Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

Στην εποχή του ψεύδους...

Ζο'υμε στον κόσμο που όλα είναι, όπως φαίνονται. Για την ακρίβεια δε, στον κόσμο που το οντολογικό στοιχείο δεν υπάρχει, υφίστανται μόνο τα φαινόμενα. Οι ρίζες ενός δέντρου, για παράδειγμα, στον κόσμο που ζούμε σήμερα, δεν υπάρχουν, αφού δεν είναι εύκολα ορατές και δεν τα ξεχωρίζεις στο νοητό σου μικρόκοσμο.
Ζούμε στον κόσμο της υποτιθέμενης ομορφιάς, της νοητής αρμονίας και κάλους. Οι περισσότεροι από τους γύρω μας ή ακόμα κι εμείς οι ίδιοι κάποιες φορές κοιτάμε το ευνόητο, την εύληπτη όμορφη εικόνα. Ελάχιστοι ψάχνουμε κάτω από αυτήν την ιδεατή εικόνα του συνανθρώπου μας. Ενα ωραίο μαλλί, επιμελημένο από το κομμωτήριο, ακριβά ρούχα, ωραία πόδια, μακριά χέρια, αντρικές πλάτες μεγάλες και ύψος, μα κυρίως ύφος μπλαζέ. Αυτά είναι τα συνθετικά της ομορφιάς του 2015. Και δυστυχώς αυτά ήταν πάντα. Ας μην το εντοπίζουμε χρονικά, γιατί είμαστε σχεδόν όλοι τόσο κοντόφθαλμοι ή αόμματοι, αν θέλετε να το δεχτείτε, που δεν μπορούμε να διακρίνουμε τα μάτια των ανθρώπων, το χαμόγελο.
Κυρίως δε ζoύμε στον κόσμο της "σωματολαγνείας", αφού πια η ομορφιά ορίζεται με βάση το σώμα σου. Κι αυτό βεβαίως εκ πρώτης άποψης μοιάζει να είναι φυσικό, προοδευτικό, απαλαγμένο από τις χριστιανικές αντιλήψεις που πολεμούν την ανάγκη του ανθρώπου για σωματική επαφή και την μετουσιώνουν σε αμαρτία. Κι όμως, αυτή η φανταστική αγάπη προς τα σώματα στο βάθος σημαίνει ένα απίστευτο μίσος για το μη τέλειο. Καθημερινά στην τηλεόραση παρατηρούμε τα τέλεια κορμιά, κορμιά που στην πραγματική ζωή υπάρχουν σπάνια. Κι είναι λογικό. Εμάς βλέπετε δεν είναι η δουλειά μας να διαφημίζουμε μαγιό, ούτε να γυμναζόμαστε καθημερινά. Κι όλη αυτή η προσκόλληση στην τελειότητα, που υποτίθεται ότι υπάρχει κάπου εκεί έξω, αλλά δεν είναι εφικτή, εμείς την μεταφράζουμε σε μίσος για τα κορμιά μας.
Τι ; Εχεις αντίρρηση ε ; Ναι, αλλά σε είδα να στέκεσαι στον καθρέφτη με καμπουριασμένη πλάτη, σαν να ντρέπεσαι για το λεπτό σου σώμα και για την μικροσκοπική σου πλάτη. Κι εσένα σε είδα να κοιτάς παντού εμμονικά τους καθρέφτες επικεντρωμένη στην κυτταρίτιδα σου, να τρέχεις σε ινστιτούτα ομορφιάς να αφαιρέσεις τα μαύρα στίγματα από το πρόσωπό σου υποβαλλόμενη σε τεράστια ποσότητα καρκινογόνου ακτινοβολίας. Σε είδα κι άλλες φορές στην εφηβεία σου να κλαις και να νιώθεις εγκλωβισμένη μέσα στο σαρκίο σου, σε είδα να το κακοποιείς, να θες να σπάσεις το καλούπι του, να καταναλώνεις χάπια,να υποφέρεις, που τελικά δεν είσαι αυτό που ήθελαν να είσαι.
Δεν έχεις καταλάβει όμως κάτι: Ετσι σε θέλησαν, ανασφαλή, φοβισμένο, μοναχικό, καταβεβλημένο, δυσαρεστημένο με την εικόνα σου. Είσαι ένα γρανάζι ολόκληρης της βιομηχανίας της ομορφιάς. Σκέψου για ένα λεπτό, πόσες εταιρίες πώληση καλλυντικών θα είχαν κλείσει αν εσύ δεν ήσουν ανασφαλής; Πόσα κομμωτήρια; πόσα κέντρα αδυνατίσματος; κι ακόμα σε ακραίες περιπτώσεις πόσες φαρμακοβιομηχανίες που παράγουν αντικαταθλιπτικά;
