Τρίτη 14 Απριλίου 2015

Μποτίλια Στον Άνεμο: Εντουάρντο Γκαλεάνο: Έσπασε ο καθρέφτης της Λατινι...

Μποτίλια Στον Άνεμο: Εντουάρντο Γκαλεάνο: Έσπασε ο καθρέφτης της Λατινι...: Διπλή απώλεια για την παγκόσμια λογοτεχνία: Γκρας και Γκαλεάνο Μαύρη Δευτέρα για την παγκόσμια λογοτεχνία η Δευτέρα του Πάσχα Πρώτος...

Σάββατο 11 Απριλίου 2015

Μεγάλη Παρασκευή.

Απόψε ο Αθηναϊκός ουρανός θα είναι όμορφος πολύ.
Στην Πλάκα θα έχει ήδη τελειώσει η περιφορά του επιταφίου.
Να γιορτάζουμε κι εμείς την περιφορά του θανάτου, που  πηγαινοέρχεται στις ζωές μας.
Μα τι παράδοξοι άνθρωποι.
Μεγάλη Παρασκευή, Μεγάλη θλίψη για τους Χριστιανούς,
μεγάλη η θλίψη για το Ναζωραίο Ιησού.
Ο δικός μου Ιησούς υπήρξε ο προδομένος μαραγκός: Ενας άνθρωπος που αψήφισε την καθεστηκυία τάξη της εποχής του, ένας άνθρωπος που έκτισε την θανατική ποινή ως τιμωρία για τις ιδέες του.

Το νησί μου είναι παγωμένο. Ερημος τόπος! Πάσχα στη μέση του χειμώνα σ ένα ορεινό χωριό. Αδεια η εκκλησία, πέντε- έξι άνθρωποι κι ο παπάς κι ο ψάλτης να ψάλουν τα εγκώμια με  τις παραφωνίες του, την ανοιχτή τους όμως καρδιά. Ο δρόμος προς το κοιμητήρι περνάει απ την άδεια πλατεία. Ο πλάτανος στέκει μόνος του, ερημωμένος, σχεδόν παραπονεμένος στην μέση της πλατείας. Το καφενείο νομίζεις ότι είναι κλειστό, έτσι όπως γρήγορα περνάς. Μα αν κοιτάξεις προσεχτικά θα δεις το τζάκι να καίει και μία ανοιχτή τηλεόραση. Εδώ δεν φτάνει ο πολιτισμός. Το ραδιόφωνο δεν πιάνει ελληνικούς σταθμούς. Λίγους τουρκικούς. Η γλώσσα των γειτόνων άγνωστη σε μας. Είσαι στο πουθενά, στον έρημο τόπο, στο νησί σύνορο με την Τουρκία. Βρίσκεσαι κάπου στο πουθενά.
 Εδώ δεν φτάνει ο πολιτισμός, όπως όλοι οι λοιποί τον εννοούν. Εδώ έχει κρασί, μικρή παρέα απλή, πολιτικά σχόλια βασισμένα σε γενικολογίες. Κατά βάση εδώ έχει κοινωνιοδικείο. Ολοι δικάζουν την υπαιτιότητα του διαζυγίου σου, την ηθική σου υπόσταση κυρίως, τους φίλους σου. ΔΙκάζεσαι κάθε μέρα για τις πρωτοπόρες απόψεις σου, που διαφέρουν από την κοινή λογική της επαρχίας, γιατί δεν είσαι όμοιος.τους, γιατί ίσως ξέρεις κάτι παραπάνω ή γιατί επιζητάς την ελευθερία σου.

Στην πόλη του Καρλοβασου αγριο βράδυ χειμωνιάτικο,επιτάφιοι όλων των εκκλησιών συναντιούνται κάπου στο κέντρο. Στολισμένοι με τα λίγα φώτα τους, ο κόσμος τους ακολουθεί, η φιλαρμονική του δήμου παίζει τα πένθιμα κομμάτια. Τελειώνει κι η λειτουργία. Το κενό τώρα. Η ώρα πήγε δώδεκα. Οι δρόμοι πρέπει να είναι άδειοι. Ο καιρός είναι άγριος κι η θάλασσα ξερνάει φίδια, καθώς λέμε.
Ερημος ο τόπος.

