Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020

Monolog

Ηρθαν κι άλλοι, επόμενοι, πολλοί, όλοι καλογυαλισμένοι, όλοι υποθετικά όμορφοι. Ολοι μικροαστοί. Ολοι καλές περιπτώσεις, που άλλες στη θέση της, θα ήθελαν να έχουν δίπλα τους. Αντρες που αναζητούσαν τη συντροφικότητα. Μικροαστοί. Ευλογημένοι μικροαστοί. Ποτέ δεν ερωτεύονται. Ποτέ δεν επαναστατούν. Προσωπικότητα του μικροαστού: Μία συνεχόμενη πορεία με τη μάζι, μία αέναη προσαρμογή στις επιταγές της ηθικής της κάθε εποχής, μία δήθεν ελευθεριότητα, μία δήθεν μόρφωση. Οι  μικροαστοί. Μηδενική προσωπικότητα. Μηδενικό πάθος. " Ολα με μέτρο" λένε, μαχαιρώντας την αρχαία φράση... Κατεπίφαση μόρφωση των μικροαστών. Μεγαλοστομίες και τα τοιαύτα. Ποτέ δεν γίνονται ευάλωττοι οι μικροαστοί.

Κάποιος σε έχει πληγώσει, μου είπε. Όλους κάποιος μας έχει πληγώσει, είπα, το παιχνίδι έτσι παίζεται, εκτός κι αν δεν θες να ζήσεις. Προφανώς αυτόν δεν τον πλήγωσε καμία. Είναι ανίκανος για τέτοιες συγκινήσεις.

Οσο περισσότερους γνωρίζω, τόσο περισσότερο έχω την ανάγκη να επιστρέψω σ εκείνο το αρχέγονο πάθος. Οσο περισσότερους γνωρίζω, τόσο περισσότερο απογοητεύομαι, τόσο περισσότερο αρχίζω να πιστεύω ότι αναζητω κάτι τόσο δυσεύρετο: τον πολυπόθητο έρωτα.Χάνομαι στα επίγεια. Η καθημερινότητα με σκοτώνει. Ωρες ώρες δεν μπορώ να αντιμετωπίσω την παραγματικότητα, που είναι πεζή, δύσκολη, δίχως ίχνος αστερόσκονης, δίχως ίχνος συναισθήματος. Λείπει πολύ ένα συναίσθημα από τη ζωή μου. Εδώ και καιρό το κυρίαρχο συναίσθημα μου είναι ο θυμός, η οργή, το αίσθημα αδικίας, η αίσθηση ότι δεν θέλω να ανήκω σε κανέναν. Είμαι έτοιμη για όλους αυτούς τους ανάξιους, που με πλησιάσαν. Είμαι έτοιμη να τους κόψω τα πόδια. Να φύγω σαν αγρίμι μακριά, ακόμα πιο μακριά. Αφηστε με. Δυσκολεύομαι να λέω όχι. Δεν θέλω να απορρίπτω. Δεν θέλω να στεναχωρώ. Δεν θέλω να περιφρονώ. Θυμός, οργή, που μεταλάσσεται σε απογοήτευση, σε γοερό κλάμα. Δεν μπορούσα να κλάψω τόσα χρόνια. Ισως να γιατρεύομαι σκέφτομαι. Λυτρωτικά δάκρυα. Το νερό παράγει ζωή. Μόνο το νερό μας σώνει: τα δάκρυα μας ξαλαφρώνουν, ο ιδρώτας μας κρατά υγιεις, το αίμα μας γεννάει. Υγρα στοιχεία όλα. Ευλογημένα νερά των οργασμών.
Η έλλειψη ενός αντρικού σώματος ώρες ώρες με σκοτώνει. Αλλά δεν είναι η σάρκα. Δεν είναι μόνο αυτό. Είναι η έλλειψη έρωτα που με αφήνει ώρες ώρες αποσβολωμένη, κομματιασμένη. Μέσα μου χιλιάδες θρύψαλα η καρδιά. Ξυπνησα χθες βράδυ και έκλαψα στον ύπνο μου. Δεν ήξερα γιατί. Πονούσα. Πονάω. Και θες μία αγκαλιά . Θέλω μία αγκαλιά. Εγώ το αγρίμι- κούνια που σας κούναγε. - Θέλω μία αγκαλιά, όπως η δική σου, να με ηρεμήσει, να νιώσω ότι στα χέρια αυτά είμαι ασφαλής, να νιώσω την πληρότητα της στιγμής. Οχι, δεν θέλω μία οποιαδήποτε αγκαλιά. Μία οποιαδήποτε αγκαλία μόνο με θυμώνει, με απογοητεύει, με στεναχωρεί, με κάνει να ξεσπάω σε επαναληπτικό κλάμα, με κάνει να ντρέπομαι για λογαριασμό μου.

