Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

When you find your love

"Χαρά, χαρά, ζεστή αγαπημένη"


Αλήθεια, πες μου, σε ποιο όνειρο ξύπνησα, 
σε ποια γη βρέθηκα κι ήσουν δίπλα μου; 
Επρεπε, αλήθεια, να περάσω τόσες γαίες άνυδρες και χέρσες,
για να σε βρω ; 
Πόσα δάκρυα έπρεπε να στάξουν στη θάλασσα,
ώσπου να διαπιστώσει η γοργόνα πως ο Μέγας Αλέξανδρος ζει ; 
Απο ποιάς θλίψης το υπόγειο μ' ελευθέρωσες απροσδόκητα; 
Ποια παράτονη μελωδία γίνηκε τραγούδι τελικά ; 
Ποια πληγωμένη αταξία έγινε μούδιασμα ; 
Ποιο τραχύ χέρι μαλάκωσες κι έσπασε η πέτρα μέσα μου ; 
Σε ποιό νησί με βρήκες και σώθηκα,
εγώ που αξιώθηκα χειμώνες ατέλειωτους; 
Σε ποιά στροφή του δρόμου να βρεθήκαμε άραγε;
Με ξύπνησες, αλήθεια, απ΄τον ύπνο μου ανάμεσα στο κύματα; 
Πώς έγινε, αλήθεια, και κατεστράφη το κρεβάτι του προκρούστη ;
Πώς,αλήθεια, γέμισε ξανά ο ουρανός αστέρια και πόσα αστέρια αλήθεια ; 
Και πόσο δηλητήριο πρέπει ακόμα να εξουδετερώσω;
Πόση δειλία απο μέσα μου, αλήθεια, να ξορκίσω ακόμα ; 
Και πώς γίνεται να σμίγω κάθε βράδυ μ' ένα ποίημα,
φτιαγμένο απο σάρκα και ξανθά μαλλιά; 
Και πώς γίνεται να σε βρω ; 
Πες μου, πως γίνεται ν΄αγγίξω τον άνεμο ; 
Πώς θα γίνει να ξηλωθούν όλες οι νάρκες του ανθρωπινου φόβου,
να σπάσει ο,τι ζήσαμε εσύ κι εγώ χωριστά κι απ΄τα θρύψαλα ν' αναδυθεί η Αφροδίτη
ατόφια και σάρκινη ;
Πως έγινε το τελευταίο τσιγάρο και δεν τέλειωσε ποτέ; 
Πώς θα γίνει ν' αφεθώ  και να χάσω το τραίνο ; 

Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Ποιος ;

και ποιός σου είπε, δηλαδή, εσένα οτι 'ναι ντροπή να κοιτάζεις τ' άστρα ;
 και ποιός σου είπε, δηλαδή, εσένα πώς είναι ντροπή να πονάς ;
και ποιός σου είπε, δηλαδή, ότι 'ναι φτηνό το ξόδεμα  ;
και ποιός σου είπε, δηλαδή, οτι 'ναι απροσάρμοστο το σώμα  ;
και ποιός σου είπε, δηλαδή, ότι η κόλαση δεν υποφέρεται ;
και ποιός σου είπε, δηλαδή, ότι 'ναι λάθος ν' αφήνεσαι;
και ποιος σου είπε, δηλαδή, πως η έκρηξη καταστρέφει ;
και ποιος σου είπε, δηλαδή, πως όταν μεθάς δεν βλέπεις ;
και ποιός σου είπε, δηλαδή εσένα, ότι εγώ δεν θα γλείψω τις πληγές σου  ;
και ποιός σου είπε, δηλαδή, ότι ΄ναι σωστό να μη ξευτιλίζεσαι ;
και ποιός σου είπε ότι δεν θα γυρίσω;

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Η διαύγεια.

διαδικτυακές ίνες, ψευδαισθήσεις σε μάυρα κούτια.
η όψη μοιάζει να αγγίζεται,
τα μάτια νομίζουν οτι κοιτάνε.
Μας σώζουν.
Μέρες λίγες.
Η ζαλάδα κι η έμπνευση μπροστά μου.
Πονάει να μη σ αγγιζω,
πονάει να μην μπορώ να σε φτάσω.
Εσύ κάπου εκεί,
όχι εδώ,
μακριά μου.

Είμαι ο ρόλος των μυθιστορημάτων,
είσαι εκείνος που δεν παίζει κανένα ρόλο.
Είμαι χαμένη και ξεγραμμένη,
κολλημένη σε λέξεις,
με σώζουν.
Ομορφες δεν είναι,
αλλά υπάρχουν.

Λίγο ποτό,
μια θάλασσα,
μαστίχα στα χείλη και πικρός καφές.
Τασάκι γεμίζει.

