Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010
Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010
Χριστουγεννα, δεν περιμένω όμως τίποτα πια.
Ξεχύνονται στα μαγαζία,ψάχνουν τουαλέτες,κοστούμια,σκουλαρίκια,αρώματα..
πασαρέλα όλων... Μάσκες.
Θέλουν να ναι σαν βιτρίνες πολύφωτες που μετά το πέρας της γιορτής,
σβήνουν χάνοντας κάτι απ τη λάμψη τους.
Ηθοποιοί σε σκηνή που με το τέλος της παράστασης αλλάζουν ρόλους,αφού χειροκροτηθεί το φως τους.
Τραπέζια γιορτινά, γεμάτα αηδιαστικές γαλοπούλες. Γλυκά, ζάχαρη άχνη, που πασχίζει να σκεπάσει το μαύρο μας με το λευκό της.
Κι ύστερα, λόγια μεγάλα. Ευχές αγάπης. Τετριμένα σκηνικά. Βαρετά.
ΟΙκεγένειες μαζεμένες. Σχέσεις τυπικές κατα τ΄ άλλα, όμως τα Χριστούγεννα ολοι αγαπιούνται.
Χριστούγεννα. Η μάνα σου κατέχει ρόλο ξυπνητηριού και μπάτσου στην ζωή σου.
Σε ξυπνά απ τις εφτά, να πας εκκλησία, να δείξει πόσο ηθικό παιδί έχει.
ΟΙ γριές συγκινούνται απ την γέννηση... Κάτι "παρθένες"-θεούσες(κακιασμένες κατα βάθος, μα θρησκιες κατα τ΄αλλα) αρχίζουν τις μετάνοιες.
Προσπαθούν να με βάλλουν στο κόλπο. Δε μετανοιώνω. Δε σκύβω το κεφάλι. Δεν υποτάσσομαι.
Νησί, επαρχία, μύρισε ο τόπος με ηθικοχριστιανικές φοβίες, αυτές που μας σπείρανε.
Ντροπή στους ακόλαστους!Κατάρα στην συνουσία.
Είμαι αμαρτωλη που καπνίζω.
Πνίγομαι.
Νησί, επαρχία,γέροι που αναστενάζουν, γριές που ξέχασαν πως ζεις και κλαίνε για την γέννηση.
Φώτα παντού, Θλίψη περισσή.
Μοναξιά. Μοναξιά. Μοναξιά.
Γεννηση. Θάνατος. Θανατος. Θανατος.
Υστερικές φωνές της μάνας μου.
Θρησκοληψίες.
Κενό.Βιτρίνες.ΑΝθρωποι-Βιτρίνες,το απέραντο κενό.
Λόγια Κομμένα.
Το τηλέφωνο,χτυπάει το τηλέφωνο σαν τρελό για ευχές. Αιμορραγώ, Ασφικτυώ, αρρωσταίνω.
Να φύγω, να φύγω, άσε με να φύγω.
Κι όλο μένω, με κρατάς απ το χέρι. Μένω.
Λείπεις, κι εσύ λείπεις.
Γεννηση.Θανατος.
Χριστούγεννα θανατερά.
Σ'αγαπώ.
Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010
Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010
απο βιβλίο του Βασιλικού-το τελευταιο Αντιο-1995
μελαγχολούσε στο παράθυρο σαν ναχε μείνει πάνω σένα τρένο,
μία στάση πέρα απο τον προορισμό του.
Η νύχτα είναι δικιά μου και δικιά σου μακρυνή αγάπη,
ολέθρια,
πού τώρα δε ζω παρά για να σαναστήσω.
Mα να πού τα λόγια δεν φτάνουν πια, και η αλήθεια εσύ εσύ,
μένεις να με οδηγείς με τη σκοτεινή φωτοβολίδα σου στο χαός αυτό,
το χάος μου,
πού φρόντισες να το γεμίσεις με τη φωνή σου.
Τί ήρθα; Πού πάω; Τί ζητώ;
Γιατί χωρίς εσένα λιγόστεψε το φώς μου;
Μακρυνή, μακρυνή πού μού φαίνεσαι αγάπη μου,
μακρυνή,
μακρυνή πού είσαι τώρα.
Μ άφησες τα σημάδια σου ανεξίτηλα, τόσα ρούχα,
τόσες γραφές στον αέρα, τόσα αποτυπώματα στη σκιά,
πώς να πώ ότι όλα αυτά ηταν ενέργεια και σύ ξαναγύρισες στη πηγή σου.
Θέλω ναρθω να σε βρώ.
Είσαι γλυκιά και σαγαπάω,
μονάχα όταν έρχεσαι να σε δώ να φοράς τα ρούχα πού μαυτά σε γνώρισα.
Έτσι σαγάπησα, έτσι σε πίστεψα.
Σαισθάνθηκα λίγο μακρυνή όταν γύρισες απο την Αμερική,
μετά απόκτησες μία κρούστα ασάφειας, απ το να τα πνίγεις όλα μέσα σου κόντευες να πνιγείς η ίδια.
Σαυτό το πολύ βιαστικό πέρασμά μας απο τη γή καθένας μας αφήνει μιαν ανάσα, μιά πνοή κι όλα μετά τα σβήνει.
Μή ζητάς να μάθεις πιο βαθιά τα μυστικά, δεν υπάρχουνε,
μα κι αν υπήρχαν δεν τα ξέρουμε κι αυτά δεν τα ξέρουμε.
Δεν έχω άλλα δάκρυα, μισώ το γράψιμο πούναι εκτόνωση,
πού μού δίνει την αίσθηση ότι κάνω το χρέος μου απέναντί σου.
Το μόνο χρέος μου γλυκιά μου αγάπη,
για πάντα χαμένη, είναι να κλαίω για σένα, να κλαίω, να κλαίω.