Συμβιβασμοί για να μην μείνεις μόνη. Κοντεύεις 35. Σε δέκα χρόνιας ίσως να μην μπορείς να κάνεις παιδιά. Ε και ; Αν είναι να κάνεις παιδιά , τουλάχιστον κάντα από έρωτα. Θα μου πεις ότι εξιδανεύω τον έρωτα. Ζητάμε πολλά από τον έρωτα, λεει ο Μπρυκνέρ. Σίγουρα. Αλλά μία μέτρια ζωή, με μέτρια αισθήματα, τι νόημα έχει ; .

Τηλέφωνα. ντριν. Ντριν. Υποφέρω. Επαγγελματικά τηλέφωνα. Δεν μπορώ να το διαχειριστώ. Είμαι αδύναμη. Ισως είμαι τεμπέλα. Ισως πάλι είμαι δειλή και δεν θέλω να αντιμετωπίζω κατά πρόσωπο τη δυσκολία. Δεν ξέρω πια τι είμαι. Φτάνουν οι ενοχές. Αυτομαστίγωμα τέλος. Είναι κι αυτός. Ο μικροαστός. Δεν θέλω να του απαντήσω. Δεν με ενδιαφέρει. Δεν έχει να πει τίποτα μαζί μου. Τον βαριέμαι. Δεν θα απαντήσω. Τηλεφωνο δεύτερο. Πολλά τηλέφωνα απανωτά σήμερα. Ετσι γίνεται όλες τις ημέρες που δεν αντέχει να εργαστείς, έτσι γίνεται όλες τις ημέρες που δεν αντέχεις τον εαυτό σου.

Εξω έχει ήλιο. Μέσα μου χειμώνας είναι. Βαρύς κι ασήκωτος χιονιάς. Εκείνο το αγοράκι που πολύ μ αρέσει, είναι μελαγχολικό, είναι βαθύ, είναι ουσιαστικό. Τα μάτια του είναι καθαρά. Απελπίζεται. Μου μοιάζει. Αλλά δεν το ξέρει. Ισως τον ξεχώρισα γι αυτό. για το καθαρό του βλέμμα και το αρμονικό του κορμί. Με κάποιον τρόπο θα ήθελα να νιώσω το βάρος του σώματος του απάνω μου. Δεν ξέρω. Δεν τον σκέφτομαι ποτέ αμιγώς σεξουαλικά. Ποτέ δεν μου δημιουργεί εκείνο το αίσθημα της βίας. Αντιθέτως, τον σκέφτομαι πάντα τρυφερά, παιδιάστικα, πολύ θηλυκά, σχεδόν κοριτσίστικα. Σκέφτομαι ότι τον κρατάω αγκαλιά και απλά περπατάμε στη θάλασσα, ότι καθόμαστε σιωπηλοί στη πλαγιά ενός λόφου, και οραματιζόμαστε μαζί, και απελπιζόμαστε μαζί. Σκέφτομαι ότι ο ένας καταλαβαίνει βαθιά τον άλλον. Δειλό αγόρι. Το πλησιάσα τόσες φορές. Ισως να μη με επιθυμεί, σκέφτομαι. Θα μπορούσε. Εγώ επιμένω. Σα κοριτσάκι, του παίρνω καφέ, τον εμψυχώνω, καλύπτοντας το ρόλο της μάνας του. Μία μάνα μέγαιρα. Φτωχό μου αγόρι, σίγουρα μας τρέμεις. Υστερα σκέφτομαι ότι δεν τον αφήνουν να εκφραστεί. Μου είπε ότι δεν μπορεί να βάλει όρια στους ανθρώπους. Ισως να θέλει να βάλλει όρια και σ εμένα, σκέφτομαι. Ισως τον ενοχλώ. Από την άλλη δείχνει να με συμπαθεί. Νιώθω καμία φορά πως μου εξομολογείται μέσα από μισόλογα, από αθώα βλέμματα, από αμήχανες κινήσεις. Θα έλεγε κανεις, πιο φυσιολογικός από εμένα, και πιο πεζός, ότι είμαι φαντασιόπληκτη, ότι βλέπω κάτι που δεν υπάρχει. Ισως. Ομως μόνο με το ένστικτο μπορείς να καταλάβεις κάποιον άνθρωπο. Αλάνθαστο ένστικτο. Επαναληπτική μνήμη. Κανόνας αιώνιας επιστροφής. Αυτό που νιώθω για το μικρό αγοράκι, το ένιωθα στην αρχή και για τον άλλοτε μεγάλο μου έρωτα. Μόνο στην αρχή όμως τον σκέφτηκα τρυφερά. Υστερα τον σκέφτηκα με τον τρόπο που σκέφτεσαι έναν εραστή σου: Με μία ζωώδη και ζωογόνα αυθάδεια.