Τα έχεις σκεφτεί όλα αυτά ε; Ναι, το ξέρω. Κι εσύ το ξέρεις, αλλά δυσκολεύεσαι πολύ να ζεις εκτός κοινωνίας, δυσκολεύεσαι πολύ να ακούς την αρνητικά σχόλια για την εμφάνιση σου. Γιατί δυστυχώς ακόμα σε νοιάζει η γνώμη τους.Δυστυχώς! Το ξέρεις, βέβαια, πως εσύ τους έδωσες το δικαίωμα να σε κρίνουν, πως εσύ ένιωσες μειονεκτικά για τους δικούς σου λόγους και τώρα είναι σε θέση ισχύος. Γιατί έτσι είναι μάτια μου οι  άνθρωποι: Μόλις καταλάβουν τους φόβους σου, παίζουν μαζί τους. Κι έτσι κι εσύ γίνεσαι άλλο είναι υποχείριο. Έτσι είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, όπως κι η διπλωματία: Οσο πιο αδύναμο το άλλο μέρος δείξει ότι είναι, τόσες περισσότερες υποχωρήσεις το υποχρεώνουμε να κάνει.
Κι ας παρακάμψουμε, λέμε, αυτή την σαχλή προβληματική της εξωτερικής μας εμφάνισης, Ας επικεντρωθούμε στην προσωπικότητα, στην εργασία μας. Πάλι το ζήτημα του φαινόμενου εαυτού ανακύπτει και μάλιστα με μεγαλύτερες επιπτώσεις. Μεγαλώσαμε σ΄έναν κόσμο που το τι μάρκα αμάξι έχεις καθορίζει  το αν είσαι καλός στην δουλειά σου. Το αν φοράς κοστούμι, ορίζει το αν είσαι φερέγγυος στις συναλλαγές σου.Ακόμα δε χειρότερα, το αν προβάλλεις την οικογενειακή σου γαλήνη στα κοινωνικά δίκτυα, καθορίζει για τους τρίτους αν την βιώνεις κιόλας.
Ζούμε σε μία κοινωνία όπου όταν διατυμπανίσεις ότι έχεις γνώσεις είτε ειδικού είτε γενικού περιεχόμενου αυτομάτως αναγορεύεσαι σε προφέσορας. Ζούμε στην εποχή που το πολιτικώς ορθό είναι ο μόνος τρόπος να επιβιώσεις. Το φαινομενικά πολιτικώς ορθό. Στην Ελλάδα του 2015 είναι πολιτικά ορθό να αποδεχόμαστε τους ομοφυλόφιλους, τις ανύπαντρες μητέρες, τις σεξουαλικά ενεργές γυναίκες, τους μετανάστες. Ναι, όλοι τους αποδεχόμαστε, αρκεί όλοι αυτοί να μην προκαλούν, αρκεί όλοι αυτοί να είναι μακριά απο εμάς. Δεν θέλουμε τίποτα από αυτά να συμβαίνει στα παιδιά μας ή εν γένει στον εγγύτατο κοινωνικό μας περίγυρο. Πάλι δηλαδή σημασία έχει το να φαίνεσαι κοινωνικά προσαρμοσμένος, να μην ξεφεύγεις από τις επιταγές του κοινωνικώς φέρεσθαι.
Ζούμε στην κοινωνία της υποκρισίας.Περιτριγυριζόμαστε από "τυφλούς" ανθρώπους, από ανασφαλείς ανθρώπους έτοιμους να μας κρίνουν για τις ανθρώπινες αδυναμίες μας, για τις- όμορφες στο κάτω κάτω- ατέλειες μας. Δυστυχώς αυτός είναι ο κανόνας, δυστυχώς αυτός είναι ο μέσος άνθρωπος. Και προσωπικά δεν θέλω να ξανακούσω πως η οικονομική κρίση οδήγησε σε επαναπροσδιορισμό των αξιών μας και στο τέλος του φαινόμενου εαυτού μας. Τουναντίον μάλιστα, εξ αιτίας του τεράστιου πλέον ανταγωνισμού στις αγορές του κόσμου, όπως στην αγορά εργασίας, η "ανάγκη" για αυτοπροβολή οξύνθηκε, η ανάγκη για επιβεβαίωση του "πόσο εναλλακτικοί και political correct" είμαστε έχει  κι αυτή διογκωθεί. Κι έτσι οι πιο πολλοί παίζουμε έναν ρόλο που δεν έχει γραφτεί για εμάς, έναν ρόλο ψεύδους, έναν ρόλο "καλής εικόνας".
Πάρε κι εσύ αυτόν τον ρόλο, οικειοποιήσου τον, απόσωσε τον με γλαφυρότητα...
Κι ύστερα...γύρνα σπίτι σου και κλάψε, κλάψε για όλες τις στιγμές που άφησες να φύγουν έτσι, ταξιδεύοντας μαζί με το φαινομενικό σου εγώ... Και σκέψου... το πραγματικό σου εγώ είναι ευτυχισμένο; Σκέψου το αργά το βράδυ,με κλειστά φώτα, στο δωμάτιο σου. Μόνο τα μεσάνυχτα οι αλήθειες ξυπνούν.... Σαν τα φαντάσματα, στην εποχή του ψεύδους...