ρούχα στο γραφείο πεταμένα,
άπλυτα πιάτα.
Η ευτυχία στην αταξία,
χαμμένες ώρες και τόσο κερδισμένες.

Ψευδαίσθηση της μυθοποίησης.
Σαρκοβόρο είσαι,
σε ταίζω, με ταίζεις,
τρέμω, κρυώνω.

Συννεφιάζει.
Μυρίζει σπίρτα, ιδρώτας,
άερας, καφές και κανέλα,
μοσχοκάρφι.
Ο νους μου μουδιάζει,
στο βουνό, μακριά εσύ,
στην καλύβα σου να διαβαζεις,
κι εγώ στη γραφομηχανή,
να μεταμορφώνω ο,τι ζω.

Ο χρόνος, που δεν υπάρχει,
όλο το τέλος μου δείχνει,
μα τώρα παλεύω να το πιστέψω,
δεν υπάρχει χρόνος.
Κολλάνε τα πόδια μου στη γη,
μα το μυαλό μου ζωγραφίζει σύννεφα και παρόντα,
όχι μέλλοντα.
Καμια βεβαίοτητα.
Δεν την θέλω.

Οταν θα πάψουμε να μεθάμε,
θα πάψει κάθε όνειρο.
Ολα θα βυθιστούνε σε μια σιωπή αμηχανίας,
μια λύπη που πάψαμε να μεθάμε με ο,τι...

Σκαλίζω βαθιά μέσα μου,
μαθαίνω όταν κόβομαι,
όταν γεμίζω,
Χορταίνω, χορταίνεις.
Χορταίνει ο ρόλος που διάλεξα να υποδυθώ.

ζωή μικρή, συμβατή με όλα,
πότε θα τη κάψω ;

Η πλάτη μου ανατριχιάζει,
τα φτερά μου ανοίγουν ή κλείνουν ;
Μάλλον απογειώνομαι.
Κι απ την άλλη, δεν περπατάω.
Ρίχτηκα σε μια παραλυσία χαράς,
 ατέλειωτη

Οταν θα πάψεις να με μεθάς,
θα ντρέπομαι.

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

Stop-

συνταξιούχος σε εργατικό κέντρο,
με τριμμένο παντελόνι
και τρύπια παππούτσια. stop.

Πέμπτη ξεπουλιέται ο λαός.
Πέμπτη αυτοκτονούμε.
stop.

Κάποιοι βρίζονται απο κάτω. stop.

μου λείπει. stop.

μου λείπει κι αυτός. stop.

Η άφρο χώρισε . stop.

Ο κόσμος είναι μπουρδέλο. stop.

Μοναξιά, γαμημένη μοναξιά,
εσωτερική εξωτερική στις πόλεις. stop

Η Μαλβινάρα είναι θεά.stop.

Δε θα γίνω σαν κανέναν. stop.

Δεν θα είμαι μία. stop.

Πορεία στο δρόμο αύριο απόγεμα. stop.

Ψηλό κορίτσι φασώθηκε με Ιταλο. stop.

Βαρέθηκα να σκέφτομαι και να αναλύω τι νιώθω. stop.

Στριμωχτήκαμε στο λεωφορείο.
Επιβιώσαμε χωρίς παράπλευρες απώλειες.
stop.

Με καμάκωσες. stop.
Aνταποκρίθηκα λόγω ύψους. stop.

H πολιτική δικονομία είναι χάλια. stop.

Η νομική δεν σε κάνει καλύτερο άνθρωπο. stop.

Εξω οι ψωνάρες απ τη σχολή. stop.

Μας κόβουν το φαί στη λέσχη. stop.

Να πάνε να γαμηθούνε οι τράπεζες κιοι ευρωπαίοι.
Ξεκινήστε. 

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Hλιοπότης Ελύτης-Λιλή Ζωγράφου

Είναι ωραίο να τρέμουμε προσεγγίζοντας την ποίηση όπως σε ερωτική συνάντηση. Γιατί, αν δεχτούμε σαν δεδομένο πως η ποίηση δημιουργεί το μύθο του ανθρώπου, σημαίνει πως ο ποιητής ευτύχησε να ενσωματώσει στο έργο του όλα τα ζωντανά στοιχεία που μας συνθέτουν. Και μένα τα δάχτυλά μου ψηλαφούν ευτυχισμένα, ακόμα και τα εξώφυλλα των ποιητικών συλλογών του Ελύτη, που είναι το ίδιο αυστηρά όπως και η φυσιογνωμία της ποίησής του και σου υποβάλλουν κάτι σαν επισημότητα. Και αλήθεια ο Ελύτης γέννησε μιαν επίσημη ποίηση ολότελα τελετουργική.