Κι όταν δεν το μπορώ, αρρωσταίνω
Έπειτα από τόσα αστέρια μπλεγμένα στα μαλλιά μου,
ύστερα απο τόσους χειμώνες ξεχασμένους στο προσκεφάλι μου,
ξέρω πώς τίποτα πια δεν καρτερώ απο ένα καλοκαίρι.
Είναι τούτες οι στιγμές σκληρές σαν την αφή της μέρας ,
σαν τη δορά του αχινού σε δάχτυλα αμόλευτων καιρών ,
αδούλευτων πάνω στόργωμα του ήλιου.
Πάλι θα πεις πώς ξαποσταίνω στις γραμμές φυγοριγώντας ,
και θαχεις δίκιο.
Ναναι πού πια δεν βρίσκω άλλη λησμονιά σε τούτες δα τις ώρες,
μονάχα το κέντημα στις λέξεις πού τάχα προτιμώ απο τόσες αλήθειες,
ή πάλι οι λέξες οι νεκρές να ράγισαν τόσο τη σιωπή μου.
Ποιός ξέρει;
Μα τούτα τα λόγια κείνες τις μέρες του 95 δεν σκέφτηκα πώς μια ολάκερη ζωή θ αφήναν το αχνάρι τους στα χείλη μου.
Τόσο μακρυά απο τις μνήμες μου το α- σήμαντο,
τόσο κοντά στην ανάσα τους η ψυχή μου.
Κι εσύ ν αποκοιμιέσαι πλάι μου ακόμη
Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010
ο νεκρος τις γιορτές-σαχτούρης
Ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια
σὰν πλησιάζουν τὰ Χριστούγεννα
(αὐτός) ὁ νεκρὸς γεννιέται μέσα μου
δὲ θέλει δῶρα
δὲ θέλει χρήματα
πάγο καὶ χρόνια
χιόνια καὶ πάγο
σκισμένα ροῦχα
ἀχνὰ παπούτσια
ὁ χρυσὸς νεκρὸς
θὰ βγεῖ ἔξω
δὲν τὸν γνωρίζει κανένας
τὸν ἀλήτη νεκρὸ
θὰ κάτσει στὸ πικρὸ καφενεῖο
νὰ πιεῖ τὸν καφέ του
κι ὕστερα πάλι
σὲ λίγες μέρες
ἥσυχα θὰ πεθάνει
(ὁ νεκρός)
ὅταν ἔρθει ὁ χρόνος
κι ὅλες οἱ ρόδες
κόκκινες ὅπως πρῶτα
θὰ γυρίζουν πάλι.
Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010
Γη των απουσιων-Δημουλά..
Ἡ διάθεση νὰ σὲ ἐντοπίσω
στὴ συστρεφόμενη ἐντός μου γῆ τῶν ἀπουσιῶν
ἔτσι σὲ βρίσκει:
πικρὴ παραθαλάσσια ἀοριστία.
Ἐκεῖ δὲν ἔχει ἀκόμα νυχτώσει
κι ἂς νύχτωσε τόσο ἐδῶ
τῶν τόπων οἱ κρίσιμες ὧρες
σπάνια συμπίπτουν.
Κάτι σὰν φῶς καὶ οὔτε φῶς,
ἡ ὥρα τοῦ ἐαυτοῦ σου ἔχει πέσει.
Χορεύουν φύκια
κάτω ἀπ᾿ τὸ τζάμι τοῦ νεροῦ.
Τὰ ρηχά, ἔχουν κι αὐτὰ
τὰ βάσανά τους καὶ τὰ γλέντια τους.
Τώρα θὰ ἔχουν λύσει τὰ μαλλιά τους
οἱ ἁγνὲς ἠσυχίες τριγύρω
μὲ τὴ σιωπή σου θὰ τὶς κάνεις
γυναῖκες σου ἐκπληρωμένες.
Ξαπλώνουν δίπλα σου.
Ἡ σκέψη σου στερεώνει σκαλοπάτια στὸν ἀέρα
κι ἀνεβαίνει. Σὲ κρατάει στὸ ράμφος της.
Ποῦ ξέρω ἐγὼ τὰ εὐαίσθητα σημεῖα τοῦ πελάγους
γιὰ νὰ σὲ καταλάβω;
Θὰ κοιτάζεις μία ἔρημη θάλασσα.
Τὸ βλέμμα σου δὲν παραλλάζει
ἀπὸ πλαγιὰ ποὺ γλυκὰ
καὶ μ᾿ ἀνακούφιση σκουραίνει
κατρακυλώντας μὲς στὴν ἀπομάκρυνση.
Ἀναπνέεις μὲ τὸ στέρνο τῶν μακρινῶν ἠρεμιῶν,
ποὺ ἔχω γι᾿ αὐτὲς διαβάσει
στοὺς πολύτομους κόπους ποὺ ἔδεσα.
Σ᾿ ἕνα ἀβαθῆ σου στεναγμὸ βούλιαξε ἕνα βαπόρι.
Δὲν θὰ ἤτανε βαπόρι. Θὰ ἤτανε σκιάχτρο
στὰ ὑγρὰ περβόλια τῆς φυγῆς
νὰ μὴν πηγαίνουν οἱ διαθέσεις
νὰ τὴν τσιμπολογᾶνε.
Ἡ τερατώδης τοῦ πελάγους δυνατότητα,
ἡ κίνηση τοῦ πλάτους,
φθάνει στὰ πόδια σου ἀφρός,
ψευτοεραστὴς στὰ πρῶτα βότσαλα.
Τοὺς σκάει ἕνα φιλὶ καὶ ξεμεθάει.
Τώρα, θὰ σοῦ ἔχουν πεῖ ὅ,τι εἶχαν νὰ σοῦ ποῦν
Οἱ ἀναδιπλώσεις τῶν κυμάτων
καὶ θὰ ἐπιστρέφεις κάπου.