Παράξενος τόπος, συνεχώς με διώχνει, αλλά πάντα με τραβάει στην επιστροφή μου. Είναι η κατάρα μας: Να αγαπιόμαστε όταν είμαστε μακριά, και κάθε που συναντιόμαστε να μη με αγκαλιάζει το νησί, να μην είναι τρυφερό και φιλόξενο. Ισως φταίνε κι οι άνθρωποι του. Ισως πάλι φταίω κι εγώ.
Κι όμως, πολύ εσωτερική μοναξιά απόψε.
Το ξέρω αυτό το συναίσθημα. Καλύπτεται με ένα ποτό σ ένα μπαρ που σ εμπνέει, παρέα με κάποιον που εκεί γνωρίζεις. Και πού ξέρεις; Ισως να είναι στο μυαλό σου. Υπάρχει μία σπάνια περίπτωση.
ΤΟ σύνηθες είναι να πίνεις το ποτό σου και να επιστρέφεις βαριεστημένα σπίτι.
Σ αυτόν τον έρημο τόπο, το καράβι αργεί. Δεν θα έρθει. Εχει απαγορευτικό. Απαγορευτικό μάλλον έχει κι η σημερινή μου διάθεση. "Τα καφένεια όλα κλειστά", κλειστά για μένα μόνο, αφιλόξενα, χωρίς να προσφέρονται για τη νύχτα, όπως θα ήθελα να την περάσω.

Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

Νυχτερινά

1
tι παράξενα που είναι ΄όλα και πόσο ρευστά.
Κι αυτό θα περάσει, όμως, όπως έλεγε κι η Κλωντ. ΠΟιό αυτό ; Δεν ξέρω. Κάτι  με έπιασε σκοπτόμενη την ματαιότητα κι είμαι νηφάλια. Παράξενο. Ξύπνα περίπου 17 ώρες, με τόσες πολλές δραστηριότητες μέσα σε 2 μέρες. Τόσες συναναστροφές χθες, σήμερα, κι όχι σκόρπισμα.

Αραγε η αίσθση του θανατου να μας παρηγορεί ή να μας τρομάζει; ΕΜένα και τα δύο.