Ας πούμε πως δεν έχουν γίνει οι λέξεις, ας ξεχάσουμε πόσο έχουν βιαστεί, ας υποθέσουμε πως τούτη τη στιγμή δεν ξέρουμε τίποτα. Την επισημότητα μόνο η αγνότητα μπορεί να μας την υποβάλει, καθώς και το απέραντο δέος των παρθένων ματιών. Όσα σβήνει ή εξουδετερώνει η καθημερινότητα της κοινής μας υπόστασης ανανεώνονται μέσα από την όραση του πραγματικού ποιητή, μεγαλώνοντας τη χαρά αλλά και οξύνοντας την οδύνη. Ό,τι για τον ένα, τον καθημερινό άνθρωπο, περνάει τελείως απαρατήρητο, είναι για τον άλλον κοσμογονικό. Θέμα συνείδησης, λοιπόν!

Ώστε είναι προνόμιο η συνείδηση;

Θα απαντήσω ανεπιφύλακτα, ναι. Κι ας φθονώ τους μη κατέχοντας. Αλλά χωρίς συνείδηση δεν υπάρχει διαβατήριο για τη δημιουργία.

Γι' αυτό, ΄σοο περισσότερο μας συγκλονίζει ένα έργο τέχνης τόσο βαθύτερα πρέπει να λυπόμαστε το δημιουργό του. Το αριστούργημα γεννιέται μόνο με σπαραγμό. Και η συνείδηση είναι η μήτρα του δημιουργού"