Θὰ παίρνεις κάποιο χωματόδρομο,
μιὰ ἄλλη ἅπλα,
ἀλλοῦ γυμνὴ κι ἀλλοῦ ντυμένη μὲ βλάστηση.
Ἡ σκέψη σου, μετὰ ἀπὸ τόση θάλασσα,
κατέβηκε ἀπὸ γλάρος,
βάζει τὸ δέρμα τῆς προσαρμογῆς καὶ χάνεται.
Ὅπου εἶναι θάμνος, πράσινη
ὅπου σκοτεινό, σκοτεινή.
Ἐκεῖ ποὺ οἱ καλαμιὲς σπέρνουν ψιθύρους,
ψιθυριστή,
ὅπου περνάει ρίζα, ριζωμένη
ὅπου κυλάει ρυάκι, ρέουσα
κι ὅπου δαγκώνει ἡ πέτρα, πέτρινη.
Στὴν ψυχή σου δὲν φθάνει κανεὶς
οὔτε διὰ ξηρᾶς οὔτε διὰ θαλάσσης.
Αὐτὸ τὸ δισκίο,
τὸ ἀκουμπισμένο στὸ μαῦρο ἀτμοσφαιρικὸ τραπέζι,
ποὺ τὸ περνᾷς κι ἐσύ, ὅπως κι οἱ ἄλλοι, γιὰ φεγγάρι,
ἄσ᾿ το, δὲν εἶναι φεγγάρι.
Εἶναι τὸ βραδινό μου χάπι
τὸ ψυχοτρόπο.
Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2010
ο αέρας που παίρνει τα μαλλιά,
λίγο ούζο,
και θάλασσα,
μια θάλασσα δική μας φουρτουνιασμένη η ζωή μας..
μπλε βαθύ
και αστέρια πολλά αστέρια
κι ηλιοβασιλέματα,
ατέλειωτα ηλιοβασιλέματα,
κι ο δρόμος..
ο δρόμος που σβήνει κι είναι και τ άλλα,
όλα τ'άλλα που ξεκινούν απ την αρχή...
κάπου εκεί στην άσφαλτο χάνεσαι κι είσαι δίπλα μου...
κι εγώ ναυαγώ στα μάτια σου
και σε παίρνω απ το χέρι
κι εσύ με κλείνεις στην αγαλιά σου
μα ναυαγώ..
Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010
Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2010
Ξυπνα!
δεν ακούς????
τα παιδιά σου χτυπάνε την πόρτα.
ξέρω είναι λίγα,μα ακουσε τα.
Κόσμε ξύπνα.
Καίγεσαι κόσμε,ξευτυλίζεσαι.
Να,τα αιματα σου στο πάτωμα μέσα στις φυλακές που σε κλείσανε.
Κοιτα,τα δικά σου αίματα είναι απο τα μαχαιρώματα.
μα γιατί,έρμε κόσμε, δεν μιλάς;;
Στο δρόμο βγες,φώναξε..Κουράστικες κόσμε;;
Ξύπνα κόσμε,όχι δεν είναι αργά.
Οχι ακομη.
Τι χάθηκε;
Σταματα επιτέλους να θρηνείς την μοίρα σου την κακή,εσύ ορίζεις την μοίρα σου.
Κόσμε κοιμάσαι ακόμη;;;
Ξύπνα κόσμε!
Μερικά παιδιά σου χτυπούν την πόρτα!
Η επέτειος του πολυτεχνειου ας είναι η επέτειος της ελευθερίας,η αφορμή για κοινωνικό προβληματισμό και μαζική αντίδραση!
Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010
τσαλαπατημένες ανεμώνες στον δρόμο,ήλιος,θάλασσα,πλακόστρωτα, άνθρωποι ίδιοι και διαφορετικοί. χρώμα παντού τριγύρω.
σκηνικο β'
ξανά μια μορφή μπροστά σου μόνο που τώρα την κοιτάζεις αλλιώς,αποξενώνεστε, γιατι εσυ θέλησες.
σκηνικό αιώνιο
οι πεζοί με προσπερνούν,κάτι απ τα μάτια σου ψάχνω,μάταια απ οτι φάνηκε.
περνούν τόσο αδιάφορα πρόσωπα απο μπροστά μου,μα η δική σου η μορφή είναι χαμένη,γιατί λείπεις...κι είναι τόσο άδειο το νησί χωρίς ΕΣΕΝΑ.
Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010
Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2010
"παλιώνουν οι άνθρωποι.,.. "
ΝΟΜΙΖΕΙΣ πως αγαπάς,νομίζεις πως ερωτεύεσαι...
όλος σου ο κόσμος ένα μαύρο κουτί, ένα σπίτι,τέσσερις τοίχοι και η μουσική.
ένα ραδιόφωνο να παίζει μέρα-νύχτα,τσιγάρα σωρός,μπύρες,βιβλία ιταλικών,ένας έρωτας στην Ιταλία... κάθε βράδυ το τηλέφωνο,μουσική,τσιγάρα,καπνός,μελαγχολία...
η ζωντάνια λείπει,τα μάτια σου σκοτείνιασαν,η ζωή σου πάλιωσε...
"παλιώνουν οι άνθρωποι.. " δε ζεις πια,μόνο περνούν οι μέρες,έτσι η μια διαδέχεται την άλλη χωρίς καμιά ουσία,χωρίς καμιά φιλία..έτσι,υψώνεις τείχη τεράστια γύρω σου για να μην μπορέσει κανείς να δει την ομορφιά και την ασχήμια σου,το αγνωστο σου,το τέρας σου,την πεντάμορφη...κανένας,μέσα σ ένα μικρό παραμύθι νομίζεις οτι ΖΕΙΣ,ενώ στην ουσία περνάει η ζωή σου χωρίς κανένα χρώμα,ετσι άοσμα,βαρετά και ηλίθια,αφήνεις τον χρόνο να σε γερνάει...γιατί.."παλιώνουν οι ανθρωποι.." γιατί βιάστηκες να τα ζήσεις όλα και τώρα τίποτα δεν σου έμεινε ή έτσι νομίζεις...
