Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2020

 τι μας έκαναν άραγε τόσες θλίψεις αν όχι μόνο κακό ; 

τουλάχιστον ωρισαμε. 

Φτάνει πια να πενθούμε για έναν έρωτα. 

Φτάνει πια να χανόμαστε στο έρεβος της αναπόλησης, 

αρκούν πια οι τόσες ματαιωμένες προσδοκίες. 

τώρα θέλουμε μόνο φως να μπαίνει από παντού. 

όχι άλλες βροχές, όχι άλλες καταιγίδες. 

και κάθε φορά αυτό λέμε, 

και κάθε φορά αυτοεξαπατώμαστε από ένα ζευγάρι μάτια. 

Αλλά τι ωφελεί αναρωτιέμαι τόσος πόνος ; 

Πού βγάζει αλήθεια ο κατήφορος αυτός ; 

Σάββατο 6 Ιουνίου 2020

λύπη είναι να 'σαι μοιραία γυναίκα,
και να μη σ αφήνουν να δοθείς.
να μη το πιστεύουν,
συνεχώς από ανασφάλεια και μόνο να σε αμφισβητούν,
και κάπως έτσι κανείς δεν σε κερδίζει.
Πάλι σκάκι με τον εαυτό σου έπαιξες,
πάλι μόνη με τις πληγές σου,
πάλι μόνη με φίλες να μπεκροπίνεις,
να χαζοσυζητάς,
για τον υποτιθέμενο μοιραίο άντρα,
που δεν υπάρχει... αληθινά, πουθενά.

Κουράστηκα. 

Τρίτη 7 Απριλίου 2020

Δευτέρα παρουσία

 Εισαγωγή:
Εκείνο το βράδυ ήμουν τελείως μεθυσμένη και φαντάστηκα ότι πέθαινα. Λένε πως όταν πεθαίνεις περνάνε μπροστά από τα μάτια σου οι πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής σου. Εμένα οι πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου ήταν αυτές που πέρασα μαζί σου. Μετέπειτα ξεμέθυσα και αντιλήφθηκα αυτό που πάντα ήξερα: Οτι δεν θα έρθεις ξανά και κάπως έτσι προέκυψαν οι παρακάτω λέξεις.


"Τούτο μου έστι το σώμα", ελεγε ο παππάς...
" τούτο μου έστι το σώμα και το αίμα", επανέλαβε με στόμφο
κι οι πιστοί σε μία ουρά να λάβουν θεία κοινωνία.

Ανέμενα στην ουρά κι εγώ ένα νούμερο μέσα στους πολλούς,
ούτε εγώ υπήρχα.
δεν ήμουν τίποτα,
έχασα την υποστασή μου.
Το σώμα μου νεκροταφείο αναμνήσεων.

ους ει και εις χους απελευσει" ...
Χώμα έγινα,
και έπλευσα σε ωκεανούς πόνου
και αποδήμησα εις κύριον,
αλλά άλλην έγνοια δεν είχα παρά μόνο εσέ.
Εσένα που ήσουν ζωογόνα ύπαρξη,
φουρτουνιασμένη θάλασσα,
χρώμα κόκκινο,
φιλί μεθυστικο,
λέξη μου τρισύλλαβη
"Σ' αγαπω",
ο κόσμος μου.
Τώρα χώμα,
σαν εμένα.

Σε οικτίρω,
σε ζητάω,
ακόμα και στο επόμενο σύμπαν.
Αλλά ο πιστός απουσιάζει.
Άλγους απουσία.
Δευτέρα παρουσία δεν υπάρχει.

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020

Ματαίωση

Ξέχειλη η ζωή επάνω μου,
σαν εκείνο το ζωογόνο ποίημα που έγραφε το κορμί σου στο δικό μου.
Σε κουβαλάω.
Σε λαχτάρισα μία νύχτα,
κι ύστερα χάθηκες,
αόριστα στο δράμα σου.
Ας είναι.
φτάνει μια νύχτα μόνο,
για να συναντηθώ με το φως και το σκοτάδι σου ;
Δε φτάνει.
Ας είναι.
Τουλάχιστον κάτι μου στοίχισες:
το βάρος σου στη μάζα μου. 

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

Πυροπολημένοι

"Κοιτάχτε μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ' το πλήθος.
Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ' αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο όταν του
μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια."
Τάκης Σινόπουλος, Ο Καιόμενος

Καήκαμε από τα πάθη μας κι από τα λάθη μας. Πυρπολήθηκαμε από τους επικίνδυνους εραστές. Καταστραφήκαμε από τα ζωογόνα πάθη. Όλοι εμείς οι ανύμφευτοι. Όλοι εμείς οι αντισυμβατικοί, καταστρέψαμε το είναι μας από την μεγάλη επιθυμία. Πού τελειώνει άραγε η επιθυμία ; Πού είναι το σημείο μηδέν του πόθου ; Πότε σταματάς να αντέχεις τη κλινοπάλη ;

Κι ύστερα είναι κι εκείνοι που κατέστρεψαν τις ζωές τους, τις πέταξαν με μίας στο καιάδα συνάπτοντας μία ετεροβαρή σύμβαση, αυτή του γάμου. Πέταξαν τα πάθη στο καλάθι των αχρήστων, νέκρωσαν το σώμα τους, έθαψαν μία για πάντα τους πόθους τους στο ασυνείδητο και έζησαν μία ζωή φορώντας ένα σακάκι που πολύ, μα πάρα πολύ τους στένευε.

Κι ύστερα είναι και οι πυρπολημένες ιδέες, κατέβασε από το βάθρο του τον Μαρξ, τον ξέσκισε η μαμά Ρωσία, βαθιά τον ταπείνωσε με τις απαγορεύσεις της και την ηθικοχριστιανική ηθική της. Ξεσκισμένες ιδέες τα όνειρα μας. Το τσιγκέλι κρατά ακόμα τα κεφάλια των κρεμασμένων του Στάλιν.... Κι οι άλλοι από μακριά να χειροκροτούνε... 


Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2020

Σκότος ;

Αν είσαι φως, γίνε φως και τύλιξε με, κι αν είσαι σκοτάδι πάρε με μαζί σου στα έγκατα του σκότους, σκεφτόμουν πριν καν τον γνωρίσω καλά καλά.  Πάντως έστω προκαλεσε πάνω μου μία αντανακλαση σου. Βρες κάποιον τρόπο να με συγκλονίσεις, είτε με την απελπισία σου είτε με την αισιοδοξία σο. Δώσε μου ο,τι έχεις, όλα δεκτά είναι.... Παρά να μένει κανείς στο τίποτα, σκέφτομαι, στο απόλυτο κενό, καλύτερα να φωτίζεται ή να κατεβαίνει με χίλιους τρόπους στον Αδη.  Ονομα τρισύλαβο, σκέφτομαι, και δεν μου έχει ξανατύχει άντρας με τρισύλαβο όνομα, απ όσους τουλάχιστον πρόχειρα μπορώ να φέρω στο μυαλό μου. Μεγάλο όνομα, λαικό, βαρύ, αντρικό, όπως αυτός. Το σκοτάδι του με προκαλεί. Εχει μια αρρενωπότητα φαίνεται το σκότος, μία δυναμική, ένα μυστήριο, που θελεις να το ανακαλύψεις. Βαρκούλα είμαι, βάρκα το σώμα μου σε ωκεανούς.. Ναι, ταξιδεψε με, αν μπορείς... 