Σάββατο 2 Μαΐου 2015

η θέα.


Μὰ τώρα αὐτὸς εἶναι ἁπλὸς θεατὴς
Ἀνώνυμος ἀνθρωπάκος μέσα στὸ πλῆθος

Ανοιχτή μπαλκονόπορτα βλέπει σ έναν συννεφιασμένο ουρανό,
σ ένα σκονισμένο μπαλκόνι. 
Το μικρό τραπεζάκι, χωρίς τραπεζομάντηλο, 
κι οι καρέκλες χαλασμένες. 
Μόνο η πολυθρόνα είναι εκεί. 
την θυμάσαι αυτή τη πολυθρόνα; 
Ανήκε σ έναν φίλο από τα παλιά, 
μου την είχε αφήσει σπίτι, αλλά θα την έπαιρνε πίσω.
Τελικά την ξέχασε. - 
ή την άφησε επίτηδες, για να τον θυμάμαι; 
μήπως έχει τύψεις που εξαφανίστηκε χωρίς καμία εξήγηση; -
Βεβαίως και δεν θα μάθουμε ποτέ. 
Τι σημασία έχει άραγε τώρα ;
Ο αποχωρισμός είναι η φυσική κατάληξη των ανθρωπίνων σχέσεων. 
Καμία εμπάθεια. 

Τοπίο ανιαρό από τη μπαλκονόπορτα. 
Τζάμια βρεγμένα από τις σταγόνες, 
μηχανοκίνητα κορνάρουν, ένας κίτρινος γερανός κινείται ρυθμικά πάνω κάτω. 
Η Ροδόπη απέναντι συννεφιασμένη, κρύβεται από τα σύννεφα.
Κοιτάζω έξω σκεπτόμενη...
Το σπίτι είναι μεγάλο κι όμως δεν με χωράει. 
Η πόλη είναι μεγάλη κι όμως  δεν με χωράει. 
Καμία πόλη ως τώρα δεν μου έφτασε,
ούτε άνθρωπος.
Εσύ είσαι μακριά, αλλά δεν με φτάνεις. 
Κι εδώ να είσαι, πάλι μακριά είσαι.
πού είναι το σημείο που δύο μικρόκοσμοι ανταμώνονται ; 
στο σημείο μηδέν μάλλον. 
Τόσοι ανιαροί μικρόκοσμοι τριγύρω...
κι εσύ αναμένεις τον άλλο σου μισό μικρόκοσμο, 
παρ όλο που ξέρεις πως δεν υπάρχουν άλλα μισά.

Ανώφελη που είναι η αναμονή,
Αφού κανείς δεν θα σε σώσει, λοιπόν,
Ο σώζων εαυτόν σωθήτω....
 Με κατάλαβες; 

Κι αυτή η μελαγχολία, η αίσθηση του ανολοκλήρωτου ενυπάρχει στο χώρο, 
εμφανίζεται μέσα σ αυτό το μεγάλο σπίτι, 
που φορές-φορές γίνεται το καταφύγιο μου, 
κι άλλες φορές η φυλακή μου. 
Φυλακές με τοίχους δεν υπάρχουν,
μόνο φυλακισμένα μυαλά. 
Ακατάστατο σπίτι, παρατημένα βιβλία, παρατημένα ρούχα και σημειώσεις 
στον καναπέ. 
Παρατημένος κι ο εαυτός κάπου ανάμεσα σε μελαγχολικες βαθιές σκέψεις
Κι ακόμα αναρωτιέμαι αν ο Σαρτρ το έθεσε σωστά: 
" η κόλαση είναι οι άλλοι" ; 
Γιατί αυτή η βαριά κατηγορία να τους βαρύνει; 
Είναι άδικο. 
Η κόλαση είμαστε εμείς. 
Εμείς κι άγγελος, εμείς κι ο διάβολος.
Εμείς η νύχτα, εμείς η μέρα, 
εμείς η χαρά, εμείς η θλίψη. 
Σήκωσε τώρα το φορτίο σου με υπομονή και θάρρος,
για να βγάλεις φτερά, να οδηγηθείς στον δικό σου παράδεισο.