Και δεν μπορώ να αποφασίσω τι θέλω να είμαι σε αυτή τη ζωή, ακόμα κι αν ο λογικός εαυτός μου, μου λέει ότι πρέπει να αποφασίσω τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω. Μόνο το πρόβλημα είναι ότι μεγάλωσα, ότι δεν ξέρω θέλω να είμαι. Ταξιδιάρα ψυχή, από φωλιά σε φωλιά, από κορμί σε κορμί, αλλά ταυτόχρονα με μια αίσθηση απόλυτης σιγουριάς σε μία φωλιά που πάντα θα ξέρω ότι γυρνάω. Είμαστε όλοι άπληστοι. Αυτό θέλουμε όλοι. Να χανόμαστε και μετά πάλι να βρισκόμαστε στα ίδια, στα σίγουρα ίδια. Στην ίδια ασφάλεια. "οι φόβοι σου κι οι φόβοι μου στο ίδιο το τραπέζι". Τελικά τι κάνω στη ζωή μου; Δεν έχω αποφασίσει. Είμαι μία φοιτητρια  ή έχω ένα διεστρεμένο λογικό μυαλό μιας 30 που κολλάει σε καταστημένα; ΠΟυ θέλει επαγγλεματικές επιτυχίες, λεφτά, σταθερότητα, καλό γκόμενο ή ένα τρελό μικρό που περιφέρεται απο πόλη σε πόλη, χωρίς σταθερές, γιατί μέσα της δεν υπάρχουν και δεν την ενδιαφέρουν οι συμβατικότητες; Η μήπως τελικά όλα αλλιώς τα φτιάξαναe και αναγκάζεσαι να  μπεις σε τρυπάκι και να υποχωρήσεις; Μήπως από τώρα υποχωρώ;
μήπως κάναμε τις συμβατικές επιλογές μας ; Και τι είναι οι συμβατικές επιλογές;
2
κι ΕΣΕΝΑ που με μετέτρεπες σε μαριονέτα σου κάποτε μ ένα χαμόγελο, πού σε έχασα; Από πρίγκιπας έγινες άλογο. Το βάθρο σου κατέρευσε. Στο γκρέμισα. Πάλι ψέματα σου είπα ή ψέματα μου είπες ; Με εξαπάτησα ενστικτωδώς. Το κορμί μου δεν είναι χωρισμένο από το μυαλό μου, βέβαια. Αλλά το μυαλό εξουσιάζει, το μυαλό δημιουργεί βάθρα και τα γκρεμίζει. Αχορταγή στην μυθιστορηματική ηδονή. Ζωή σαν μυθιστόρημα γίνεται; Γίνεται, αλλά σε μία πορεία μοναχική. Μονη σε ζωγράφισα με κόκκινο και μπλε. Πιστεψα στυο βάθος του μαθηματικού  νοητικού σύμπαντος σου. Τελικά οι αριθμοί δεν είναι αρκετοί ή το σύμπαν σου δεν είναι τόσο μεγάλο. Εμένα δεν μου φτάνει αυτό το μικρό επαρχιακό σύμπαν. Αυτό το μοναχικό, αποστειρωμένο και προγραμματικσμένο σύμπαν. Εϊναι ιδιόρρυθμο. Δε συστέλλεται και δε διαστέλεται. Εϊναι ακίνητα τ αστέρια του; ΑΛλά απ την άλλη τόσο άχαρο σύμπαν υπάρχει ; Μήπως εγώ δεν βλέπω τις εκρήξεις του, τις εκλείψεις του; Προσπάθησα πολύ να διαστείλω τον ουρανό σου, να βαθύνω το νου σου. Εψαξα μέσα στο σύμπαν σου για μαύρες τρύπες. Τι είναι αυτό που είδα ; Ανυπαρξία μάυρου, φωτεινό πλάσμα είσαι. Υπάρχεις; Νοητικά ο εαυτός σου ποιός είναι ; ΠΟύ ναι οι εαυτοί σου ; Εγώ μόνο καθε μέρα σε ένα λεπτό διαστέλλομαι, συστέλομαι, πάλομαι; Πώς γίνεται; Δεν είμαι καν αστέρι. Ισως είμαι σύμπαν, όπως εσύ. ΕΣΥ, ΕΣΥ. ΕΣΥ.
 Εμένα κάπου με είχα ξεχάσει. Κάποτε απλά με πείραζε το πήγαινε- έλα σου. Τώρα με πειράζει η βόρεια πορεία σου, πορεία προς βόρειο πόλο. ΠΟρεία ; Μην υπερβάλλω κιόλας. Το δικό μας σύμπαν μένει ακίνητο. Κι εγώ έκανα πολλές φορές απόπειρες να το μετακινήσω πάντα προς την διαστολή, αλλά εσύ συνέστειλες. Τώρα κι εγώ στην αναπάντεχη ακινησιά μένω. Ψάχνω για άλλα σύμπαντα.