Εκείνος ο πρώτος γλυκός και μεγάλος έρωτας έμοιαζε να είναι φως, και ήταν φως. Ζούσε λουσμένος στην χαρά, στον πλανήτη που δεν δοκίμαζε καμία βαριά θλίψη, καμία υπαρξιακή αγωνία: Ηξερε ότι απλώς και μόνο υπήρχε, χωρίς να ανησυχεί για το σκοπό της ύπαρξης του. Οι ηδονές του κορμιού του αρκούσαν για να είναι ευτυχισμένος. Ίσως μέσα του βαθιά να ένιωθε μία συμπόνια για μένα, αλλά ακόμα και τώρα δεν είμαι σίγουρη. Πάντως ακόμα και αν ένιωσε συμπόνια, κατάφερε εύκολα σχετικά να την παρακάμψει και να πάει παρακάτω, μπλέκοντας στα δίχτυα του την επόμενη γυναίκα της αρεσκείας του. Ετούτος εδώ που έχω μπροστά μου ο τόσο γήινος και ο τόσο βαθύς, ο τόσο οργισμένος, ο τόσο κατά βάθος ευάλωτος, τι μπορεί να είναι ; Είναι οργή, είναι θυμός, είναι σκοτάδι, είναι φωτιά που σε καταπίνει. Πάντως σίγουρα είναι άνθρωπος των άκρων, σίγουρα είναι άνθρωπος του πάθους και αυτό και μόνο αρκεί για να αρέσει σε μία γυναίκα, που τα ζει όλα στον υπερθετικό. 

Διακατέχεται από μία φυγή. Θέλει να φεύγει. Αναχωρητής από τον κόσμο τούτο. Κουβέντες λίγες, σκέφτομαι, κι αυτές μόνο με εκείνους που πιστεύει ότι είναι όμοιοι του. Δεν τον ανεβάζω στο βάθρο του, γιατί δεν του πρέπει και γιατί δεν ήρθε ακόμα η ώρα, μίας κι ο έρωτας ακόμα δεν έχει γεννηθεί και αμφιβάλλω για τον αν μπορεί να προκαλέσει έρωτα. Σίγουρα μπορεί να προκαλεί όμως πάθη. Σίγουρα δεν μου εμνέει τρυφερότητα, ούτε γυναικεία εαυσθησία, μα μία γεννετήσια ορμή, που με κάνει να θέλω να του δοθώ εδώ και τώρα. Το βλέμμα σκοτεινό, σκούρα μάτια, μικρά, έξυπνα, και βλέμμα σπινθηροβόλο. Εστω. Ας είναι. Δεν έχει εκείνο το βλέμμα του νεκρού, δεν έχει εκείνο το βλέμμα της πρώτης μου αγάπης, που ήταν γεμάτο καλοσύνη. Τούτος εδώ έχει εκείνο το βλέμμα το εξουσιαστικό, το κυνικό, ένα βλέμμα που σε καθηλώνει, σε τρομάζει, αλλά σε κάνει να τον ποθείς κιόλας. 

Οταν οι κρίνοι θα ανθίσουν, την άνοιξη, θα εμφανιστώ ξανά. Τώρα χειμώνας είναι. Τώρα θέλει απουσία. Απουσία για να εκτιμηθεί κάποτε η παρουσία μου. Γυναικεία τερτίπια θα μου πεις. Οχι μόνο. Γυναικεία εξυπνάδα. Αφαιρείς την διαθεσιμότητα σου, για να μη πάψεις να είσαι ποθητή. Οταν γίνεις πλέον σίγουρη, σ ένα παιχνίδι ερωτικό, που αρχίζει όμορφα, παύεις να είσαι πια ακριβοθόρητη. Χάνεις τη σπάνιοτητα σου. Εξάλλου λαμβάνοντας τις αποστάσεις σου, καταλβαίνεις κι εσύ αν και πόσο τον ποθείς. Σημασία έχει να του λείψω. 
Αλλά θα του λείψω ; 

Ο χρόνος που πάντα αποδεικνύει τις προθέσεις των ανθρώπων, θα δείξει. Μα, να, αν είσαι σκοτάδι, πάρε με μαζί σου στο βασίλειο του σκότους. Μη μ αφήσει μ ένα πάθος μηδέν, μόνο, γιατί αυτό δεν θα μπορέσω πάλι να το χωνέψω. Οχι άλλες ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Οχι άλλα σκόρπια θέλω στο τραπέζι. Μαζεύτηκαν πολλά.

Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2020

Αιρετικό

Και για να έχουμε καλό ρώτημα " τι δουλειά έχεις εσύ μ' αυτόν ;" διερωτόταν συνεχώς και αδιαλείπτως μέσα της, και είναι αλήθεια  ότι δεν μπορούσε να βρει απάντηση. Εκείνη ενσάρκωνε την καλή περίπτωση νύφης: Είχε εκείνο το προφίλ του καλού παιδιού, του ηθικού στοιχείου, που υποτίθεται ότι δεν παρεκτρέπεται, που υποτίθεται ότι ξέρει πολύ καλά τι θέλει. Ελεύθερη επαγγελματίας, με δική της επιχείρηση στα σκαριά, εμφανίσιμη, με περιουσία, και από καλή οικογένεια, που ουδέποτε έδωσε αφορμές για κοινωνικά σχόλια. Ευυπόληπτοι γονείς, που ήθελαν το καλύτερο για την κόρη τους, την γέμισαν ενοχές, και της έμαθαν ότι πρέπει να αναζητήσει μία σχέση με σκοπό τη μονιμότητα. 
Εκείνος πάλι ουδεμία σχέση είχε με όλα αυτά. Καταγόταν από μία οικογένεια, που κατά καιρούς είχε δώσει πολλές αφορμές, με περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, με ένα σωρό παράλληλες σχέσεις, ένα σωρό κραυγαλέους έρωτες, και μία μεγάλη και ανεπανόρθωτη οικονομική καταστροφή. . "Διαλυμένες οικογένειες, της είπαν, τι ψάχνεις ; Τι βιώματα έχουν , άραγε, και τα παιδιά ; " Εκείνος προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια του ξανά, να σβήσει τα λάθη του παρελθόντος, αλλά του είχαν μείνει κάποια κουσούρια. Είχε μία ροπή στις καταχρήσεις, και στην αλητεία, έμπλεκε σε καυγάδες και σε ξύλο συχνά πυκνά. Είχε ένα σωρό ερωμένες στο παρελθόν, ένα σωρό έρωτες να θυμάται. Επαγγελματίας καρδιοκατακτητής, επαγγελματίας αρσενικό. Ενσάρκωνε το αρχέτυπο του ανδρισμού κατά κάποιον τρόπο: Έπινε και κάπνιζε, ήξερε πολεμικές τέχνες, δούλευε μεροκάματο από τα δέκα, κυρίως στην εστίαση. Είχε ξαναστήσει εκείνο το άλλοτε πετυχημένο μαγαζί των γονέων του, που το δούλευε σεζόν, ενώ το χειμώνα έβγαζε το μεροκάματο του. 
Φαινόταν αλιτήριος αυτός, εκείνη φαινόταν ένα καλό κορίτσι. Το φαίνεσθαι και των δύο ερχόταν σε σύγκριση. Ο κόσμος για τον Παρμενίδη ήταν ζεύγη αντίθετων. Κι οι δύο τους αντίθετοι, ασύμβατοι μεταξύ τους. Σαν ένα σενάριο ταινίας χιλιοπαιγμένο, καμία κοινοτοπία: η αρχόντισσα και ο αλήτης. Υπήρχε όμως ένα εξόφθαλμο σημείο συνάντησης τους, που το ανακάλυψαν μία ημέρα, που εκείνη είχε πάει στο μαγαζί που δουλεύει, και ήταν αμέριμνη και ήρεμη σχεδόν: Λάτρευαν τη λογοτεχνία, μίλησαν για τις ώρες για τους αγαπημένους τους συγγραφείς, σκιαγράφησαν μαζί ήρωες, είχαν περίπου μία ίδια ποιητική αντίληψη της πραγματικότητας. Είχαν κι ένα άλλο σημείο επαφής: ιδια πολιτική τοποθέτηση. Ενθουσιασμένη έφυγε εκείνη την ημέρα από το μαγαζί. Και τρομαγμένη. Τρόμαξε που έκανε τόσο όμορφη κουβέντα μαζί του. Πάντα αυτοί που μας γοητεύουν μας τρομάζουν. Αν ήταν αλλιώς πώς τα πράγματα, αν εκείνος δεν είχε πίσω του την οικογένεια του, αν δεν ήταν λίγο αλήτης, τότε ίσως δεν θα τρόμαζε τόσο, αλλά θα ενέδιδε ευκολότερα στο εμφανές φλερτάρισμα του. Οχι, πώς τώρα δεν ενδίδει. Τα μάτια της τον κοιτάνε με εκείνο το βλέμμα που τα λέει όλα και που είναι αυθάδες: "Πάρε με τώρα", του έλεγε με όλο της το είναι. Σε προστακτική έγκληση. Μόνο προστακτική ταιριάζει στα πάθη. Κι εκείνου το  βλέμμα έλεγε : "Θα σε δέσω και θα σε πηδάω ώρες" και ας της μιλούσε για τον Κρισναμούρτι. 
Το καλό κορίτσι... Το προφίλ που είχαν δημιουργήσει οι άλλοι ερήμην της, μετά από δέκα χρόνια απουσίας από την επαρχία, όπου πέρασε τα παιδικά της χρόνια, και που την καταπίεζε αφόρητα και που την έκανε να ασφυκτιά.  Ήταν μία προοδευτική νέα γυναίκα, που για τα δεδομένα της επαρχίας που ζούσε, έφερε μέσα της επαναστατικές ιδέες, επαναστατική στάση ζωής. Ήταν μία νέα γυναίκα που με το κόκκινο σχεδόν πάντα κραγιόν της, προκαλούσε διακριτικά εκείνον που ήθελε. Ήταν μία γυναίκα που δεν μπορούσε να αντιληφθεί το σώμα της χωρίς να κάνει έρωτα με κάποιον. Το σώμα της, τόσο ατελές, μα τόσο ζωντανό, και έτοιμο να δεχτεί τον ανδρισμό του κάθε άντρα που την τρέλαινε, μέσα του και πάνω του. Και αποζητούσε απεγνωσμένα και κολασμένα το βάρος αυτό: το βάρος της ύπαρξης του άλλου, που ορμάει μέσα σου, και σε κατασπαράζει, με την άδεια σου φυσικά. Ζούσε πάντα με γνώμονα τον έρωτα, με γνώμονα το σωματικό έρωτα, που έκανε το σώμα της ευτυχισμένο. Ήθελε να γευτεί ένα ξένο σώμα, το σώμα του, να το χορτάσει. " Ευαγγέλιο σε δικαστήριο το σώμα σου"  Ήθελε να αποθεώσει το δικό του σώμα, να χαθεί μέσα σε αυτό, να το ευχαριστηθεί, να το χορτάσει. Ένιωθε τόσο πεινασμένη για αγάπη. Μία ακόρεστη καύλα για πάρτη του. Για πάρτη του ίσως να ήθελε να πέσει και στη φωτιά.
Και ύστερα κατακλύστηκε από την ενοχή. Από μία μικροαστική, καθαρά μολυσμένη νοοτροπία, που την σκότωνε, που την έκανε να τον τρομάζει, να μελαγχολεί. Τι θα είχε να πει η μάνα της και ο πατέρας της και ο κόσμος ; Και η τοπική κοινωνία ; Τι δουλειά είχε αυτή μ αυτόν ; Αυτή η νοοτροπία αυτή ήταν ο λόγος του αυτοεξορισμού της στην πρωτεύουσα εδώ και τόσα χρόνια. Είχε γυρίσει αποφασισμένη ότι δεν θα πέσει σε αυτήν την παγίδα των ενοχών και από την άλλη δεν τόλμαγε να προχωρήσει. Σκεφτόταν από την μία ότι θα την κακολογήσουν, σκεφτόταν την μάνα της, που έτσι και την έβλεπε με αυτόν, θα έκλαιγε, θα μάτωνε, θα της ματαίωνε τα σχέδια που είχε κάνει η ίδια για την κόρη της. " Να βρει ένα καλό παιδί, να κάνει μία καλή οικογένεια" . Βέβαια ως έντιμη κόρη της είχε εξηγήσει ότι κατά τη γνώμη της δεν επιλέγουμε ποιόν θα ερωτευτούμε και ότι όλη αυτή η μαγεία είναι τυχαία, και η μάνα της συμφώνησε. Αλλά μάλλον μόνο στα λόγια συμφώνησε. Ο αδερφός της είχε πει γι αυτόν: Είναι η κλασική περίπτωση αλήτη με την κακή έννοια. Πώς θα πρόδιδε όλους αυτούς ; Πώς θα έμπλεκε με έναν τέτοιον άνθρωπο, διόλου αποδεκτό από το κοινωνικό περιβάλλον ; 

Το κοινωνικό περιβάλλον: Γέροι στα καφενεία, που έζησαν όπως θέλησαν τα νεανικά τους χρόνια, καθώς η γυναίκα δεν είχε το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Κεράτωναν τις γυναίκες τους στα κρυφά, και κάποτε και στα φανερά, μα εκείνες δεν έλεγαν να τους εγκαταλείψουν, καθώς δεν είχαν πόρους να ζήσουν. Το κοινωνικό περιβάλλον: Γυναίκες υποταγμένες στον άντρα τους, που αναρωτιέται, αν είχαν ποτέ κάποιον οργασμό. Τίμιες γυναίκες που συμβιβάστηκαν με κάποιον που διάλεξε ο πατέρας τους για εκείνες, τίμιες γυναίκες που δεν σήκωσαν ποτέ κεφάλι, μόνο ευνούχισαν τους γιούς τους, καθώς οι σύζυγοι ήταν ανεπαρκείς και έτσι όλος ο υστερικός πόθος για το αντρικό φύλλο μεταβιβάστηκε σε μία εξάρτηση από το άλλο αντρικό μέλος της οικογένειας: το γιο. Κι ύστερα ο γιος ευνουχίστηκε. Έμεινε δίχως ίχνος ανδρισμού, φοβήθηκε ήδη τις γυναίκες εξ αιτίας της μάνας του, ύστερα αγιοποίησε τη σύζυγο του, και σταμάτησε να της κάνει κρεβάτι. Η γυναίκα μου είναι για το σπίτι, σκέφτηκε, και μόνο η γκόμενα μου που είναι άτιμη γυναίκα είναι για το κρεβάτι. Ύστερα βγήκε στο καφενείο και διέσυρε τη γκόμενα του ή λίγο καλύτερα τη διέσυραν οι άλλοι άντρες που την είχαν πάρει και εκείνη, κι αυτός αποσβολωμένος συμφωνούσε και ουδέποτε την υπερασπίστηκε. Παντελόνια, λοιπόν, τέλος. Μόνο φούστες κατά βάθος του ταίριαζαν, αλλά δυστυχώς αυτοί οι τύποι φοράνε ακόμα παντελόνια. Υστερα ήρθαν κι οι άλλες γυναίκες, οι μη τίμιες, που απάτησαν τον άντρα τους, επειδή εκείνος τους άφησε τέτοια περιθώρια. Τον απάτησαν ανοιχτά. Ένα ωραίο πρωί άνοιξαν την πόρτα και εξαφανίστηκαν με τον εραστή τους. Ουδεμία υπόληψη στην κοινωνία δεν απολαμβάνουν, δακτυλοδεικτούμενες, περιθωριακές και φοβερά μισητές ειδικά από τις άλλες τις τίμιες γυναίκες, εκείνες που κατά βάθος τις ζηλεύουν, διότι εκείνες δεν ένιωσαν ποτέ τι θα πει ευτυχισμένο σώμα. Θα μου πείτε: Μα πού ζούμε ; Στο μεσαίωνα ; Σε ποιο χωριό υπάρχουν ακόμα τέτοιες αντιλήψεις ; Νέοι άνθρωποι δεν υπάρχουν ; 
Υπάρχουν και νέοι άνθρωποι: Αυτοί που είναι πετυχημένοι ελεύθεροι επαγγελματίες, αυτοί που είναι του επιπέδου της ηρωίδας μας, και θα ήταν καλοί γαμπροί για εκείνοι. Ταιριαστοί. Είναι αυτοί που αναζητούν μία επίσης καλή κοπέλα, που θα τη πηδάνε μία φορά το μήνα. ύστερα ενοχικά θα βλέπουν ταινίες πορνό, και δεν θα έχουν το σθένος να το ζητήσουν αυτό στη σχέση τους. Είναι αυτοί που θα ζήσουν διψασμένοι για ηδονές, καταπιεσμένοι, αλλά δεν θα έχουν ουδεμία κοινωνική ρετσινιά. Θα απολαμβάνουν την έξωθεν καλή μαρτυρία και θα το πληρώσουν πολύ ακριβά: Χωρίς να μυρίσουν το καρπό της ηδονής, χωρίς να λερωθούν από τον βρώμικο έρωτα. Το πολύ πολύ να πάνε σε κάνα μπορντέλο ή σε καμία παντρεμένη από αυτές που το νησί κακολογεί από αυτές τις εύκολες και να αδειάσουν τον εαυτό τους. Αλλά ποτέ μα ποτέ δεν θα νιώσουν τι θαύμα είναι να γαμάς από έρωτα. 
Κι όλοι αυτοί, σκέφτηκε, θα με κάνουν εμένα καλά ; Κι όλοι αυτοί θα με βάλλουν εμένα στο καλούπι τους ; Δεν πρέπει το καλούπι αυτό να σπάσει ; Δεν πρέπει να καταβαραθρωθεί ; Όλοι αυτοί, οι ηθικοχριστιανοι, οι καταπιεσμένοι, οι υστερικοί από την έλλειψη σεξ, όλοι αυτοί που ζηλεύουν την αυτονομία μου, όλοι αυτοί που θα βιαστούν να με σταυρώσουν σαν τον Χριστό σε τι διαφέρουν από τον Πόντιο Πιλάτο ; Σε τι διαφέρουν από την καθυστυκύια τάξη που καταδίκασε έτσι έναν Χριστό, έναν επαναστάτη με αιτία ; Σε τίποτα δεν διαφέρουν, μα έχουν την εξουσία. Είναι η κοινή γνώμη. Είναι αυτοί οι δικαστές. Είναι αυτοί οι παντογνώστες. Είναι αυτοί που πρέπει να στείλω στο διάολο, είπε, και μία φωνή μέσα της της υπενθύμισε ότι φοβάται, ότι τρέμει, ότι πάλι ανοίγει πόλεμος... Πατήρ πάντων πόλεμος, κοριτσάκι. " Έχεις να κλάψεις πολύ μεχρι να μάθεις τον κόσμο να γελάει" . Μοναχική, επαναστατημένη, προβληματισμένη, ευαίσθητη, ποιητική μου ύπαρξη, παρηγόρησε τον εαυτό της, άσε το χρόνο να σου πει και άσε και τον τύπο αυτόν να σου δώσει όπλα για να τον ερωτευτείς, κι ύστερα πολέμα. Με τη φωτιά με τα θεριά, με το τσεκούρι, κόψε τους τη γλώσσα, κάψε τις ενοχές σου σε μία ιερά πανήγυρις και κάλεσε και τον παπά στην εξώδιο ακολουθία. Στα τσακίδια όλα. Ας μην είσαι καλό κορίτσι. Αλλά ας έχεις ένα ευχαριστημένο σώμα. Κι αν είναι να φας τα μούτρα σου, τουλάχιστον μέτρα αν αξίζει να πληγωθείς. Βαραίνει αυτός για σένα ; Μόνο ό,τι βαραίνει έχει αξία. Ο,τι σε συγκλονίζει. Αλήθεια σε συγκλονίζει ; 