και δεν ξέρω αν υπάρχει τίποτα πιο άθλιο απ το να μην σ ενθουσίαζει τίποτα, απ το να είσαι πάντα στη μέση,πάντα στο ροζ και στο γκρι... λυπάμαι για σένα.. γιατί... "παλιώνουν οι άνθρωποι..."
Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2010
μέσα στην τρελή βροχή κατεβαίνω απο ένα λεωφορείο..κομοτηνή-αθήνα..διασχίζοντας ολόκληρη την ελλάδα σχεδόν σ ένα τοπίο βρόχινο,μελαγχολικό,συννεφιασμένο,ρομαντικό..η βροχή που πέφτει κι ακούς το "σι-σι-σι"...και ταυτόχρονα την μουσική...μηδενίζω αποστάσεις και λυτρώνομαι απο την αιώνια λογική που δέσμια με κρατά.
εν πάση περιπτώσει έλα να ζήσουμε την τρέλα μας και τ όνειρο το άπιαστο...
μια διαδρομή, ένα ταξίδι με καρδιά,με μυαλό, με λαχτάρα για να σ αντικρίσω μέσα στο πλήθος το απρόσωπο..
και μετά αλλάζουμε στάσεις του μετρό και λεωφορεία... και φτάνουμε σπίτι ΜΑΖΙ μετά απο μήνα που ζήσαμε χωρίς... κι η Αθήνα είναι η πόλη που όλοι βιάζονται κάτι να προλάβουν, ίσως την μοναξιά που παραμονεύει σε κάθε στενό και σε κάθε λεωφόρο.. πρόσωπα χλώμα, απρόσωπα πρόσωπα, το άγνωστο, το τρομακτικό άγνωστο που σε καλεί να το κάμεις γνωστό...μία γλυκιά παραίσθηση,σαν όνειρο.
Αθήνα, πόλη των φωτεινών επιγραφών, πόλη-μητέρα του πολιτισμού, θεσμοκοιτίδα της τέχνης, πόλη πλανεύτρα και μαγική,φωτεινή,ίσως και μουντή, πόλη υπέροχη,σαν ερωτας απαγορευμένος.
και μετά το σπίτι ζεστό,γεμάτο απ το γέλιο σου και τις ζωγραφίες σου...και το βράδυ μακρύ, γεμάτο κουβέντες,για να προλάβουμε τον χρόνο πριν μας προλάβει εκείνος. μπύρες,τσιγάρα, μουσική... απόλαυση θεική κι η παρέα μου μαζί μου... πρόσωπο γνώριμο κι αγαπημένο,φωνή γνωστή κι όμορφη.. ένα βράδυ που καμιά μας δεν κοιμηθηκε... και κλείσαμε πολλές φορές τα φώτα... μα μετά μια κουβέντα,ένα βιβλίο που διαβασαμε μαζί και δυνατά.. πεφτουμε για ύπνο,μα είναιχάσιμο χρόνου και ξεσκεπαζόμαστε..
μετά εσπρέσο στην ταράτσα με θέα την ακρόπολη-ω μαγικό αιώνιο μνημείο,αγαπημένο,κυοφορον δέος και τιμή...
χορεύουμε μαζί με θέα την ακρόπολη και δεν έχει ακόμη ξημερώσει,μαζί με θέα τις ταράτσες,με θέα αυτό το γλυκό χάος, που κατα παράξενο τρόπο δεν θες να το τακτοποιήσεις και μετά... βόλτα για όπου βγει... μια καλημέρα ζεστή κι ο,τι βγει κι όπου βγει... έτσι στο άγνωστο... στην Αθήνα...στην πρωτεύουσα,στην τόσο αγαπημένη και μελαγχολική ελληνική πρωτεύουσα κι είναι μαζί σου!!!!
Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010
ανοσία ή ανοησία;
είπα πως θ αρχίσω απ την αρχή και το κανα.
τώρα όμως δεν νιώθω τίποτα.
ούτε καν θλίψη.
λένε πως ματώνει ο,τι είναι ζωντανό.
μήπως λοιπόν δεν είμαι;
μήπως ναρκώνω τις απουσίες και τα συναισθηματα μου;
και τελικά πώς αλλάζω;
αλλάζω;
ενηλικίωση;
δεν με πειράζουν πια οι απουσίες, τις συνήθισα.
δεν μ' απογεητεύουν πια οι άνθρωποι.
τους συνήθισα.
δεν με πληγώνουν πια οι αδιαφορίες. τις έμαθα.
δεν δένομαι πια με τους γύρω μου. θα φύγουν το πρωί.
δεν φοβάμαι την εγκατάλειψη. την ξέρω καλά.
δεν πονάω πια. τώρα ξέρω.
μόνο καμιά φορά, εκεί, στο μπαλκόνι μου κοιτάζω τον ήλιο ανάμεσα στα σύννεφα να πέφτει στο πέλαγος και υγραίνονται τα μάτια μου.
Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010
"το ποτάμι πισω δεν γυρνάει"
Μόνο μπροστά μας. Είναι εκεί και μας περιμένει.
Οχι δεν λυπάμαι. Σφίγγω τα δόντια και αποχαιρετώ τους πάντες.
Η ζωή είναι μπροστά.
Θα χαθούν κι οι άνθρωποι που αγάπησα, όπως χάθηκαν κι οι άλλοι.
Μετά θα έρθουν άλλοι.
Ισως να ξεχάσω τους τόπους που αγάπησα.
Μετά θ αγαπήσω άλλους.
