Παρασκευή 23 Ιουνίου 2023

απουσία. 

κι εγώ να προσπαθώ να πλάσω την εικόνα σου, 

ακαθόριστη, δίχως χαρακτηριστικά

μόνο μεγάλα χέρια, παλάμες δεκτικές, 

που ξέρουν τα χαιδεύουν

- εγώ που εδώ και χρόνια ταιζω με τα χέρια μου θηρία και με δαγκώνουν- . 

Αλαβάτρινο δέρμα ακαθόριστου χρώματος, 

ερωτική φιγούρα ακαθόριστης μορφής, 

συγκεκχυμένες εικόνες εραστών. 

Απόλυτες μορφές, ιδανικές, αγαπημένες. 

Το μυαλό είναι ανίκανο να ξυπνήσει το σώμα. 

Το μυαλό προχωράει μπροστά, 

και το σώμα αντιδράει: 

Πρόσεχε, μου λέει, εγώ δεν ενδίδω. 

Το σώμα μου με προδίδει, 

άλλη μία φορά, 

όπως άλλες τόσες φορές. 

Το ένστικτο δε συνεργάζεται με τη λογική. 

 

Οι μνήμες μου με βασανίζουν, 

ξεπετιούνται μία μία, 

να με βασανίσουν

θυμίζοντας μου τα ευτυχισμένα υγρά μεσημέρια του καλοκαιριου. 

Ησυχία απόλυτη στο χωριο, ο άερας τυλίγει το σώμα, 

και μέσα μου εσύ, σαν θεός, σαν αιωνιότητα, 

στιγμές πληρότητας. 

Βοήθεια, θεέ μου, τι ζήσαμε ; 

Ζήσαμε το απόλυτο και δεν γίνεται να ζήσουμε χλιαρά αισθήματα. 

 

Ατιμο σώμα, 

με βασανίζεις, 

δε ξεχνάς. 

Επιμένεις να θυμάσαι τους εύρωστους πανέμορφους άντρες. 

 

Θυσιάζω τα νιάτα μου στο βωμό μιας σωματικής ομορφιάς. 

Πόσο  κενή μπορεί να είμαι ; 

Αλλά ούτε ωχρυώ, ούτε και ντρέπομαι. 

Ο έρωτας γεννιέται μέσα στο Ωραίο. 

 

Να φιλήσω τα χέρια του, τους ώμους του, 

να κυλήσω στο λαιμό του σα σταγόνα βροχής, 

να γευτώ το σώμα σου 

και να σου περοσφέρω το δικό μου

βορρά στα θηρία- αφού θηρίο θα σαι και θα με κατασπαράξεις. 

Ο,τι ερωτευτήκα πάντα με σκότωνε. 

Οι αδυναμίες πληρώνονται.

Πάντα. 

Με αίμα. 

Ακριβά. 

 

Με τυλίγει μία ζεστή ατμόσφαιρα, 

έχω το διάολο μέσα μου, 

την ερωτική μου φύση

πώς να την καθυποτάξω στο βωμό της λογικής ; 

 

Κι εκείνος έρχεται φορτωμένος αγάπη...

κι εγώ φευγάτη στις ερωτικές μου αναμνήσεις, 

απούσα, χαμένη στο παρελθόν, 

αναμένοντας ένα μέλλον που δεν έρχεται. 

Αχ οι ωραίοι δυνατοί εραστές, 

μέχρι το μεδούλι μου εισχώρησαν

και με καταστρέφει η ανάμνηση τους 

λίγο λίγο, 

αργά και βασανιστικά. 

Αναμένω μία ομορφιά, 

να ξυπνήσει τα σώθικα μου, 

να μου δώσει την εντολή να καώ. 

 

Θεε μου, μη με σώσεις. 

Δώσε μου μια ομορφιά

κι ας καταστραφώ. 

Δεν με νοιάζει. 

Αλλά ένα βράδυ δεν μ άρκεί. 

Θέλω μία ζωή. 

Μη μ αφήνεις άλλο, Θεε μου, σύξυλη, 

συμβιβασμένη. 

Ξύπνα με. 

Επιτέλους. 

Γιατί με εκδικείσαι ; 

τα χω πληρώσει όλα με το παραπάνω.  

Πεινάει το σώμα, ηδονικά ζητάει ένα άλλο σώμα, 

ικανό να με ταξιδεύει σε έναν άλλον κόσμο, 

πέρα απ τη λογική, 

μακριά από όλους. 

Μόνο τα δύο σώματα μας, 

μοναχικοί λύκοι σε έρημο νησί. 

Απουσία. 

Κι εγώ εδώ : 

Λιμοκτονώ.