Μωρό μου, έλα το βράδυ, τα μεσάνυχτα, αθόρυβα, να χαμηλώσω τα φώτα της παιδικής μου κάμαρας, πάτα ελαφρά να μη σ ακούσουν. Ελα ένα βράδυ στη παιδική μου κάμαρα και εγώ θα διώξω για ακόμα μία φορά τις ενοχές μου, και φρόντισε να μου προσφέρεις ανόθευτο τον έρωτα σου και το ανεξάντλητο ευατό σου. Ελα να κάνουμε έρωτα πολλές φορές, να πέσουμε κατάκοποι στο κρεβάτι, μετά από βρωμόλογα, ερωτόλογα, δάκρυα, μύξες, αύθονο ξοδεμένο σπέρμα, αύθονο ιδρώτα που θα τρέχει από τα σώματα μας, ένδειξη της προηγούμενης κλινοπάλης. Ελα να κάνουμε έρωτα, έλα να μου δώσεις το ελιξίριο της αθανασίας, έλα κάνε με αθάνατη, κι αν αξίζεις, μωρό μου, στα τσακίδια όλοι.

Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

Monolog

Ηρθαν κι άλλοι, επόμενοι, πολλοί, όλοι καλογυαλισμένοι, όλοι υποθετικά όμορφοι. Ολοι μικροαστοί. Ολοι καλές περιπτώσεις, που άλλες στη θέση της, θα ήθελαν να έχουν δίπλα τους. Αντρες που αναζητούσαν τη συντροφικότητα. Μικροαστοί. Ευλογημένοι μικροαστοί. Ποτέ δεν ερωτεύονται. Ποτέ δεν επαναστατούν. Προσωπικότητα του μικροαστού: Μία συνεχόμενη πορεία με τη μάζι, μία αέναη προσαρμογή στις επιταγές της ηθικής της κάθε εποχής, μία δήθεν ελευθεριότητα, μία δήθεν μόρφωση. Οι  μικροαστοί. Μηδενική προσωπικότητα. Μηδενικό πάθος. " Ολα με μέτρο" λένε, μαχαιρώντας την αρχαία φράση... Κατεπίφαση μόρφωση των μικροαστών. Μεγαλοστομίες και τα τοιαύτα. Ποτέ δεν γίνονται ευάλωττοι οι μικροαστοί.

Κάποιος σε έχει πληγώσει, μου είπε. Όλους κάποιος μας έχει πληγώσει, είπα, το παιχνίδι έτσι παίζεται, εκτός κι αν δεν θες να ζήσεις. Προφανώς αυτόν δεν τον πλήγωσε καμία. Είναι ανίκανος για τέτοιες συγκινήσεις.

Οσο περισσότερους γνωρίζω, τόσο περισσότερο έχω την ανάγκη να επιστρέψω σ εκείνο το αρχέγονο πάθος. Οσο περισσότερους γνωρίζω, τόσο περισσότερο απογοητεύομαι, τόσο περισσότερο αρχίζω να πιστεύω ότι αναζητω κάτι τόσο δυσεύρετο: τον πολυπόθητο έρωτα.Χάνομαι στα επίγεια. Η καθημερινότητα με σκοτώνει. Ωρες ώρες δεν μπορώ να αντιμετωπίσω την παραγματικότητα, που είναι πεζή, δύσκολη, δίχως ίχνος αστερόσκονης, δίχως ίχνος συναισθήματος. Λείπει πολύ ένα συναίσθημα από τη ζωή μου. Εδώ και καιρό το κυρίαρχο συναίσθημα μου είναι ο θυμός, η οργή, το αίσθημα αδικίας, η αίσθηση ότι δεν θέλω να ανήκω σε κανέναν. Είμαι έτοιμη για όλους αυτούς τους ανάξιους, που με πλησιάσαν. Είμαι έτοιμη να τους κόψω τα πόδια. Να φύγω σαν αγρίμι μακριά, ακόμα πιο μακριά. Αφηστε με. Δυσκολεύομαι να λέω όχι. Δεν θέλω να απορρίπτω. Δεν θέλω να στεναχωρώ. Δεν θέλω να περιφρονώ. Θυμός, οργή, που μεταλάσσεται σε απογοήτευση, σε γοερό κλάμα. Δεν μπορούσα να κλάψω τόσα χρόνια. Ισως να γιατρεύομαι σκέφτομαι. Λυτρωτικά δάκρυα. Το νερό παράγει ζωή. Μόνο το νερό μας σώνει: τα δάκρυα μας ξαλαφρώνουν, ο ιδρώτας μας κρατά υγιεις, το αίμα μας γεννάει. Υγρα στοιχεία όλα. Ευλογημένα νερά των οργασμών.
Η έλλειψη ενός αντρικού σώματος ώρες ώρες με σκοτώνει. Αλλά δεν είναι η σάρκα. Δεν είναι μόνο αυτό. Είναι η έλλειψη έρωτα που με αφήνει ώρες ώρες αποσβολωμένη, κομματιασμένη. Μέσα μου χιλιάδες θρύψαλα η καρδιά. Ξυπνησα χθες βράδυ και έκλαψα στον ύπνο μου. Δεν ήξερα γιατί. Πονούσα. Πονάω. Και θες μία αγκαλιά . Θέλω μία αγκαλιά. Εγώ το αγρίμι- κούνια που σας κούναγε. - Θέλω μία αγκαλιά, όπως η δική σου, να με ηρεμήσει, να νιώσω ότι στα χέρια αυτά είμαι ασφαλής, να νιώσω την πληρότητα της στιγμής. Οχι, δεν θέλω μία οποιαδήποτε αγκαλιά. Μία οποιαδήποτε αγκαλία μόνο με θυμώνει, με απογοητεύει, με στεναχωρεί, με κάνει να ξεσπάω σε επαναληπτικό κλάμα, με κάνει να ντρέπομαι για λογαριασμό μου.