Χρόνης Μίσσιος-Περι ιστορίας


Την ιστορία, αν την προσεγγίζαμε συνολικά, θα χάναμε ίσως το σημαντικότερο που θα μπορούσε να μας δώσει η μελέτη της: τη μοίρα του ανθρώπου μέσα στο ιστορικό γεγονός, στις επιλογές της εξουσίας, στη λειτουργία των ιδεολογιών... Πιστεύω πως, αν επιζητούμε από την μελέτη της ιστορίας μια κάποια ανθρωπιστική γνώση, αν δηλαδή η μελέτη της ιστορίας μπορεί να συμβάλλει στον εξανθρωπισμό του ανθρώπου, αυτό, κατά τη γνώμη μου, μπορεί να γίνει μόνο όταν καταφέρουμε και προσεγγίσουμε την ιστορία, όχι απλώς στο επίπεδο των γεγονότων και των εξουσιαστικών παραγόντων που δρουν μέσα σ΄ αυτήν, εξουσία, ιδεολογία, συνθήματα και λοιπά, και εν πολλοίς την καθορίζουν, αλλά όταν στη μελέτη της ιστορίας επιχειρήσουμε να ταυτιστούμε με τη μοίρα, με το όραμα, με την επιθυμία αυτού του ανεπανάληπτου όντος που λέγεται άνθρωπος, που έχει όνομα, βλέμμα, λόγο, σκέψη, συναίσθημα, αγάπες, όνειρα, επιθυμίες. Είναι δηλαδή ο άνθρωπος, ο καθένας, ο ξεχωριστός και ανεπανάληπτος, όσο ταπεινός και στερημένος κι αν φαίνεται, ένας κόσμος ολόκληρος...Αντόνιο, στάσου, υπάρχουν και τα λουλούδια, τα φυτά, τα ζώα...Δε μιλώ για τον άνθρωπο στη σχέση του με τη φύση, αλλά για τον άνθρωπο ως κοινωνικό ον...Αντώνιο, νομίζω πως μαζί πάνε αυτά. Αν, π.χ. την ιστορία τη συλλαμβάνουμε ως πορεία του πολιτισμού μας, δεν μπορούμε παρά να συλλαμβάνουμε αυτή την ενότητα, ότι δηλαδή ο άνθρωπος είναι ένα μικρό μόριο της φύσης...Σωστά, αλλά μιλάω απλώς για την ιστορία όπως γράφεται. Μόνο λοιπόν όταν μπορέσουμε να συλλάβουμε την ιστορία σαν πολυκύμαντη κίνηση κόσμων ολόκληρων, όπως είναι ο κάθε άνθρωπος, σαν πολυκύμαντη κίνηση από γαλαξίες ανθρώπινων ιστοριών, μόνο όταν θα μπορέσουμε να καταξιώσουμε στη συνείδησή μας το άτομο ως τον πρωτογενή παράγοντα του πολιτισμού, που η ενότητά του με τους άλλους ανθρώπους επιτρέπει την παραγωγή και την εξέλιξη του, τότε ίσως θα μπορέσουμε να αναγνώσουμε τη σκοπιμότητα και την αναγκαιότητα του ιστορικού γεγονότος, των επιλογών και των ιδεολογιών... Όταν δηλαδή ξέρουμε τι σημαίνει αυτό το γεγονός για τον Γιώργο, για την Ελένη, για τον Γιάννη, για τη Ρηνιώ... Όταν δηλαδή δεν αποσπούμε καμιά στιγμή μέσα στην πάλη για την πραγμάτωση του ανθρωπιστικού μας σκοπού, από τη συγκεκριμένη υπεράσπιση της ζωής του κάθε ανθρώπου... Σκεφτείτε κύριε, αν μπορούσαμε να ξέρουμε την ατομική ιστορία, τα ονόματα, το χαμόγελο, τα όνειρα, τις αγάπες, τις επιθυμίες και τις δημιουργικές ικανότητες των εκατομμυρίων νεκρών των πολέμων, αν τους γνωρίζαμε σαν τ΄ αδέρφια μας, σαν τους ανθρώπους που μεγαλώσαμε μαζί και ονειρευτήκαμε μαζί, τι διάσταση θα είχε για μας η ανθρώπινη ιστορία και πόσο άγρυπνοι και προσεχτικοί θα ήμασταν σε κάθε επιλογή της εξουσίας, σε κάθε ιδεολογική πρόταση... Αν η συνείδηση και η γνώση του ανθρώπου μπορούσε να φτάσει στο επίπεδο να ερμηνεύει μ΄ αυτή την ανθρώπινη έγνοια την είδηση "εκατό χιλιάδες νεκροί" ή "ένας άνθρωπος βασανίζεται σε κάποιο άντρο της εξουσίας"... Αν μπορούσε να ταυτιστεί μαζί του, να τον νιώσει ως εαυτόν... Ζήσαμε την ομορφιά των πιο γενναιόδωρων ιδεολογιών και χάσαμε τον άνθρωπο μέσα στον ουμανισμό τους... Δεν μπορούμε πια ν΄ αποδεχτούμε τη μακιαβελική αντίληψη της ιστορίας ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, γιατί εμείς ξέρουμε πια ότι και ο πιο γενναιόδωρος ανθρωπιστικός σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα, αλλά αντίθετα προδίδεται απ΄ αυτά. Είναι οδυνηρά βιωμένο ιστορικά ότι δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε καμιά κατεύθυνση ανθρώπινου πολιτισμού, όταν δεν επαγρυπνούμε και δεν υπερασπιζόμαστε αδιάλλακτα την κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, την ατομική ελευθερία του ανθρώπου, το σεβασμό της ιδιαιτερότητάς του, τις διαφορετικές φιλοσοφικές, θρησκευτικές και ιδεολογικές του πεποιθήσεις, αν δε διασφαλίζουμε σε κάθε βήμα και σε κάθε στιγμή τις διαδικασίες εκείνες που θα επιτρέπουν την εκρηκτική άνθιση της προσωπικότητας του ατόμου, την ελεύθερη ανάπτυξη αυτού του ιδιαίτερου και μοναδικού κόσμου που είναι ο καθένας από μας... Έχει δικαιολογηθεί τόση βία και τόση βαρβαρότητα εν ονόματι των ανθρωπιστικών ιδανικών και των απελευθερωτικών επαναστάσεων, ώστε δεν έχουμε πια το δικαίωμα της συγγνωστής πλάνης, δεν μπορούμε να μιλάμε για σύνολα και αριθμούς, αλλά να αναζητούμε, να εξετάζουμε κάθε φορά τη "μοίρα" του ατόμου μέσα στο ιστορικό γεγονός... Διαφορετικά, δεν μπορούμε να μιλάμε για ανθρώπινο πολιτισμό, για τη δυνατότητα ανανέωσης και εξέλιξής του... Δεν μπορούμε να αντιληφθούμε μια κοινωνία που θα βιώνει τον πολιτισμό του ανθρώπου, όπου δε θα υπάρχει η έννοια του λάθους, όπου ιδανικό της θα είναι η ομοιομορφία και όχι η διαφορά, γιατί τότε θα βρεθούμε σε μια κοινωνία όπου η έννοια του διανοείσθαι, αυτή η κατεξοχήν ανθρώπινη ιδιαιτερότητα μέσα στο φυσικό κόσμο, θα καταργηθεί και θα αντικατασταθεί από τη λειτουργία του ενστίκτου... Η γενιά μας, αγαπητέ μου, εβίωσε με το δραματικότερο τρόπο τους εφιαλτικούς κύκλους της ιστορίας, αυτού του Καιάδα των ανθρώπινων συναισθημάτων, όπου οι δήμιοι μετατρέπονταν σε θύματα και τα θύματα σε δήμιους... Έτσι ώστε κάθε βήμα στη βελτίωση των υλικών όρων ζωής του ανθρώπου έχει τόσο κόστος σε ανθρώπινες ζωές, οδύνη, δυστυχία και διάψευση, ώστε να καταντά απάνθρωπο...