Θα ξεχάσω τους φίλους μου, καθώς κι εκείνοι.
Μόνο κάτι μακρινά τηλέφωνα.
Θα μαι μόνη μου και το ξέρω, όπως πορεύονται όλοι στην ζωή.
κι εκείνες οι ώρες που νομίζεις πως είσαι μαζί, απλές ψευσαισθήσεις είναι, που έχεις ανάγκη να τις πιστέψεις, για να μην δέσεις πέτρα στον λαιμό σου.
Στο μεγάλο αμφιθέατρο, στην μεγάλη πολη, στο μικρό μου σπίτι, μόνη, ολομόναχη, δυνατή κι ελεύθερη συνάμα, με το πρόσωπο και το βλέμμα σίγουρο, γεμάτο θάρρος και δύναμη, έτσι όπως μου πρέπει.
"αδεια η ψυχή μου, το δωμάτιο άδειο.. "
δεν υπάρχει φως της στιγμής, μόνο φως του μέλλοντος.
τεράστια δυσαρέσκεια γυρνά γύρω γύρω,
μετά έρχεται η Οργή για το λάθος και σου βάζει μαχαίρι στο λαιμό.
Πρέπει ν αλλάξεις. Θες ν αλλάξεις.
Η δύναμη εξασθενημένη σκεπάζεται με χοντρές κουβέρτες. Εχει πυρετό και κρυώνει.
Γιατί την άφησες να παγώσει;
Ενα είδωλο-φάντασμα χορεύει στον απέναντι καθρέφτη. Ισαίσα που διακρίνεται μέσα στο πηχτό σκοτάδι.
Ενας φόβος πάντα υπαρκτός, το πέρασμα του χρόνου που σκοτώνει. Ισως και την αθωότητα που αιμοραγεί..
Αγωνία και λιγη Νοσταλγία σου χτυπούν την πλάτη.
Η Ανία έρχεται απειλητικά κατά πάνω σου και συ με το γέλιο προσπαθείς να την τρομάζεις. Τρομάζεις το κενό για ν απομακρυνθεί, μα επιστρέφει.
Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010
Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010
πρωιμη νοσταλγία..
τις γλάστρες στα μπαλκόνια,
τις καρέκλες και τα τραπέζια στις αυλές
και τις ηλικιωμένες γερόντισες που μιλούν...
Εκείνη η βιολέτα που φύτρωσε πάνω στον τοίχο τον ασβεσωμένο, τον πάλλευκο...
Και μετά τα φώτα του δήμου που χλωμιάζουν...
Το φεγγάρι στέκεται πάνω απ την πόλη και την γειτονιά μου.. και φωτίζει τον ουρανό.. και τα σπίτια..
Ολα τυλίγονται στο φως του και πέρνουν μια άλλη μυστηριακή όψη.
Επειτα το φεγγάρι αιχμαλωτίζεται στα σύννεφα και μένω έκθαμβη να σκέφτομαι " μα Θεέ μου, πού βρέθηκε τόση ομορφιά.. "
Η πλατεία απο κάτω γεμάτη φοιτητές, γεμάτη νέους... Ζωή και ηρεμία..
Ολα κυλούν τόσο γαλήνια..
Μια μικρή γλυκιά μελαγχολία πανιέται στο τοπίο, που σε οδηγεί στην απέραντη γαλήνη..
Και εγώ, σκέφτομαι πώς θ αποχωριστώ αυτόν τον τόπο που τον αγάπησα.
Θα μου λείψουν ακόμη και τα πρόσωπα των φοιτητών που έβλεπα κάθε μέρα και τυχαία μπορεί να ήξερα τ ονομα τους.
Θα μου λείψουν οι φίλοι, τα γνώριμα πρόσωπα, οι γλάστρες, τα στενά, η μυρωδιά, η θάλασσα, οι γονείς μου, οι δρόμοι... Αχ οι ρίζες.. είδες τι κάνουν οι ρίζες; ο ΤΟΠΟΣ μου, το νησί μου, εδώ που μαι οικεία και ξένη μαζί...
Τον έχω αγαπήσει αυτόν τον τόπο, το κάθε του λουλούδι, το κάθε στέκι μου κρυφό, τον κάθε βράχο, την καρέκλα του Ρίτσου, τα βότσαλα, τον βοριά που πηρουνιάζει, την ηρεμία του, τα χωριά του...
Θα μου λείψει το καλύβι της φίλης μου που πηγαίναμε χειμώνα και το χώμα μύριζε απο την βροχή.. και μετά χανόμαστε μέσα στο δάσος με κουβέντες χαζές.. μα ήταν τόσο όμορφα..
Κουκουνάρια, λίγο χιόνι, το τζάκι που έκαιγε, το παράθυρο που έχει θέα ένα γυμνό δέντρο κι απο κάτω εκείνο το χρώμα των φύλλων, εκείνο το φθινοπωρινό..
Η αγριεμένη θάλασσα τον χειμώνα ήταν λες και μου μίλαγε. Ξαπλωνα στην άμμο με τ ακουστικά κι άκουγα και τον μελωδό να κροταλίζει..
Συγκίνηση.. μια μιρκή συγκίνηση.. υγραίνονται τα μάτια μου... Ο ΤΟΠΟΣ μου.. τα μέρη μου..
Είναι κάτι σαν νοσταλγία, όσο κι αν θεσ να φύγεις, όσο κι αν ξέρεις πως ανοιγεις φτερά..
Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010
21-9 Ειρήνη, ειρήνη
21 Σεμπέμβρη σήμερα. μια συνηθισμένη ημέρα για πολλούς γεμάτη άγχη, τρέξιμο, δουλειές, ένας καφές με φίλους ίσως, λίγο γυμναστήριο, ραδιοφωνο κι ο,τι άλλο συνηθίζει ο καθένας στην καθημερινότητα του. Ωστόσο για μερικούς ανθρώπους η σημερινή ημέρα, όπως κι οι άλλες μέρες, δεν κυλάει τόσο ήρεμα, όπως οι δικές μας. Σε γωνιές της γης υπάρχει πόλεμος, καταστροφή, αλληλοσκοτωμός.