Υπάρχουν; Να ξέρεις, αυτό με τρώει. Ως τώρα κανένα σύμπαν δεν συστέλλεται αρκετά ή έστω τόσο όσο το δικό μου. Μόνο οι φόβοι μεγαλώνουν. Κι εγώ γαμώτο, πάλι δεν φοβάμαι. ή μάλλον φοβάμαι, αλλά προτιμώ την διαστολή. Είναι χαρούμενη κίνηση, είναι πηγή ζωής. Αυτό είναι που δεν καταλαβαίνουν. Ο πίτερ πάν μου χάθηκε στο δρόμο; Αν έχει χαθεί, είναι ακόμα μόνος κι υποφέρει. Εχω μία ιδέα σε ποιό σύμπαν μπορεί να ζει, αλλά δεν μπορώ να πάω ως εκεί . Δεν μ αφήνει.
Λέω ο Πιτερ Παν λες και πιστεύω στο πρίγκιππα. Οχι, δεν είναι ένας ο Πίτερ Παν. Μιλάω για τον προσωρινό, τον επερχόμενο ή έναν προηγούμενο. Μιλάω για τον πρώτο Πίτερ Παν της ζωής μου. Σκόρπισε τη μαγεία του κι έφυγε. Ε ναι, μετά από τόσα χρόνια τον νοσταλγώ αυτόν τον μικρό με το βέλος του. Αλλά δε μου λείπει. Μιλάω για άλλον πίτερ παν. Εϊναι στο δρόμο; ή τον συνάντησα και τον άφησα να φύγει; ή με άφησε να φύγω; Η μήπως είσαι εσύ;; Κάποτε προσέφερες μαγεία... Μα... κι αυτό θα περάσει...
3
Πρώτε μου αγνέ έρωτα, πρώτε μου γητευτή, σου απέδωσα τόσες φορές φορους τιμης. Τωρα από την απόσταση του χρόνου σε κοιτάζω. Επεσες τώρα από το βάθρο σου ή όχι ακόμα ; ξερεις τι μου λείπει; εκείνη η αγνότητα μου. πάλι εγωιστικό παραλήρημα. Μου λείπει να ρθει ένας σαν εσένα, αλλά στα τωρινά μου μέτρα, στις τωρινές μου γραμμές. Να με διαστείλει. ολοι οι ακολουθοί σου κι εσύ με διαφθείρατε. Χάθηκα στο δρόμο. Και καμία αιδώ, καμία λύπη, ομως. Τιμή είναι και καμάρι μου η αμαρτία. Μα ίσως να πονάει, η πουτάνα. Μα την ζητάω. Θέλω την άλωση, όπως εσύ έκανες. Με έσωσες. ΠΛατωνική αγάπη, αλλά τέτοια, σαν εσένα, τόσο να με πονέσει, δεν ξαναγνώρισα, όπως το είπες.
Σε ποιά τούνδρα τώρα είσαι χαμένος ; Ποιό χασίσι σε φτιάχνει και τι βάθρα χτίζεις πάλι; Αρσενικέ μου εαυτέ, τι δράμα να γεύεσαι; ΠΟιά γοητεία σε έχει πάρει; Ποιά θλιβερή Κυριακή μακριά μου βιώνεις; Και το ξέρω. Δεν υπήρξα να σένα. Ημουν ένα δύο τρία χιλιάδες γράμματα, φθόγγοι που ξεψυχούσαν γραμμένοι απ το Αιγαίο. Ημουν η Μαρία Νεφέλη σου, ήσουν ο θιασώτης μου. Με έσπρωχνες και στο γκρεμό μαζί σου. α κατάφερες. Βαδίζω από τότε ανάμεσα σε χαρτιά, λέξεις, εικόνες, αλλά ξέρεις τι; Με έμαθες να μη φοβάμαι. Και στο χρωστώ. Με έμαθες να αλλάζω. Και στο χρωστώ. Με πόνεσες. Σ ευχαριστώ. Ο πρώτος θάνατος στη ζωή μου δεν ήταν του Ιωάννη, ήταν ο δικός σου. ΠΟνάει πάντα η πρώτη φορά, μάγκα μου και καραγκιόζη μου, αλήτη τρυφερέ μου. Κι όμως, έτσι απόψε, να γινόμουν 16 ξανά, να ζήσω πάλι από την αρχή ο,τι ομορφόερο και πικρότερο έχω ζήσει. Την πιο βαθιά σου μαχαιριά να μου δώσεις.
ή μήπως τώρα εσύ στα 3ο σου να ρθεις να ξανασυστηθούμε;
Ξέρεις σε νοστάλγησα και τούτο που πονάει πιότερο; Ούτε που μπορώ να σου το πω.