ΧΡΟΝΗΣ ΜΙΣΣΙΟΣ

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

Δηλητήριο

Τὸ δικό μας τὸ δάσος δὲν τὸ κρύβει ὁ οὐρανός.
Δὲν περνοῦν ἀπὸ δῶ ξυλοκόποι.



το είχα αποφασίσει,
δεν θα σε άφηνα να φύγεις έτσι,
απροσδόκητα, χωρίς καν να σε διεκδικήσω,
χωρίς καν να πάρω ο,τι μου άξιζε.
Θα σκότωνα το άνθος-δηλητήριο,
δεν θα έπινα το δηλητηριο σου,
το δηλητήριο της ανθρώπινης φύσης,
αυτό που έρχεται τόσο φυσικά,
όπως αναπνέουμε.
Αυτό το ηλίθιο κατασκεύασμα του καπιταλισμού.
Θα σκότωνα τη μοναξιά σου,
θα σκότωνα τον εγωισμό σου,
θα ξέσκιζα τα μηχανοραφήματα σου.
Υπομονή, λίγη υπομονή,
λίγη αγάπη θα σου έδινα
κι όλα θα γινόταν στάχτη μπροστά στα πόδια μου.
Θα ξεσκίζω κάθε μέρα κάθε άμυνα,που αναπτύσσεις απέναντι στους ανθρώπους.
Οχι, δε θα σε άφηνα να φύγεις έτσι,
δηλητηριασμένος, μόνος και άδειος.
ή θα φεύγαμε μαζί ή θα πίναμε ο καθείς μόνος του
το δηλητήριο που μας ποτίσανε.
Ομως, εγώ ήμουν πιο δυνατή,
είχα μεγαλύτερη διαύγεια,
και έβλεπα πως ήταν ένα δηλητήριο,
καλά κατασκευασμένο,
μας το προμηθεύουν κάθε μέρα στις
καλύτερες τιμές και μάλιστα σε περιόδους κρίσης.
Είπα όχι, ήθελε δύναμη,τόλμη, θράσσος και θάρρος...
Ομως, εγώ ήμουν πεπεισμένη,
θα σε κέρδιζα και σένα και το δηλητηριο σου,
και το δικό μου το φαρμάκι δεν θα το έπινα,
θα το απέβαλα και θα το πετούσα στο καλάθι των αχρήστων.
Πάλεψα με νύχια και με δόντια, για να μη φύγω,
για να αντέξω τον παγωμένο βοριά τις νύχτες,
και τους αέρηδες, και τις φουρτούνες.
Επρεπε όμως να είμαι εκεί,
έπρεπε να μη σ' αφήσω να πνιγείς,
ακόμα κι αν εσύ με έπνιγες με το φόβο σου.
Επρεπε να είμαι εκεί,
να παλέψω για σένα.
ΕΠρέπε να σε  μάθω,
να πετάς στην άκρη το φόβο,
να φτύνεις το δηλήτηριο στα μούτρα εκείνων που στο προσφέρανε.
Επρεπε να σε μάθω, για τους ανθρώπους και τις ανάσες του,
για τους κήπους που ανθίζουν πάνω στα ευλογημένα κι ευτυχισμένα σώματα,
έπρεπε να σε μάθω να μην κόβεις αυτά τα λουλούδια.
Επρεπε να είμαι δίπλα σου,όσο κι αν άνοιγες τις πληγές μου,
όσο κι αν τις μάτωνες ξανά με την ανεπαίσθητη αδιαφορία σου.
Οχι, δεν θα σε άφηνα να φύγεις, έτσι,
δεν θα σε άφηνα να με κάνεις έναν αριθμό εκτος απο το ένα,
τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.
Δεν θα σε άφηνα να με έχεις στο νου σου έτσι,
σαν μία αδιάφορη περαστική με ωραία μάτια.
Εγώ θα σε κέρδιζα, όσο αίμα κι αν απαιτούσε αυτό,
όσο πόνο, θα σε έκανα να δεις πιο πέρα απ το δηλητήριο σου,
πιο πέρα απ το εγώ σου, εκεί που δύο κόσμοι σμίγουνε,
και γίνονται ένα, και γεμίζει τότε, αγάπη μου, μόνο τότε,
ο ουρανός βεγγαλικά κι αστέρια και μπαλόνια και σπίρτα αναμμένα.
Εγώ θα σε κέρδιζα...με κάθε κόστος,
με κάθε πόνο, με κάθε αυταπάρνηση,
θα σ' έφερνα κοντά μου...
Ηξερα οτι μπορούσα να τα καταφέρω,
χωρίς να φορέσω μάσκες,
χωρίς να ζωγραφίσω σε καμβά πρόσωπο άγνωστο και μακρινό,
μα μ' ένα τρόπο απλό, κρατώντας σου τα χέρια.
Ηξερα πως η ανθρωπιά υπερνικάει και εξοντώνει τα δηλητήρια,
τους πόνους και τις άμυνες.
θα σε κέρδιζα, στο χρωστούσα...
Σου χρωστούσα ένα μάθημα...