21 Σεπτέμβρη λοιπόν, Παγκόσμια Ημέρα Ειρήνης, καθώς έτσι έχει οριστεί απο τον ΟΗΕ το 1981. Ολοι εμείς ενδεχομένως να κάνουμε εκδηλώσεις, αφιερώματα στο ραδιόφωνο ή στα ιστολόγια μας. Κάνουμε κάτι τόσο απλό, που όμως δεν είναι αρκετό.
Ειρήνη
Στον Κώστα Βαρνάλη
Τ' όνειρο του παιδιού είναι η ειρήνη.
Ο πατέρας που γυρνάει τ' απόβραδο μ' ένα
Όταν οι ουλές απ' τις λαβωματιές κλείνουνστο πρόσωπο του κόσμου
Ειρήνη είναι η μυρωδιά του φαγητού τοβράδι,
Ειρήνη είναι ένα ποτήρι ζεστό γάλα κ'
Τότε που η μέρα που πέρασε
Ειρήνη είναι οι θυμωνιές των αχτίνων στους
Τότε που ο θάνατος πιάνει λίγο τόπο στην καρδιά
Και τ' αλέτρια που χαράχουν βαθειές
Πάνω στις ράγες των στίχων μου
Αδέρφια μου,μες στην ειρήνη διάπλατα ανασαίνει
του Γιάννη Ρίτσου
βροχή και σήμερα κι εγώ στα σύνορα..
Κι ύστερα κι άλλη μια ιστορία.Μια δική μου ψευδαίσθηση ή έτσι θέλησε αυτός. Εκανα σαν κοριτσάκι κι ήμουν τότε πιο πολύ. Τρεμούλα, κοκκίνισμα κι όλα αυτά που σε κάνουν ευάλωττη στον Θεό σου. Μα ο Θεός μου κι αυτός ήταν μακριά και φοβισμένος. Φοβισμένος; Ποιός ξέρει; Όχι εγώ πάντως.
Επειτα μεγάλωσα, μεγαλώνω. Τους απομυθοποιησα και τους δύο και είπα πως είναι λίγοι. Κι όντως είναι λίγοι. Απομυθοποιησα και τον έρωτα. Τώρα μου μοιάζει με αστείο, με παιχνίδι και μάλιστα με ηλίθιο παιχνίδι. Δεν αξίζει να ερωτεύεσαι μόνος σου. Ούτε να δίνεις την εικόνα που θες σ αυτούς που ερωτεύεσαι. η τέχνη του ν αγαπάς(ένα βιβλίο που διάβασα κάποευ στα 14) είναι να αγαπάς αυτό που είναι ο άλλος κι όχι αυτό που νομίζεις οτι είναι.
Ετσι τώρα έχω μείνει άδεια. Πολύ άδεια. Εχασα μήπως την αφέλεια της νιότης; Ωρίμασα; Μα ξέρω πως ίσως σε λίγο καιρό πάλι μπορεί να μυθοποιώ, να ερωτεύομαι και να χάνομαι κι ας ξέρω πως είναι χαζό ή ανώφελο. Γιατί όλα τα πράγματα και τα συναισθήματα έχουν ημερομηνία λήξης. Ευτυχώς.
Πηγαίνω στον καθρέφτη μου. Με βλέπω να έχω παραμορφωθεί εδώ και καιρό. Είμαι ωχρή κι ακόμη υπάρχει αυτή η πτωματίλα στα μάτια μου. Παλιά έλαμπαν ήταν πιο ζωντανά. Τώρα δεν ξέρω τι έπαθαν.Παράλληλα, βλέπω και το σώμα μου να παχαίνει. Τι κάνω;Καλύπτω κενά στο ψυγείο;Είναι τόσο μα τόσο ηλίθιο αυτό.
Μα και το μυαλό μου έχει ξεθωριάσει. Ημουν αλλιώς. Κάποτε ήμουν αλλιώς. Ξέρω πως στην ζωή η χαρά είναι ελάχιστη.μετρημένη σε δόσεις.
Αλλά ρε πούστη μου αυτή η ζωή μου χρωστάει πολλά ή μήπως εγώ της χρωστάω οεο?
΄
Εχω χάσει και την εμπνευση μου. Δεν με εμπνέει τίποτα. Δεν δημιουργώ τίποτα όμορφο. Ενώ παλιά... Σκέψεις κοινές, μελαγχολικές και κουραστικές.Είχα πει πως δεν θα ξαναγράψω τίποτα δικό μου στο ιστολόγιο αυτό, μόνο και μόνο γιατί δεν αφορούν κανέναν. Γίνομαι κουραστική, το ξέρω. Το λέει κι η μάνα μου αυτό. Ο λόγος που έγραψα ήταν γιατι απ τον υπολογιστή ακούω ραδιόφωνο και χαρτιά δεν μπορώ να φέρω κάτω, γιατί μπαινοβγαίνει ο αδερφός μου στο σπίτι..
Χτυπάει το τηλέφωνο. Κάποιος απ τον έξω κόσμο με καλεί. Ας πάω να δω αν και δεν με αφορά και πολύ ο έξω κόσμος. Ο μέσα μου κόσμος με νοιάζει που καταστρέφεται ή αναδιαρθρώνεται;;; Ιδέα δεν έχω.
"ειμαι ένας Αμλετ στη βροχή, γυρνώ στην επαρχία.. "
Στο νέο στέκι το Σάββατο κάναμε γιορτή την μοναξιά. Κάθεσαι έτσι απλά και μιλάς, τι να πεις;Συνηθισμένα λόγια, βαρετά, ανθρώπινα, τυπικά, θα λεγα.