Συμβιβασμοί για να μην μείνεις μόνη. Κοντεύεις 35. Σε δέκα χρόνιας ίσως να μην μπορείς να κάνεις παιδιά. Ε και ; Αν είναι να κάνεις παιδιά , τουλάχιστον κάντα από έρωτα. Θα μου πεις ότι εξιδανεύω τον έρωτα. Ζητάμε πολλά από τον έρωτα, λεει ο Μπρυκνέρ. Σίγουρα. Αλλά μία μέτρια ζωή, με μέτρια αισθήματα, τι νόημα έχει ; .

Τηλέφωνα. ντριν. Ντριν. Υποφέρω. Επαγγελματικά τηλέφωνα. Δεν μπορώ να το διαχειριστώ. Είμαι αδύναμη. Ισως είμαι τεμπέλα. Ισως πάλι είμαι δειλή και δεν θέλω να αντιμετωπίζω κατά πρόσωπο τη δυσκολία. Δεν ξέρω πια τι είμαι. Φτάνουν οι ενοχές. Αυτομαστίγωμα τέλος. Είναι κι αυτός. Ο μικροαστός. Δεν θέλω να του απαντήσω. Δεν με ενδιαφέρει. Δεν έχει να πει τίποτα μαζί μου. Τον βαριέμαι. Δεν θα απαντήσω. Τηλεφωνο δεύτερο. Πολλά τηλέφωνα απανωτά σήμερα. Ετσι γίνεται όλες τις ημέρες που δεν αντέχει να εργαστείς, έτσι γίνεται όλες τις ημέρες που δεν αντέχεις τον εαυτό σου.

Εξω έχει ήλιο. Μέσα μου χειμώνας είναι. Βαρύς κι ασήκωτος χιονιάς. Εκείνο το αγοράκι που πολύ μ αρέσει, είναι μελαγχολικό, είναι βαθύ, είναι ουσιαστικό. Τα μάτια του είναι καθαρά. Απελπίζεται. Μου μοιάζει. Αλλά δεν το ξέρει. Ισως τον ξεχώρισα γι αυτό. για το καθαρό του βλέμμα και το αρμονικό του κορμί. Με κάποιον τρόπο θα ήθελα να νιώσω το βάρος του σώματος του απάνω μου. Δεν ξέρω. Δεν τον σκέφτομαι ποτέ αμιγώς σεξουαλικά. Ποτέ δεν μου δημιουργεί εκείνο το αίσθημα της βίας. Αντιθέτως, τον σκέφτομαι πάντα τρυφερά, παιδιάστικα, πολύ θηλυκά, σχεδόν κοριτσίστικα. Σκέφτομαι ότι τον κρατάω αγκαλιά και απλά περπατάμε στη θάλασσα, ότι καθόμαστε σιωπηλοί στη πλαγιά ενός λόφου, και οραματιζόμαστε μαζί, και απελπιζόμαστε μαζί. Σκέφτομαι ότι ο ένας καταλαβαίνει βαθιά τον άλλον. Δειλό αγόρι. Το πλησιάσα τόσες φορές. Ισως να μη με επιθυμεί, σκέφτομαι. Θα μπορούσε. Εγώ επιμένω. Σα κοριτσάκι, του παίρνω καφέ, τον εμψυχώνω, καλύπτοντας το ρόλο της μάνας του. Μία μάνα μέγαιρα. Φτωχό μου αγόρι, σίγουρα μας τρέμεις. Υστερα σκέφτομαι ότι δεν τον αφήνουν να εκφραστεί. Μου είπε ότι δεν μπορεί να βάλει όρια στους ανθρώπους. Ισως να θέλει να βάλλει όρια και σ εμένα, σκέφτομαι. Ισως τον ενοχλώ. Από την άλλη δείχνει να με συμπαθεί. Νιώθω καμία φορά πως μου εξομολογείται μέσα από μισόλογα, από αθώα βλέμματα, από αμήχανες κινήσεις. Θα έλεγε κανεις, πιο φυσιολογικός από εμένα, και πιο πεζός, ότι είμαι φαντασιόπληκτη, ότι βλέπω κάτι που δεν υπάρχει. Ισως. Ομως μόνο με το ένστικτο μπορείς να καταλάβεις κάποιον άνθρωπο. Αλάνθαστο ένστικτο. Επαναληπτική μνήμη. Κανόνας αιώνιας επιστροφής. Αυτό που νιώθω για το μικρό αγοράκι, το ένιωθα στην αρχή και για τον άλλοτε μεγάλο μου έρωτα. Μόνο στην αρχή όμως τον σκέφτηκα τρυφερά. Υστερα τον σκέφτηκα με τον τρόπο που σκέφτεσαι έναν εραστή σου: Με μία ζωώδη και ζωογόνα αυθάδεια.

Με ενέπνευσαν αρκετά αγόρια, σκέφτομαι μετά το χωρισμό μου με αυτόν. Μα οι ενθουσιασμοί μου, βλέπεις, δεν συμπίπτουν. Εγώ που οι άντρες νομίζουν ότι ξυπνάω πάθη, ότι κάνω ζημιές, εμένα που με τρέμουν, γιατί δεν έρχονται να με ρωτήσουν τι εστί ερωτική καταφρόνια, τι εστί θλίψη και τι εστί απόρριψη. Λανθασμένες επιλογές, σκέφτομαι. Με εμπνέουν πάντα τα λάθος άτομα. Τα ανέτοιμα για έρωτες. Αυτοί που ζουν στον πλανήτη αναισθησία. Το μικρό αγόρι όμως, ο γείτονας μου, δεν είναι έτσι. Αλλά είναι δειλό. Κακή περίπτωση άντρα για γάμο, μου λέει μία φωνή μέσα μου. Η φωνή της μάνας μου. Είναι τραγικό ότι όταν ξαπλώνεις μ έναν άντρα στο κρεβάτι δεν είστε οι δυό σας, είναι και η ενοχή της μάνας σου μαζί σας, η ενοχή που κουβαλάει κι εκείνη από τη δική της μάνα, πόσες γενιές γυναικών ποτισμένες μ αυτή την ενοχή... Τα πράγματα αλλάξανε και τα ήθη χαλαρώσανε, ισχυρίζονται μερικοί... Όχι, οι άντρες αγιοποιούν τις συζύγους τους, δεν τις πηδάνε από σεβασμό, δεν τους ζητάνε καμία σεξουαλική διαστροφή από σεβασμό, γιατί δεν είναι γκόμενες τους, αλλά σύζυγοι τους... Αγία Ελληνική Οικογένεια με τις ενοχές σου, καληνύχτα. Ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ.