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2012

Ιστορία


Ηθελε ένα πολύ επιτυχημένο άντρα,
έναν άντρα που να την στηρίζει κυρίως οικονομικά,
έναν άντρα που θα τρέχει για όλα,
έναν άντρα-μύθο.
Κι εκείνη τι ;
Εκείνη να ζει στη σκία του,
να ζει θαυμαζοντας τον,
υποτιμώντας τον εαυτο της,
πόνταρε σ' εκείνον.
Θαύμαζε εκείνον,
είχε ξεχάσει τις δυνάμεις μέσα της,
είχε ξεχάσει πως να αξιοποιεί την ενεργεια της.
Και μόνο εκεί,
τον περίμενε κάθε βράδυ,
που γύριζε κουρασμένος,
και λύσσαγε απ τον πόθο,
ενώ εκείνος έπαιρνε το χοντρό βιβλίο και μελετούσε.
Δεν της έδινε καμία σημασία,
την ακύρωνε, την θεώρησε κουτή,
κι εκείνη επέμενε να τον θαυμάζει,
τον Α ν τ ρ α.

Ξέχασε πως μόνη γεννήθηκε,
πως ο,τι έχει είναι ο εαυτός της,
τον οποίον έβαλε στην άκρη.
Ξεθώριασε μέσα στην δική του προσωπικότητα.
Κι αυτός έτσι "αποστερημένη" κι "αδύναμη",
καθώς την έβλεπε, έφυγε μια μέρα.
Δεν άντεξε αυτή την δουλική της αγάπη,
δεν άντεξε εκείνη την ίδια,
την βαρέθηκε.

Και σκέψου...
εκείνη ζητούσε ένα πολύ πετυχημένο άντρα...
για να επιβεβαιώσει κατα βάθος τις ανασφάλειες της...