Θα σου έγραφα το πιο όμορφο παραμύθι, αφού από αυτό τρέφεσαι. Μα θα ήταν αλήθεια. Πως σ αγάπησα, λέει, πολύ, πως σε θέλησε και το κορμί πολύ, και πως δεν με πρόδωσε ποτέ κι οι τύψεις τότε θα έπαυαν να σε κυνηγούν; Πηγή της έμπνευσης μου; Ξέρεις πόσο καιρό έίχα να σου γράψω. Πόσα χρόνια εκλογίκευσης, άπειρου έρωτα, αχάλινωτου έρωτα, φτηνιάρικου,κυνικού, τρυφερού, σκληρού, πουτανίστικου και κοριτσίστικου; Τώρα με χορτασμένο ήδη το κορμι, θα σου μιλούσα. ΟΧι, όπως τότε,ανήξερη, αλλά τώρα πια υποψιασμένη. τώρα πια λίγο πιο ψεύτικη, αλλά κι αληθινή.
Να κράξω τ όνομα σου, το σχήμα των χειλιών σου να σχηματίσω στο τετράδιο. Εντονη η έλλειψη σου. Σε χωράνε απόψε οι γραφές και δεν τελειώνουν. Θα πιω ένα μπουκάλι βότκα, όπως έκανες. ΠΟιητή των όνειρων μου, ήσουν η πλήρης μυθοποίηση χωρίς συνείδηση. Τλωρα μυθοποιώ με συνείδηση. Μα αν σ είχα μπροστά μου, ξέρεις τι θα έκανα; Λόγια χωρίς ουσία κι έρωτα κυνικό. Και θα είχα τόσα να σου πω, αλλά με σένα δεν λαλεί κανείς, μόνο σου γράφει. σου γράφει σ αδύναμες στιγμές, στις στιγμές του φόβου. Μοναξιά νιώθω και σε θυμάμαι,υποθέτω. Απέραντη, τρομακτική, απολαυστική, μαζοχιστική δική μου μοναξιά. Κι ας με αγαπάνε. ΟΙ φίλοι μου σε μισούνε. Η φίλη μου σε μισεί. Περιμένω ακόμα το κυκλάμινο. ούτε που θέλω να πάω πια στο Παρίσι.Εκτός αν πάμε μαζί. Εσύ μου το εσύστησες. Εσύ ήταν να με πας. Κι η Θεσσαλονίκη πάντα έχει τ άρωμα σου. Πόσα χρόνια περάσανε κι όλο κοιτάζω την Αγίου Δημητρίου, έξω από το πρεξενείο της Τουρκίας, μήπως και σε δω να κατεβαίνεις από το σπίτι σου. Σιγά μη μένεις ακόμα εκει΄! Κάθε φορά σε περιμένω, αλλά δεν έρχεσαι. Δεν θα μένεις εκεί, υποψιαζομαι. Iσως είσαι και στις Βρυξέλλες σου, ίσως είσαι και στο νησί σου. Ιόνιε έρωτα, αιώνια ανάμνηση, όπως όλες. Τη μνήμη μου να σκότωνα. Ακκλα γιατί ; δεν με πονάει. δεν κακοφορμίζει η πληγή.έκλεισε. Μα θυμάμαι, πως άνοιξε. ¨πκρή παραθαλάσσια αοριστιία, θα κοιτάζεις μια θάλασσα".
Σε βρήκα απόψε, το σπίτι γεμάτο. Ολοι κοιμούνται. Πίνω. Είμαι πάλι 17 και φοβάμαι. . δεν ξέρω τι ακριβώς, όχι τις πανελλήνιες τώρα. Την ενηλικιωση.Μπορείς να βοηθήσεις;
Η αρχή πάντα γίνεται τέλος λοιπόν; Δεν περίμενα ότι θα σου απευθυνω το λόγο μετά από τοσα χρόνια; Μετά από τόσα κορμιά. κΙ όμως. Σε κάθε μοναξιά μου είσαι παρών. Εσύ μου έμαθες την ερωτική μοναξιά. Εσύ και το ερωτικό μαζί κι ας μην ξέρω την γεύση σου, αλλά τι λέω; Ψεύδομαι. Είμαι πόρνη. Σωματικά πόρνη και μ αρέσει. Και σένα σ αρέσει. Ξέρω ότι δεν θα το παραδεχτείς, όμως, αλλά σου αρέσει η νοητική διαστροφή μου. Φυσικά! Τι μας έδεσε εμάς; Η αγάπη στο ψέμα, η αγάπη στη μαγεία. Αλλά άθελα μου σε πίστευα... Και... "σ αγαπάω για πάντα, μ ακους;" Σ ακούω. Πάντα, όλα αυτά τα χρόνια. είμαι μια θεατρίνα του κώλου, μια διεφθαρμένη γράφουσα, ένα υποκείμενο που δεν υπάρχει. Κι αύριο το πρωί άλλα θα σου έλεγα. Ξέρεις, αυτά που έλεγες κι εσύ.
Ευχαριστώ για τις στιγμές. Αντίο. Και θα εξαφανιζόμουν φορώντας σοβαρό μπλε σκούρο ταγιέρ και πατώντας γκάζι στο αμάξι που δεν έμαθα ακόμα να οδηγώ. Διαβόλοι μέσα μου, μπήκανε απόψε κι ακούνε στο όνομα σου, μόνο.
Λοιπόν, κοίτα σύμπτωσις. Ο τωρινός μου, υποτίθεται έρωτας, στο θέατρο που πήγες με την τότε αγάπη σου, είχε πάει με μια πρώην του. Κι οι δύο οι μεγάλοι μου έρωτες μ αφήσατε μόνη. Κι εγώ έλιωνα μόνη. Ελιωνα μέσα στην απόλαυση μου, στην μεγάλη αυτοκαταστροφη. Δεν θα θυμάσαι υποθέτω, αλλά εγώ έδινα πανελληνιες εξετάσεις τότε. Διάβολε, θα με κατέστρεφες. Και μετά, εξω από το ΔΗΠΕΘΕ, τόσα χρόνια μετα, ούσα καψούρα, άκουσα την φωνή σου. είπες ότι θα ρθεις...ακόμα σε περιμένω. Ψέμα σου το είναι σου, ψέμα, μα γλυκό,λατρεμένο ψέμα. Παραλοιρώ απόψε και το ξέρω και δεν έχω μεθύσει ακόμα.
Αλλά την ακούω με την σκέψη σου. Οχι, δεν είναι σαρκικό. ΕΣΥ,μου γάμησες τον εγκέφαλο,αλλοι μου πήδηξαν το κορμί. Τόσο κυνικά και μην προσβάλλεσαι. Δεν πόνεσε τόσο καμία προδοσία, όσο η δική σου. Και σκέψου, πως  ο επόμενος πρίγκιππας, μετά από σένα ήρθε σε 5 έτη και με πρόδωσε όπως εσύ με άλλον τρόπο. Ο δικός σου σκληρότερος τρόπος. Μ το χει το αίμα μου η προδοσία. Κι εγώ πρόδωσα. Αρκετούς ανθρώπους. αι μνήμαι δεν προδόθηκαν όμως. Ενα τραγούδι της Κανα από τον καιρό της λύπης μου μου είχες χαρίσει και στην υγεία σου.
Κοιταζα τα γράμματα σου.... Με αγαπούσες φαίνεται μια Κυριακή.....

