρκεια σου- ω πόσο τη μισούσα, πόσο σε μισούσα κατά βάθος, που δεν μου έμοιαζες καθόλου. Εγώ ήμουν και είμαι ατελής, ένας πεινασμένος για αγάπη σκύλος, που έχω ανάγκη τους ανθρώπους. Εσύ από την αλλη είσαι ο Λύκος της Στέππας, μόνος, έρημος και ικανοποιημένος την μοναξιά σου. Τις γυναίκες τις αντιμετωπίζεις μόνο ως σώματα, που θέλεις να τα ικανοποιήσεις, αλλά εκτός από το σεξ, δεν μας έχεις ανάγκη. Ολες οι πρώην σου τι θα λέμε άραγε  ; Μαρίνα, Αγγελική, Κατερίνα, συμφωνείτε σίγουρα μαζί μου περί της αυτάρκειας του. Προφανώς τον ερωτευτήκατε κι εσείς. Μάλλον μου μοιάζετε. Κρίμα που σας ζήλευα τότε. Πόσο ηλίθιο να ζηλεύεις το παρελθόν κάποιου αντί να ζηλεύεις το παρόν του και το μέλλον του. Αλλά τώρα τι να λέμε ; Πόσο μυαλό να έχεις στα είκοσι ; 
Δημιουργήσα αναμνήσεις και με άλλους άντρες σε πολλές γωνιές της πόλης. Ομως, μετά τα μεσάνυχτα, όταν η νύχτα είναι παγερή, σχεδόν άδεια και στολισμένη, το μόνο πρόσωπο που μπορώ να συναντήσω νοερά, είναι το δικό σου. Κάθε γωνία της πόλης λες και σε φωνάζει αυτό το παγωμένο βράδυ. Αρρωσταινα έξω στο κρύο, αλλά δεν ξέρω αν ήθελα να διακτινιστώ στο σπίτι κάτω από τα σκεπάσματα παρέα με το αλκοόλ μου ή αν ήθελα να βυθιστώ στις αναμνήσεις, και σ αυτή τη μελαγχολία του ανεκλήρωτου  που μάλλον διέπει όλη τη ζωή μου. 
Καμιά φορά πάνω στον παραλαγισμό μου, όταν το σώμα μου σε ζητάει, σκέφτομαι ότι πολύ θα ήθελα να ζήσω ξανά έστω ένα βραδύ μαζί σου. Αν μου έλεγαν ότι πεθαίνω, θα ήθελα να περάσω την τελευταία μέρα μου μαζί σου και κυρίως στο κρεβάτι σου. Ο,τι ένιωσα για σένα, εξάλειψε τον φόβο του θανάτου. Τώρα ο φόβος μου είναι μην πεθάνω και δεν προλάβω να ζήσω ξανά μία ιστορία σαν τη δικιά μας, και κυρίως μη τυχόν και δεν προλάβω να ερωτευτώ κάποιον ξανά, όπως ερωτευτήτηκα εσένα. Θα μπορέσω; τι λες ; Σου είχα πει ότι δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα. Αποδείχτηκε ότι έκανα λάθος: Μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα, γιατί με ανάγκασες να μάθω να ζω χωρίς εσένα, ακόμα και όταν ήμασταν μαζί. 
Ποιά είναι τα φάρμακα μετά από έναν χωρισμό; Να μου πεις εσύ, που όλα τα ξέρεις και όλα τα μπορείς. Είπες, θα περάσει ο καιρός και θα με ξεχάσεις. Βλάκα μου, πόσο λάθος έκανες... - "πόσο λάθος έκανα, που για σένα πέθαινα, τώρα που με πούλησες το ξέρω"- Το σώμα δεν ξεχνάει. Δεν θέλω να ακούσω ποτέ για  ερωτες ψυχής και άλλες τέτοιες μικροαστικές μαλακίες. Ο έρωτας είναι πάνω απ όλα σώμα, σάρκα και οστά, και υγρά, και τίποτα περισσότερο, και τίποτα λιγότερο. Είναι έμπνευση που ξεκινάει όμως από το κέντρο του σώματος και μόνο από εκεί. Εψαξα τα φάρμακα μου, πήρα τα χάπια μου: ποίηση, θέατρο, σινεμά, σεξ- πολύ σεξ με πολλούς-, περιόδους ερωτικής μοναξιάς. Δεν βρίσκω γιατρειά οριστική, ωστόσο- "Δε βρίσκω άκρη, δε βρίσκω γιατρειά"- . Κάθε τόσο έρχεσαι μέσα μου, και μου αναστατώνεις όλα τα τακτοποιημένα και καλογυαλισμένα μου αισθήματα, όλα τα απόλυτα αξιώματα μου " ότι δεν άξιζες φράγκο και ότι δεν αξίζεις ούτε να σε φτύσω". Δεν ξέρω τι εξουσία έχεις ασκήσει μέσα μου, δεν ξέρω πώς κατάφερες να το κάνεις αυτό- ίσως και να ξέρω, γιατί το κρεβάτι είναι παντοδύναμο- , ερευνώ πολύ συστηματικά εδώ και πολύ καιρό πώς σε άφησα να μου το κάνεις αυτό, και κυρίως γιατί να ερωτευτώ έναν άνθρωπο χωρίς να μου δώσει όπλα παρά μόνο σεξ. Ερωτήματα ίσως υπαρξιακά και άλυτα. Ισως τα φάρμακα στους χωρισμούς να είναι μόνο οι εσωτερικές αναζητήσεις. Ενας έρωτας διαβρώνει τις επιφάνειες σου, διαφοροποιεί και ξαναγεννά τις αισθήσεις σου, και όταν φεύγει σ αφήνει διάτρυτη, ίσως περισσότερο λεία, ισως περισσότερο συνειδητοποιημένη περί της ασυνειδητότητας του είναι μας.
 Τελοσπάντων, δεν ήθελα να σου γράψω αυτό. Ηθελα να σου γράψω, ότι δυστυχώς για μένα, ζεις ακόμα μέσα μου και κυρίως το σώμα σου έχει αφήσει ανεξίτηλα σημάδια πάνω μου. Δεν ξέρω αν θα σε ξεχάσω ποτέ. Είχα πει ότι δεν θα σου ξαναγράψω, κι όμως το έκανα. Είχα πει ότι δεν θα σε ξανασκεφτώ, και όμως σε ξανασκέφτηκα. Δεν ξέρω αν έπαψα ποτέ να σε σκέφτομαι, δεν ξέρω αν θα πάψω ποτέ να σε σκέφτομαι. Ισως η λύση είναι να αφήνεσαι κατά καιρούς σε όλες τούτες τις ματαιώσεις των προσδοκιών σου, να καλοδέχεσαι τον πόνο, να καλοσορίζεις την αίσθηση του ανικανοποίητου, γιατί ίσως μόνο έτσι να μπορέσεις να ηδονιστείς και να συναντήσεις ίσως την πολυπόθητη πληρότητα, αν υπάρχει κι αυτή.