Ερημιά. Ολοι φύγαν.
Αρνούμαι να βγαίνω κάθε μέρα μόνη έξω. Μα γιατί; Είναι τόσο ωραίο το φθινόπωρο. Νιώθω τόσο μπερδεμένη κάθε φορά που σκέφτομαι τι μου συμβαίνει.
Μέσα μου υπάρχει μια οργή που χει τις ρίζες της στα παιδικά μου χρόνια, ίσως. ποιός να ξέρει; Νιώθω πληγωμένη απ τους ανθρώπους. Η υπερευαισθησία είναι ένα ελάττωμα, λένε πολλοί και μαζί τους συμφωνώ κι εγώ. Αποκτάς άμυνες. Σκληρότητες και εγωισμοί και λόγια και περιβλήματα και τείχη, για να μην εισβάλλουν οι πολλοί στον κόσμο σου.
Ομως διχάζεται κανείς. Πάντα δεν έλεγα ν' αφήνεις του άλλους να δουν το βασίλειο σου ή την κόλασή σου; Ναι πρέπει. Το κάνω. Μα γιατί; Αφού σε πληγώνουν.
Οσο για τους έρωτες, έχω πάψει πια να τους πιστεύω. Είναι ένας κύκλος αέναος. Νιώθεις ευάλωττος, ο άλλος ασκεί επιρροή πάνω σου, τον κάνεις Θεό, σε κάνει Μούσα, τον μυθοποιείς, σε μυθοποιεί. Μετά φεύγει ο καιρός. Σ απομυθοποιεί, τον απομυθοποιείς,σκληραίνεις, σκληραίνει. Θυμώνεις που έγινες ευάλλωτη. Τον συνηθίζεις. Σε συνηθίζει. Εκεί έχει τελειώσει η σχέση. Προσπαθείτε να την κρατήσετε και τελικά σπάει. Φεύγει, φεύγεις. Καμιά φορά μένεις πίσω και τότε γράφεις, διαβάζεις, χάνεσαι. Μετά ο κύκλος ξαναρχίζει. Ωρες-ώρες απομυθοποιώ τόσο αυτή την μαγεία του έρωτα κι ας μην την έχω ζήσει πολύ έντονα. Οι ιστορίες των ανθρώπων μοιάζουν πολύ και διαφέρουν το ίδιο πολύ.
Μοιάζει τόσο βαρετό κάποιες φορές κι ας έλεγε ο Πλάτωνας πως ο έρωτας είνια η ουσία της ζωής ή κάτι τέτοιο παρόμοιο.
Οσο για τα άλλα μισά... λυπάμαι, μα δεν το πιστεύω.
Υπάρχουν μα ποιός το βρίσκει; Ισως κανείς.
Δεν πιστέυω πως υπάρχουν μεγάλες αγάπες.
Κι αυτό με θλίβει, ίσως μέσα μου βαθιά να ελπίζω.
Κι όμως είναι ο μηχανισμός των ανθρώπων που ζουν στον Μέλλοντα χρόνο περιμένοντας την ευτυχία. Μεγάλη απάτη. Ο Μάρκος Αυρήλιος έλεγε πως το μόνο που έχουμε είναι το παρόν κι όχι το παρελθόν ή το μέλλον. Το παρόν μου μοιάζει άδειο.
Περιμένω απεγνωσμένα την Παρασκευή για να πάω στην Κινηματογραφική λέσχη να δω ταινία. Καλλιεργω την ψυχή μου, η ψυχή μου είναι η περιουσία μου κι αυτή δεν την υποθησκέυει καμιά τράπεζα.
Παίζει το έργο " Ολα τα πρωινά του κόσμου" . Ξέρω, κανείς δεν θα ρθει μαζί μου. Θα πάω μόνη μου. Βλέπεις, είναι "αφηρημένα" αυτά τα έργα γι αυτούς, τους γύρω μου. Κι εγώ στα μάτια τους είμαι μια αφηρημένη, τρελή που αναλώνει την ζωή της σε μελαγχολίες.
Ισως και να χουν δίκιο, μα αυτοί εκεί έξω δεν θα καταλάβουν ποτέ και καμιά φορά, ξέρεις, με πειράζει. Είναι δύσκολο να σαι εξαίρεση, ενώ ξέρεις πως δεν θα έπρεπε να είσαι. Φορές-φορές κατηγορώ τους συντοπίτες μου και θεωρώ πως είναι θέμα κλειστής κοινωνίας αυτή η υποκουλτούρα που αγαπάνε. Μα κάθως φαίνεται δεν είναι υπόθεση γεωγραφίας. Εδώ έρχομαστε αντιμετωποι με μια κρίση πολιτισμού.
Με λυπεί απίστευτα. Μα εγώ.. στον κόσμο μου.
Αδημονώ για την Παρασκευή. Δεν έχω κάτι καλύτερο να κάνω. Βαρέθηκα να πίνω καφέδες με πεζούς και ρηχούς ανθρώπους. Βαρέθηκα να ερωτεύομαι αυτούς τους ανθρώπους. Βαρέθηκα να παρηγορώ αυτούς τους ανθρώπους.
βαρέθηκα.