. Εμένα δόξα τω θεό ο έρωτας μου κατέρριψε τις ενοχές μου.  Με απελευθέρωσε πλήρως. Όμως πάλι μπροστά σε συγκεκριμένους άντρες θα ένιωθα άβολα να γδυθώ. Ισως αυτή να είναι η απόδειξη ότι αυτοί οι άντρες είναι ακατάλληλοι για εμένα: Αρνούμαι να γίνομαι ευάλωττη στα μάτια τους, σωματικά και ψυχικά. Βαθιές σκέψεις, σκέφτομαι. Ανάλυση της ανάλυσης. Κάποτε οι γυναίκες φτάνουμε σε ένα σημείο σεξουαλικής ωρίμανσης, όπου δεν μας καλύπτει να νιώσουμε μόνο ένα αντρικό κορμί να εισβάλλει μέσα μας. Αυτό μας είναι βαρετό, αδιάφορο, σχεδόν κουραστικό και ψυχοφθόρο. Αντιθέτως, αυτό που επιθυμούμε είναι να εισβάλλει μέσα μας ολόκληρος ο άλλος, ολόκληρη η ύπαρξη του, να νιώσουμε το βάρος του κορμιού του, να μας βαραίνει κι εμάς, ολοκληρες. Να μπορείς να κοιμηθείς μαζί του χωρίς να σκέφτεσαι έναν άλλον, χωρίς να σε ενοχλεί στο κρεβάτι, χωρίς να θες να του σπάσεις τα μούτρα. Να θέλεις να πέσει επάνω σου ξανά και ξανά, να σε κατασπαράξει, να σε αγαπήσει, να σε βάλλει από κάτω, να του παραχωρήσεις τα όπλα σου. Ετσι μπαίνω πάντα στον έρωτα: Άοπλη. Πάω ξυπόλυτη στ αγκάθια, λες και δεν έμαθα. Δεν θέλω να μάθω. Μαζέψτε τα καλογυαλισμένα μικροαστική και χλιαρά αισθήματα σας, μαζέψτε την προσοχή σας και κρατήστε τη για τον εαυτό σας.

Σκέφτομαι, ότι κάθομαι και γράφω ένα σωρό ασυναρτησίες, αλλά το κάνω μόνο και μόνο για να μην τρελαθώ. Κάτι ξεχειλίζει μέσα μου. Η γραφή με λυτρώνει. Θέλω να λυτρωθώ από το θυμό και τον πόνο. Θέλω να ρθει μία ημέρα και να είμαι γαλήνια, ήρεμη. Σκέφτομαι ότι το μόνο πρόβλημα είναι ότι δεν είχα αγαπηθεί . Ο Τόμας του Κούντερα είναι ένας επαγγελματίας καρδιοκατακτητής, που δεν παράτησε ποτέ τις ερωμένες του για χάρη της Τερέζας, αλλά τουλάχιστον το σκέφτηκε. Συνέπασχε μαζί της. Ούτε ένας άντρας ποτέ δεν με ένιωσε. Ποτέ κανείς δεν συνέπασχε μαζί μου. Θα ήθελα πολά να τα διαβάσει αυτά κάποιος άντρας, αλήθεια. Αλλά δεν θα τους τα δείξω ποτέ, γιατί θα τρομάξουν και θα φύγουν. Αναρωτιέμαι αν μπορούν να με καταλάβουν. Για τους άντρες, σκέφτομαι, όλα είναι πιο απλά, ακόμα και στον έρωτα. Αυτοί εισβάλλουν, επιτίθενται στο σώμα μας, εμείς τους επιτρέπουμε, τους δεχόμαστε μέσα μας. Και πώς τους ξεχνάμε ; Αυτοί είναι λίγο αμέτοχοι, η ενέργεια τους απλά ξοδεύεται μέσα μας, εμείς την αποθηκεύουμε. Αυτοί τι αποθηκεύουν από εμάς ; Αν όμως οι άντρες είναι τόσο γαϊδούρια, πώς γίνεται οι καλύτεροι συγγραφείς να είναι άντρες ; Ανάμεσα στους άντρες έζησε κι ο Κούντερα, ο καλύτερος σκηνογράφος της ανθρώπινης ψυχής.  Ψ'αχνε, ηλίθια, ψύλους στ άχυρα. Πόσοι Κούντερα υπάρχουν ; Μόνο ένας βγήκε στην ιστορία και αυτός έζησε τόσα χιλιόμετρα μακριά σου... Αλήθεια, το πιστεύεις ότι μέσα σε τόσα δισεκατομμύρια ανθρώπων, μπορείς να βρεις τον άνθρωπο σου ; Πόσες πιθανότητες έχεις ; Διερωτόμαι και απελπίζομαι. Κι εγώ που γύρισα στο χωριό μου, έχω ακόμα λιγότερες πιθανότητες. Αν έβρισκα τον άνθρωπο μου όμως, θα ένιωθα αυτή τη σωτήρια θλίψη ; Είμαι ζωντανή, σκέφτομαι, ακόμα και όταν ματώνω. Ισως να πάσχω από μαζοχισμό ή από ιδιάζουσα καλλιτεχνική προσωπικότητα που είπε και ο Π. Τι να ξέρει άραγες αυτός;  Αυτός είναι ένας Τόμας. Αβάσταχτα ελαφρύς. Αβάσταχτα δυστυχισμένος. Αβάσταχτα μόνος. Αλλος ένας αθώος. Αθώος για την αφέλεια του και ένοχος για την κατάντια του. Ενοχος για την αδυναμία του. Ερωτικό ποινικό αδίκημα: Να εμπνεεις έρωτα, κι ύστερα να μην μπορείς να ανταποδώσεις. Ποινή: Πηδιέσαι με αυτή που σε φτύνει. Σε οικτήρω. Σε συμπονώ. Θέλω ν σ αγκαλιάσω. Δεν μ αφήνεις. Πήγαινε στην τυχάρπαστη γκόμενα σου. Καμία πληγή σου δεν θα κλείσει. Θα ματώνεις ακόμα περισσότερο. Οπως κι εγώ. Μοιάζουμε. Ματώνω, τι δεν καταλαβαίνεις ;  Και ταυτόχρονα έχω ενοχές που ματώνω. Εχω ενοχές για ο,τι κάνω. ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ. στα τσακίδια καταραμμένο μυαλό. Στα τσακίδια εχέφρονη λογική, στα τσακίδια η λογική φωνή της μάνας μου. Στα τσακίδια όλα. Ελα να κυλιστούμε σε μία ακρογιαλιά, γαμώτο, πάνω στα βότσαλα και να ας μας δει όποιος θέλει. ΧΕΣΤΗΚΑ. Μαζί σου και στην κόλαση, μωρό μου. Ελα κοντά μου να τη βρούμε, λαικά, απλά, διόλου συνετά, παθιάρικα και βουκολικά, όπως μόνο εμείς οι δύο ξέρουμε. Κι ασε τα κλάματα, μικρή μου, κι άσε τα νάζια περί δήθεν προφιλ σου. Το προφιλ μου είναι η ζωτικότητα μου. Δεν ήθελα να ζήσω έτσι. Ο κόσμος θα ταν όνειρο αν μ αγαπούσες λίγο... 




.