Στους φίλους


η αλήθεια, είναι πως δεν αμφέβαλα ποτέ για την αγάπη σου. Κι είναι αλήθεια πως δεν αμφισβήτησα ποτέ την αγάπη που νιώθω για σένα, μέσα σ' ένα βατερλό αμφισβητήσεων που βιώνουμε όλοι μας κάθε μέρα.
Κι είναι αλήθεια, πως τώρα πια η μπόρα μπορεί να πέρασε ή μπορεί η φουρτούνα να ηρέμησε, ή απλά να με κοροϊδεύει ο καιρός, να με ξεγελάει ο θεός, κάθε που αλλάζει ο καιρός, κάθε που δεν αλλάζει. Δεν ξέρω, ίσως μαθευτεί σε καιρούς άλλους, σε καταστάσεις άλλες, μέσα στα πολύβουα μπάρ, όπου θα στέκομαι μόνη ή με παρέα. Ομως, ξέρω πως στέκομαι, πως είμαι όρθια, είμαι ξανά γεννημένη αυτόν τον χειμώνα, ξανά απ την αρχή με άλλες ιδέες, με καμένες όλες μου τιε αυταπάτες, με κατεστραμμένες τις πιο μεγάλες λύπες μου, που πήγαζαν απο ανασφάλεια και μοναξιά.
Δεν με ενδιαφέρει ο "μονόλογος αυτών των άλλων", κανείς μα κανείς, δεν μπορεί να σπάσει τα δεσμά, που με τόσο "κόπο" δημιουργήσαμε, είναι μια αλυσίδα, αυτή και δεν σπάει τόσο έυκολα, όσο εμείς θα παλεύουμε για την αρτιότητα της.
Εξω βρέχει, θυμάμαι, όλα εκείνα τα βράδια που περάσαμε μαζί κουβεντιάζοντας, σιγοπίνονταις, γελόντας ή κλαίγοντας δεν έχει σημασία. Σημασία έχει μόνο το μαζί. Ισως χάνομαι κι εγώ μέσα στον μικροκοσμο μου, μέσα στις δικές μου αμφισβητήσεις, κυρίως αμφισβητώ εμένα όμως και την δική μου υπόσταση, την δική μου ψυχολογική κατάσταση. Ισως ξεφεύγω κάποιες φορές απο το "κοινώς και κοινωνικώς" αποδεκτό, σίγουρα είμαι υπερβολική, σίγουρα μπορεί να φαίνομαι σκληρή κι όμως εσύ, ξέρεις, πως δεν μπορώ να είμαι σκληρή, δεν μπορώ να είμαι εγωίστρια μ εκείνους που πραγματικά αγαπάω και νοιάζομαι. Πάλεψαμε πολύ για να έχουμε την σχέση που έχουμε, δεν θα την χάσουμε, δεν θα χαθεί έτσι, αυτό που 2 χρόνια τώρα προσπαθήσαμε.
Δεν μπορώ να αδιαφορήσω για τους ανθρώπους, εξ ορισμού και εκ φύσεως, είμαι άνθρωπος κι αν έχω μάθει κάτι απ την εφηβεία μου ως τώρα, που ενηλικιώνομαι και συναισθηματικά, είναι οτι οι άνθρωποι έχουν σημασία και ουσία στις ζωές μας, χωρίς αυτούς είμαστε όλοι χαμένοι, είμαστε όλοι νεκροί. οι φίλοι είναι το πιο πολύτιμο "απόκτημα" ενός ανθρώπου, είναι το στήριγμα, είναι η χαρά, είναι η αγάπη, είναι τα πάντα, είναι όλα, είναι εκείνοι που μας κρατάνε το χέρι στα ζόρια και μετατρέπουν το ζόρι σε αστέρευτη οινοποσία, σε αστιρευτη χαρά, σε χιούμορ, σε δύναμη που κινεί τα πάντα, το σύμπαν ολόκληρο. Γιατί αν η αγάπη δεν κινεί το σύμπαν, τοτε τι το κινεί ; Ο θεός, ο όποιος θεός ο καθείς απο μας αποδέχεται, έφτιαξε τον κόσμο απο αγάπη και τοποθέτησε όλα τα πλάσματα μέσα σ αυτό το θαύμα πάλι απο αγάπη, για να ζήσουμε στον επίγειο παραδεισό μας. Κι ο παράδεισος είναι μεν ο εαυτός μας, αλλά είναι ΚΑΙ οι άλλοι, εκείνοι όλοι που δεν φεύγουν στα δύσκολα, εκείνοι που μας συγχώρεσαν για τα μικρά μας ατοπήματα, εκείνοι που μας είδαν να πέφτουμε σε φωτιά και μας κράτησαν απ το χέρι, εκείνοι που μας αγάπησαν ακόμα κι όταν βρεθήκαμε στην άβυσο, εκείνοι που μας προστάτεψαν, όταν το είχαμε ανάγκη και κυρίως εκείνοι που κατάλαβαν πότε τους είχαμε ανάγκη να είναι δίπλα μας, στον καναπέ μας, χωρίς να τους το ζητήσουμε!
Ποιά λοιπόν τυμπανουκρουσία, ποιές κραυγές και ποιά ζιζάνια είναι αυτά που μπορούν όλα ετούτα, όλα τα παραπάνω να τα εξουδετερώσουν ; Τίποτα δεν μπορεί να σκοτώσει τις ισχυρές σχέσεις, τίποτα δεν μπορεί να με κάνει να θεωρήσω έναν δικό μου '΄ξένο". τίποτα απολύτως. Ολα τ' άλλα, που διατυμπανίζουν το αντίθετο, είναι παράτονες μπάντες με μαέστρο την ανασφάλεια, το ψέμα και στην κακοήθεια, όλα τ΄αλλα δεν έχουν σημασία. Εσύ θα στέκεις όρθιος, όπως θα στέκω και γω, γιατί μπορεί να πονάμε, μπορεί να νευριάζουμε, μπορεί να υποφέρουμε απ το τέρας του εαυτού μας, απ αυτό το τέρας που γεννάει και υπογράφει την καταστροφή μας, αλλά είμαστε όρθιοι. Είμαστε όρθιοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Και ξέρεις κάτι ; Είμαστε αυθεντικοί, είμαστε αληθινοί, κι όποιος μας αποδέχεται καλώς, όποιος πάλι όχι, ας απομακρυνθεί απο εμάς. δεν άξιζε τον κόπο. Είναι το τίμημα των αυθεντικών ανθρώπων, που είναι και πάντοτε υπερβολικοί, να χάνουν κάποιος άλλους, που δεν μπόρεσαν να αντέξουν την αλήθεια. Γιατί η αλήθεια, πονάει, είδικά όταν τους την πετάς στα μούτρα. Αλλά όχι, δεν θα τους επιτρέψουμε να σκοτώσουν απο μέσα μας τον σπόρο της σκέψης, την αυθεντικότητας και της ειλικρίνειας. Δεν θα βάζουμε μάσκες για να κάνουμε τον κόσμο να γελάει, δεν θα βάζουμε μάσκες για ν αρέσουμε στους άλλους. Είμαστε εδώ, ολόκληροι δινόμαστε, αυτά έχουμε, τα δίνουμε όλα, όποιος τα θέλει, ας τα χαρεί, όποιος τα φοβάται, ας φύγει, εκείνοι θα είναι οι χαμένοι... και δεν θα τα πάρουν όλα... θα πάρουν το τίποτα, θα πάρουν τον φόβο τους και θα κουρνιάζουν μόνοι το βράδυ στο κρεβάτι, αναλογιζόμενοι ποιά είναι η αλήθεια... Και θα την ψάξουν, αλλά δεν θα την βρούν, γιατί φοβούνται να την αγγίξουν. Φοβούνται να αγγίζουν τον πόνο, ενώ εμείς όχι. Εμείς τον αγγίζουμε κάθε μέρα και παίζουμε μαζί του, και τον ξεπερνάμε και τον σπάμε σε κομμάτια. και είμαστε τόσο δυνατοί, θεε μου, πόσο δυνατοί, αλλά δεν το ξέρουμε...
Επρεπε να δοκιμάσω τα ορια μου, για να δω μέχρι που φτάνω, κι αλήθεια στο λέω, είμαι ατέλειωτη. Οπως κι οι σχέσεις μας στην παρέα, επρεπε να δοκιμάσουν τα ορια τους, όσες ήταν ατέλειωτες, όπως η δική μας, άντεξαν και θα αντέχουν...
Σ αγαπώ πολύ!
Και δεν θα σαι ποτέ μόνος. Εγώ ο,τι και να γίνει, θα είμαι εδώ, για σένα...