Mισή Ωρα του Κ.Π Καβάφη
Μήτε σε απέκτησα, μήτε θα σε αποκτήσω
Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010
Θανάσης Γκαϊφύλλιας Ματιές (Καβάλα και Κομοτηνή)
(Πώς λοιπόν αγαπάμε τις πόλεις; Για μένα είναι τόσο απλός ο τρόπος. ΑΠο ένα τραγούδι, απο μια όμορφη εμπειρία, απο μια γλυκιά ανάμνηση... Την Θεσσαλονικη την έχω αγαπήσει μέσα απ τα λόγια ένος παλιού μου Ερωτα, την Χίο λόγω γλυκόπικρων αισθημάτων... Την Νάξο και την Πάρο για τα γυμνά τους τοπία και για τις ξεχωριστές ίσως και και άσχημες μνήμες.. Την Κομοτηνη αρχίζω να την αγαπώ μέσα απ τα τραγούδια που της έχουν γράψει.. Την αγαπώ σιγά-σιγά για την ζεστασία που σου προσφέρει, για την ιδιαίτερη παραδοση της,για εκείνον τον αέρα της Ανατολής...με τις μυρουδιές απο τις λιχουδιές που σου σπάνε τη μύτη.. Κι όχι μόνο γι αυτό, μα και για άλλα, που θα σας τα πω μια άλλη φορά με πιο ωραία λόγια.. )
Ματιές στις πόλεις που πεθαίνουν
Που δε γεννήθηκαν ακόμη
Και πάντα κάτι περιμένουν
Σαν τον φαντάρο αλλαγή
Ματιές στις πόλεις που αραδιάζουν
Τραπέζια έξω και φωνές
Υποστολή σημαίας πρώτα
Κι ύστερα μένουνε βουβές
Πάμε μια βόλτα αλαμπρατσέτα
Καβάλα και Κομοτηνή
Λέω στη γοργόνα άμα ζει
Κι αυτή μου λέει πάντα μαζί
Πάντα μαζί
Ματιές στις πόλεις που γεννιούνται
Με φωτεινές επιγραφές
Κι ύστερα χάνονται τις νύχτες στις μοναξιάς τις μουσικές
Κρατώ στην τσέπη μου δυο λέξεις
Για να τις δώσω αμοιβή
Σ όποιον μου πει ποια είναι η πόλη
Που τρέμει μέσα στη βροχή
Πάμε μια βόλτα αλαμπρατσέτα
Καβάλα και Κομοτηνή
Λέω στη γοργόνα
άμα ζει
Κι αυτή μου λέει πάντα μαζί
Πάντα μαζί
Ματιές στις πόλεις που ανάβουν
Σα φαναράκια τις γιορτές
Κι ύστερα πάλι τρεμοσβήνουν
Και μεγαλώνουν οι σκιές
Ψάχνω να βρω το πρόσωπό σου
Μα δεν το βρίσκω πουθενά
Χάθηκε μέσα σε λιμάνια
Και καπνομάγαζα παλιά
Πάμε μια βόλτα αλαμπρατσέτα
Καβάλα και Κομοτηνή
Λέω στη γοργόνα άμα ζει
Κι αυτή μου λέει πάντα μαζί
Πάντα μαζί
λίγα γαρούφαλλα - Μάνος Λοϊζος - Nazim Hikmet
Λίγα γαρουφαλλα απομένουνε στις γλάστρες
στο κάμπο θα 'χουν κιόλας οργώσει τη γη
ριχνουν το σπόρο έχουν μαζέψει τις ελιές
Ολα 'τοιμάζονται για το χειμώνα
κι εγώ γεμάτος απ΄ την απουσία σου
φορτωμένος με την ανυπομονησία
των μεγάλων ταξιδιών
περιμένω σαν αγκυροβολημένο φορτηγό
μέσα στη προύσα
Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010
Κική Δημουλά περί έρωτος & αγάπης
O έρωτας δεν θέλει χρόνο, θέλει ταχύτητα..
Χρόνο θέλει αυτός ο μύθος της αγάπης, γιατί πρόκειται περι μύθου..
Η αγάπη είναι ένα θύμα του σωματέμπορα εγωισμού μας...
~ ~ ~
"οι άνθρωποι που εξηγούν τι είναι ο έρωτας και η αγάπη είναι μάλλον ανίκανοι και για τα δύο... " γράφει κάποιος που είδε το video,θυμιζοντάς μας το σύνθημα του Μάη του '68. "όποιος μιλάει για έρωτα, σκοτώνει τον έρωτα.. " ή κάπως έτσι..
Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2010
Η δύναμη του μυαλού... δια στόματος Δημουλά..
Ξέρετε τι τέρας είναι το μυαλό;
το μυαλό μπορεί να δημιουργήσει
το μυαλό είναι ένας θεός που δημιουργεί τον κόσμο απ την αρχή,
εναν αλλο κόσμο
αναπληρώνει ,
αντικαθιστά.
είναι φοβερό το τι κάνει ένα μυαλό
και πως παλεύει και τις στερήσεις..
και πως διορθώνει σαν τον μεγαλύτερο αισθητικο τις ασχήμιες και πως τις παρακάμπτει
είναι απίστευτο και πως κρατάει αυτά τα αφηνιασμένα και σπασμένα ινία της ελπίδας
γιατί, ενώ η λογική λέει "δεν υπάρχει ελπίδα βρε αδερφέ "
ναι αλλά ελπίζεις... μα είναι τρελό... υπάρχει ελπίδα;
Τησ Κικής Δημουλά...
Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010
Mάθημα σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία...(;)
Kύριε Παπαθανασίου, πότε θα μπει επιτέλους η Σεξουαλική Αγωγή στα σχολεία;
ΘΑΝΟΣ ΑΣΚΗΤΗΣ (Σεξολόγος)
Mακαριώτατε, να σας κάνουμε ένα είδος εξομολόγησης;
Ναι. Εγώ, ας πούμε, θέλω να μπω στο Πανεπιστήμιο και διαβάζω πολύ. Απ' την άλλη, μου αρέσει και το μπάσκετ. Δεν πάω, λοιπόν, για μπάσκετ κάθε μέρα -που θα ήθελα- αλλά κάθε βδομάδα. Ούτε ασυδοσία, ούτε στέρηση. Δεν είναι κάτι ανάλογο με τα ερωτικά;
(περιοδικό Schoolήκι, Μάιος 2002)