Σάββατο 4 Ιανουαρίου 2020

Γιαούρτι με κουφέτα

Με αφορμή ένα προξενιό που έλαβε χώρα ερήμην μου

Είμαι ένα κουτορνίθι που υποφέρει από μετωπικές αγάπες. Ένα κουτορνίθι που πληγώθηκε πολύ, ένα έξυπνο πουλάκι που πιάστηκε από τη μύτη. Ενα πληγωμένο αγρίμι που μόνο του εδώ και χρόνια γλύφει τις πληγές του. Είμαι ένας στρατιώτης του έρωτα, είμαι μία συντηρητική, που δεν δέχομαι να αλλάξω εποχή, που θέλω τα πράγματα να γίνουν όπως τα είδα στο θέατρο, κι όπως τα διάβασα στον μέγιστο σκηνογράφο της ανθρώπινης ψυχής, τον Μίλαν Κούντερα. Είμαι μία αμετανόητη σκύλα, που δεν μπορώ να μασήσω τα λόγια μου, που δεν μπορώ να υπεκφεύγω των παθών μου. Είμαι μία εντελώς ηλίθια γυναίκα, που δεν διαθέτω ίχνος πουτανιάς πάνω μου, αφού δεν μπόρεσα ποτέ με πλάγιους τρόπους να πείσω έναν άντρα να κάνει κάτι. Είμαι ένα κανονικό ζώο, ευάλωτο, που με το πρώτο βλέμμα ενθουσιάζομαι, και ο κάθε κυνηγός, ακόμα και αδέξιος να είναι, μπορεί να με σκοτώσει, να με εξοντώσει μέσα σε τρία λεπτά. Είμαι ένα αρχοντικό λιοντάρι, με ψυχή πρόβατου, και την ευαλωτότητα του σκύλου μου. Είμαι το πιο απαλό υλικό, το πιο εύθραυστο ποτήρι στον πάγκο σας, που μόνο μ ένα μικρό σπρώξιμο, διαλύεται σε χίλια κομμάτια. Είμαι μία ηλίθια γυναίκα, που αφήνω τον κάθε έρωτα μου, να μου τσακίζει τα κόκαλα. Δεν είμαι καπάτσα, και δεν διάλεξα ποτέ την καλή περίπτωση άντρα. Πάντα ερωτεύτηκα υπερφίαλα και εγωιστικά αρσενικά, που καταβάθος όλοι τους ήταν φαλλοκρατικά γουρούνια, που δεν με υπολόγισαν, ως όφειλαν.

Σύμφωνη, εγώ είμαι όλα αυτά, αλλά έχω αυτοσυνείδηση, ξέρω να προστατευτώ κάθε φορά που θέλω, ξέρω να γλείψω τις πληγές μου και να μην περιμένω κανέναν επόμενο τυχάρπαστο μαλάκα να με γιατρέψει. Εγώ για μένα είμαι γιατρός, εγώ θα με γιατρέψω. Γιατρικά απαραίτητα η ποίηση, η λογοτεχνία, οι φίλοι , η θάλασσα και άλλα τόσα, αλλά όχι ένας ακόμα γαμπρός, όχι άλλες ματαιωμένες προσδοκίες.

Εγώ είμαι η χειρότερη όλων των γυναικών, η πιο ευάλωτη, κι η πιο ηλίθια, που όμως δεν με αυτολυπάμαι, γιατί έκανα τις επιλογές μου. ΜΕΓΑΛΩΣΑ. ΑΠΟΦΑΣΙΣΑ. ΔΕΝ ΣΥΜΠΛΕΩ. Δεν βολεύομαι σε φουστάνια που με στενεύουν. Και δεν καταλαβαίνω γιατί η επιλογή μου αυτή δεν είναι σεβαστή. Το δικαίωμα μου στην αυτοεκλογή, στην αυτοκαταστροφή. το δικαίωμα μου στο όνειρο. Αφήστε με να ονειρεύομαι - μη μου γαμάτε το όνειρο, είμαι παιδί ακόμα. Κρατήστε τις εχέφρονες και καλογυαλισμένες συμβουλές σας για τις μελλοντικές σας κόρες, κρατήστε και για τον εαυτό σας τα καλά παιδιά με προίκα. Κρατήστε για τις κόρες σας όλους αυτούς που εγώ θα λυποντρεπόμουν. Κρατήστε για τους εαυτούς σας τις φοβερές γαμήλιες τελετές, με τα πλούσια τραπεζώματα, που τα συμπεθέρια θα είναι αγαπημένα και θα καμαρώνουν τα παιδιά τους. Και τα παιδιά τους, μετά τη νύχτα του γάμου, θα κοιμούνται ξεθεωμένοι μετά από τέτοιο δήθεν γλέντι, όπου παρευρέθηκε ο Δήμαρχος μας, κι όλος αυτός ο ύπνος θα προοικονομήσει την πορεία του έγγαμου βίου.

Καλύτερα να είμαι έτσι: κακοπαθημένη, πληγωμένη, αγρίμι που δεν εξημερώνεται, μοναχικό ζώο στις ρώσικες στέπες. Γυναίκα που πίνει στα καφενεία με τους γέρους, γυναίκα που καπνίζει και πίνει, γυναίκα που συγκινείται με το άρωμα αυτουνού του τυχαίου, και δεν διστάζει του το λέει στα μούτρα. Ναι, πάρε να έχεις. Τουλάχιστον, εγώ φίλες μου καπάτσες, δήθεν ξύπνιες, έζησα. Ξέρω, κυρίες μου, ότι θα σοκαριστείτε, αλλά εγώ ξέρω τι πάει να πει να σε ανατριχιάζει ένας ήχος, να σε ανατριχιάζει μία σκέψη, να σε εξουσιάζει μία απουσία, να μην αντέχεις χωρίς αυτόν και να χτυπιέσαι στο κρεβάτι,κι όταν έρχεται, ανοίγει η πόρτα, και νιώθεις μία ΚΑΛΠΙΚΗ πληρότητα, που όμως είναι πληρότητα και την δεδομένη χρονική στιγμή είναι αλήθεια. Εγώ κυρίες μου ξέρω τι εστί να κλαις από χαρά, που ήρθε να σε βρει. Εγώ ξέρω πως είναι να αγαπάς σαν σκύλος, και να αγαπιέσαι σαν γυναίκα. Ξέρω τι είναι το ευτυχισμένο σώμα, ξέρω τι είναι το ερωτικό γράμμα, τι είναι το ερωτικό μένος, τι είναι η αναίσχυντη και αναιδέστατη ζήλια.

Στα τσακίδια λοιπόν οι καλογυαλισμένοι γαμπροί, που μόνο για χρηματοδότες κάνουν. Στα τσακίδια τα καλά παιδιά της μαμάς. Καλύτερα τα δικά μου αρσενικά, τα φαλλοκρατικά γουρούνια, οι επαγγελματίες καρδιοκατακτητές, οι επαγγελματίες ψεύτες, οι επαγγελματίες μαλάκες. Χίλιες φορές μ ένα μαλάκα, παρά μ έναν φλώρο. Στα τσακίδια όλοι σας, λοιπόν!

Υ.γ Να γαμιέστε πού και πού, κάνει καλό, ξεθολώνεις.

Φωνη θανατηφόρα

ι. 
Του τηλεφώνησα. Ναι, τηλεφώνησα ξανά στον άπιστο, στον αφερέγγυο, σ εκείνον που μας εμπνέει τον έρωτα και ύστερα μου τον παίρνει πίσω. Τηλεφώνησα σ αυτόν που μου δίνει για λίγο το άρωμα του και ύστερα χάνεται, εξαφανίζεται, αλλάζει πρόσωπα και μετατρέπεται πάλι από απαλό εύθραυστο υλικό σε σε σκληρή και τραχιά επιφάνεια. Η φωνή του ήχησε ξανά μετά από πολύ καιρό στ αυτιά μου και ένιωσα πάλι ότι με κάθε λέξη η καρδιά χτυπούσε χτύπους εκατοντάδες. Ζωντανή ξανά, λοιπόν.Ταραγμένη, τρομαγμένη, απογοητευμένη, αλλά έστω: Ζωντανή. Και τη ζωντάνια αυτή δεν θα τη χαραμίσω, δεν θα τη λυπηθώ. Λυποντρέπομαι μόνο όταν τηλεφωνώ σε κάποιον, κι η φωνή του πια δεν με συνταράζει. Ω μα ναι, τούτο είναι το φοβερό. 