ήταν μαι Κυριακή που  πονούσες και δεν είχες άλλον τρόπο να σωθείς, παρά να αγαπήσεις. Κι εςγώ έτσι κάνω, αγαπάω...
Αγαπάω δίχως όριο, δίχως πρεπει, όπως εσένα. Μόνο που τώρα πια έχω μάθει να γεννιέμαι ξανά, όπως εσύ. Ξανά και ξανά.... Θα με κάνεις πάλι βασίλισσα; Πωπω, δεν μπορώ να σταματήσω να σου απευθύνομαι... " σε ξεριζώνα απ την καρδιά, ριζώνεις στην αυλή μου..."
Ριζωσε, έλα, καστανέ μου βασιλιά, στο κάστρο της βασίλισσας σου, έλα. Τρυφερό υποκειμένι που γράφει. Στην πραγματικότητα πίσω απ τις οθόνες είναι μια ύπαρξη αναρχική εκ φύσεως, αλλά υπάκουη στον αγαπητικό της., Κι ούτε που νιώθει ήττα.

το ξέρεις, άραγε; Δεν μ αρέσει να χάνω. Ως τλωρα εσένα έχασα και το έκανα πόνο και σημαία μου. Ποτέ ξανά άλλοτε. Ακομα και τον ξανθό πρίγκιπππα, δεν τον εχω χάσει. εγώ η βασίλισαα του τίποτα. Αλλά στο λέω αλήθεια, εγώ δεν ξέρψ αν τον αγαπάω και να με βοηθούσες θα περίμενα, αλλά κανείς δεν ξέρει τι τρέχει με εσένα.

Σ ευχαριστώ για όλα τούτα. για την έμπνευση, για το μεράκι, για τον πόνο.
το ξέρω πως αυτό το γράμμα απρόσμενα τελειώνει, όπως εσύ κάποτε με ξέγραψες... Μα μη μου κρατάς κακία...Δεν έχεις το δικαίωμα...