Τέλος Συζήτησης

μέλλον

Πονάει το "θα", πονάει η αναμονή,
πονάει το μέλλον,
πονάει γιατί δεν το ξέρουμε,
κι αφού δεν το ξέρουμε τρομάζει.
Πονάει όμως το μέλλον,
ακόμα κι αν είναι κοντικό και προβλέψιμο,
και ξέρεις γιατί πονάει ;
Γιατί δεν είναι παρόν,
γιατί πρέπει να περιμένεις,
να περιμένουμε όλοι,
κάτι,
τι ;
κάτι καλύτερο.
πού είναι αυτό το καλύτερο ;
Είμαι εικοσι ένα και δεν ελπίζω,
μόνο φοβάμαι,
για τις προσπαθειες μου που θα μείνουν άκαρπες.
ναι, ξέρω η απογοητευση δεν βοηθά,
ποτέ δεν βοήθησε κανέναν.
Ομως αντικειμενικά,
πες μας, τι έχουμε να περιμένουμε;
Κι οι άλλοι λένε,
πως πρέπει να ελπίζουμε στους ανθρώπους.
Κι όποιος δεν πιστεύει σ αυτούς;
τι να κάνει ;
να σκοτωθεί;
Δυσοίωνα και μαύρα όλα,
κι ο,τι κι αν λέμε τώρα,
είναι εκ του ασφαλούς,
γιατί άλλος μας πληρώνει.
Κι αναρωτιέμαι, θα καταφέρουμε ποτέ να ταϊσουμε μόνοι μας τον εαυτό μας ; 

Αλλιώς κι αλλιώτικα.

Η ζωή κυλάει χωρίς τίποτα το ιδιαίτερο να συμβαίνει τριγύρω,
αυτη η πόλη δεν ανασαίνει.
Οι άνθρωποι της δεν αντιδρούν.
Την κοιτάζω να νεκρώνεται.
Οι φοιτητές συνωστιζόμαστε μέσα στα μπαρ,
οι ντόπιοι τρέχουν στις δουλειές τους,
τα μαθήματα στη σχολή γίνονται κανονικά,
αρχίζει να έχει κρύο.
Αδιάφορα γεγονότα.

Αδιάφοροι άνθρωποι.
Σπασμένες φιλίες,
σπασμένες σχέσεις,
απομόνωση απο επιλογή,
γιατί ξαφνικά παραδέχεσαι στον εαυτό σου,
οτι δεν ταιριάζεις κι οτι είχες δίκιο εξ αρχής,
κι οτι πλέον επήλθε ο κορεσμός
κι έχεις πια βαρεθεί να παλεύεις,
σαν μία ερωτική σχέση που σε κούρασε
και την αφήνεις.
Και ξέρεις οτι αν θες, όλα ξανακολλάνε,
μα δε θες, βαρέθηκες.

Σαπίζει το μυαλό μου.
Ν΄αποφεύγεις τους συντηρητικούς,
γιατί σαπίζεις κι εσύ,
μου 'χε πει.
Φευ!
γιατί δεν τον άκουσα ;

Κι είναι όλα τόσο αδιάφορα.
Κι είναι όλοι τόσο αδιάφοροι,
κι ο,τι συζητάνε τόσο βαρετό.