Μαζεύεις πάλι απωθημένα, λέει η έξυπνη φίλη, η λελογισμένη γυναίκα, η απαλή και η χάρτινη, η καθωσπρέπει. Συμφωνώ μαζί της, ένα κουβάρι με απωθημένα θέλω, ένα κουβάρι με ανεκπλήρωτους έρωτες στο ασυνείδητο. Εικόνες που δημιουργεί το μυαλό μου μαζί του, και που ουδέποτε λαμβάνουν σάρκα και οστά. Ενα σωρό όνειρα, λέω στη φίλη μου, που θα μείνουν απραγματοποίητα, και πάλι εγώ θα ζω στο ποιητικό μου σύμπαν απομονωμένη από λοιπά - ενδεχομένως- ενδιαφέροντα αρσενικά. " Τι όνειρα ;  Να κάνετε παιδιά και να τα αφήνετε κάθε Κυριακή στη μάνα σου και εσείς να αρχίζετε τα τσίπουρα και τους καυγάδες ; " με ειρωνεύεται η έξυπνη φίλη. " Οχι, ακριβώς, τέτοια όνειρα εγώ ποτέ, βάλε μόνο τους καυγάδες και τα τσίπουρα, αλλά περισσότερο απ όλα τα όνειρα μου είναι σκηνές από το Γράμματα στη Νόρα". Ναι, να ένα χουνέρι που δεν θα το σηκώσει. Αγοράζει το βιβλία, του το πετάς στα μούτρα, μ ένα προκλητικό " Διατίθεται". Ξέρει αυτός, αυτός θα καταλάβαινε, όχι σαν κάτι άλλους, δήθεν απαλούς, δήθεν καλούς συζύγους, δήθεν σοβαρούς ανθρώπους. Κι ύστερα αφού το καταλάβαινε, θα με έπαιρνε να με βρίσει για το θράσος μου και την αδιαντροπιά μου, και ύστερα θα χανόταν ίσως μία για πάντα στην σκόνη του χρόνου. Του χρόνου που μετατρέπει τους μεγάλους έρωτες σε βουβές πνιγμένες καταβαραθρωμένες επιθυμίες, που αργότερα γίνονται νευρώσεις, γίνονται εκείνα τα αναπάντητα ερωτήματα " τι θα γινόταν αν ; " . Αν άνοιγες τα μάτια σου, θα ήσουν πολύ ευτυχισμένος, αλλά εσύ εκεί, στον εγωισμό, στην μόνωση σου, πνιγμένος από το φόβο, γιατί εγώ και μόνο εγώ σε νιώθω, που είμαι από την ίδια πάστα. Μα η δικιά μου η ουσία είναι πιο εύφλεκτη, και πιο φίνα, και λίγο πιο ακριβή, και λίγο που σπάνια.  ΔΙΑΤΙΘΕΤΑΙ το προϊόν, κύριε. Εσείς δεν το αγοράζετε, κι αφού είστε κατά του καταναλωτισμού: ΔΙΑΤΙΘΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ με κουτί ελεύθερης συνεισφοράς. τι θα προσφέρετε; Λίγη περισσότερη αλήθεια θα θέλαμε, αλλά να την πείτε πρώτα στον εαυτό σας. 

ΙΙ.

Αυτά σκεφτόμουν καθώς περπατούσα πλάι στη θάλασσα, και καθώς έπινα τον σκέτο, πάντοτε καφέ μου. Ύστερα μία απογοήτευση, που είναι εκείνα τα αρσενικά που σε κάνουν να ξανανιώσεις ζωντανή ; Που σε κάνουν να ξαναβρείς τη γυναικεία σου ουσία, που είναι η τρυφερότητα, η ευγένεια, η ωριμότητα; Πού είναι εκείνη η άπιαστη, η συγκολλητική ουσία, που ενώνει δύο εγκέφαλους και δύο σώματα τόσο ισχυρά ; Γιατί να μη θες να έχει απέναντι σου μία ίση σου, μία να σου αρμόζει, μία να σε θέλει, εσένα και κανέναν άλλον, προσωπική σου δημιουργός; Γιατί να μην θέλεις να είσαι ο αποδέκτης ενός τόσου καθαρού συναισθήματος ; Πές μου, τι άλλο φοβάσαι ; Αντρές σπάνια με εμπνέουν, άνθρωποι επίσης σπάνια με εμπνέουν, εκτός κι ο ήρωας μας έχει κάτι ακραίο στην προσωπικότητα του. Ακραίοι άνθρωποι, άνθρωποι των παθών, άνθρωποι της φωτιάς, της καταστροφής και της δημιουργίας, άνθρωποι ανθρώπινοι, ενίοτε απαλοί, ενίοτε σκληροί και θυμωμένοι. Άνθρωποι ανθρώπινοι κι όχι ημιθανή ζόμπι που περιφέρουν τα σώματα τους σε οικογενειακά τραπεζώματα και συνεστιάσεις φιλανθρωπικών συλλόγων. Όλοι αυτοί που στο διάολο κρύβονται και δεν έρχονται προς τα εδώ ;

Πάθος μηδέν. Στημένες γνωριμίες, social media και sexting, ανάβουν με φωτογραφίες της κάθε βυζιτούς, ή ανάβουν με φωτογραφίες της κάθε ανασφαλούς που βγήκε να μας δείξει τον στητό της κώλο. Αντίστοιχα, κι οι γυναίκες, ανάβουν με άνανδρους άνδρες, με κοιλιακούς, που κάθε πρωί φοράνε κρέμα και αποτριχώνουν τις γάμπες τους, γιατί ξέρεις, είναι ωραίο ο άντρας να μην έχει πλέον τρίχα πάνω του. Καταλύσαμε τον ανδρισμό, έγιναν θηλυπρεπείς. Πού είναι εκείνο το αρσενικό που θα σου πει " Εγώ είμαι εδώ, μη φοβάσαι", και εσύ να μη φοβηθείς, να τον πιστέψεις, γιατί θυμίζει το αρχέτυπο, γιατί εκπέμπει σιγουριά, τεστοστερόνη σε μία σωστή δόση, τόση ώστε να μην είναι ένα φαλλοκρατικό γουρούνι. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάτι πιο φαλλοκρατικό από την συμπεριφορά των σύγχρονων αντρών, που αγιοποιούν της συζύγους τους και συνευρίσκονται ερωτικά μαζί τους μόνο μία φορά το τρίμηνο, ενώ τους υπόλοιπους μήνες τη βρίσκουν με τη γυναίκα του γείτονα.

Πάθος μηδέν, εποχή της εικόνας, εποχή των εφαρμογών γνωριμιών. Η νέα γενιά έπεσε στη παγίδα να προσπαθήσει να τιθασεύει, να θέσει σε όρια τον ανθρώπινο ερωτισμό. Στα μπαρ άμορφες μάζες, γυναίκες καλοντυμένες, άντρες με τα ωραία πουκάμισα, καμία συνομιλία, καμία σπίθα, κανένα παιχνίδι. Κοιτάει το κινητό της, κοιτάει το κινητό του, χτύπησε σήμα στην εφαρμογή ότι κάποιος είναι κοντά της. Της στέλνει μήνυμα, του απαντάει, γελάνε εξ αποστάσεως, καυλώνουν εξ αποστάσεως και ύστερα η ιστορία τελειώνει στο σπίτι κάποιου από τους δύο, και ύστερα γεια σας, μηδέν επαφή. Όλα στο fast forward. Πού πήγε η μαγεία της συνάντησης ; Πού πήγε η μαγεία του ερωτισμού; η απρόσμενη ατάκα του που θα σε άφηνε άφωνη, το ακόνισμα του μυαλού, η προσπάθεια να δημιουργήσεις μία ερωτική σκηνή ; Όλα αυτά χάθηκαν, ανεπιστρεπτί στο κόσμο των socila μυδίων...

Γι αυτό σας λέω, αφήστε με σε μία άλλη εποχή, καλύτερα εκεί: Καλύτερα με τον μεγάλο Δάσκαλο Κούντερα να αναζητώ κι εγώ την ελαφρότητα του είναι μου, καλύτερα να φαντάζομαι σκηνικά μαζί με αυτόν που σας έλεγα στην αρχή: τον ανθρωπένιο αγαπημένο, που φοβάται, που τρέμει από τον τρόμο ότι βρήκε μία ισάξια του. Μα τι φαλοκρατικό γουρούνι! Πόσο κολασμένα με εξιτάρει ο πόθος για την κατάκτηση της εξουσίας. Εξουσιασέ με, αλλά με την παρουσία σου. Τώρα με εξουσιάζεις με την απουσία σου. Ερημην σου εξουσιάζομαι. δεν το βλέπεις ;