Με ενέπνευσαν αρκετά αγόρια, σκέφτομαι μετά το χωρισμό μου με αυτόν. Μα οι ενθουσιασμοί μου, βλέπεις, δεν συμπίπτουν. Εγώ που οι άντρες νομίζουν ότι ξυπνάω πάθη, ότι κάνω ζημιές, εμένα που με τρέμουν, γιατί δεν έρχονται να με ρωτήσουν τι εστί ερωτική καταφρόνια, τι εστί θλίψη και τι εστί απόρριψη. Λανθασμένες επιλογές, σκέφτομαι. Με εμπνέουν πάντα τα λάθος άτομα. Τα ανέτοιμα για έρωτες. Αυτοί που ζουν στον πλανήτη αναισθησία. Το μικρό αγόρι όμως, ο γείτονας μου, δεν είναι έτσι. Αλλά είναι δειλό. Κακή περίπτωση άντρα για γάμο, μου λέει μία φωνή μέσα μου. Η φωνή της μάνας μου. Είναι τραγικό ότι όταν ξαπλώνεις μ έναν άντρα στο κρεβάτι δεν είστε οι δυό σας, είναι και η ενοχή της μάνας σου μαζί σας, η ενοχή που κουβαλάει κι εκείνη από τη δική της μάνα, πόσες γενιές γυναικών ποτισμένες μ αυτή την ενοχή... Τα πράγματα αλλάξανε και τα ήθη χαλαρώσανε, ισχυρίζονται μερικοί... Όχι, οι άντρες αγιοποιούν τις συζύγους τους, δεν τις πηδάνε από σεβασμό, δεν τους ζητάνε καμία σεξουαλική διαστροφή από σεβασμό, γιατί δεν είναι γκόμενες τους, αλλά σύζυγοι τους... Αγία Ελληνική Οικογένεια με τις ενοχές σου, καληνύχτα. Ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ.

. Εμένα δόξα τω θεό ο έρωτας μου κατέρριψε τις ενοχές μου.  Με απελευθέρωσε πλήρως. Όμως πάλι μπροστά σε συγκεκριμένους άντρες θα ένιωθα άβολα να γδυθώ. Ισως αυτή να είναι η απόδειξη ότι αυτοί οι άντρες είναι ακατάλληλοι για εμένα: Αρνούμαι να γίνομαι ευάλωττη στα μάτια τους, σωματικά και ψυχικά. Βαθιές σκέψεις, σκέφτομαι. Ανάλυση της ανάλυσης. Κάποτε οι γυναίκες φτάνουμε σε ένα σημείο σεξουαλικής ωρίμανσης, όπου δεν μας καλύπτει να νιώσουμε μόνο ένα αντρικό κορμί να εισβάλλει μέσα μας. Αυτό μας είναι βαρετό, αδιάφορο, σχεδόν κουραστικό και ψυχοφθόρο. Αντιθέτως, αυτό που επιθυμούμε είναι να εισβάλλει μέσα μας ολόκληρος ο άλλος, ολόκληρη η ύπαρξη του, να νιώσουμε το βάρος του κορμιού του, να μας βαραίνει κι εμάς, ολοκληρες. Να μπορείς να κοιμηθείς μαζί του χωρίς να σκέφτεσαι έναν άλλον, χωρίς να σε ενοχλεί στο κρεβάτι, χωρίς να θες να του σπάσεις τα μούτρα. Να θέλεις να πέσει επάνω σου ξανά και ξανά, να σε κατασπαράξει, να σε αγαπήσει, να σε βάλλει από κάτω, να του παραχωρήσεις τα όπλα σου. Ετσι μπαίνω πάντα στον έρωτα: Άοπλη. Πάω ξυπόλυτη στ αγκάθια, λες και δεν έμαθα. Δεν θέλω να μάθω. Μαζέψτε τα καλογυαλισμένα μικροαστική και χλιαρά αισθήματα σας, μαζέψτε την προσοχή σας και κρατήστε τη για τον εαυτό σας.

Σκέφτομαι, ότι κάθομαι και γράφω ένα σωρό ασυναρτησίες, αλλά το κάνω μόνο και μόνο για να μην τρελαθώ. Κάτι ξεχειλίζει μέσα μου. Η γραφή με λυτρώνει. Θέλω να λυτρωθώ από το θυμό και τον πόνο. Θέλω να ρθει μία ημέρα και να είμαι γαλήνια, ήρεμη. Σκέφτομαι ότι το μόνο πρόβλημα είναι ότι δεν είχα αγαπηθεί . Ο Τόμας του Κούντερα είναι ένας επαγγελματίας καρδιοκατακτητής, που δεν παράτησε ποτέ τις ερωμένες του για χάρη της Τερέζας, αλλά τουλάχιστον το σκέφτηκε. Συνέπασχε μαζί της. Ούτε ένας άντρας ποτέ δεν με ένιωσε. Ποτέ κανείς δεν συνέπασχε μαζί μου. Θα ήθελα πολά να τα διαβάσει αυτά κάποιος άντρας, αλήθεια. Αλλά δεν θα τους τα δείξω ποτέ, γιατί θα τρομάξουν και θα φύγουν. Αναρωτιέμαι αν μπορούν να με καταλάβουν. Για τους άντρες, σκέφτομαι, όλα είναι πιο απλά, ακόμα και στον έρωτα. Αυτοί εισβάλλουν, επιτίθενται στο σώμα μας, εμείς τους επιτρέπουμε, τους δεχόμαστε μέσα μας. Και πώς τους ξεχνάμε ; Αυτοί είναι λίγο αμέτοχοι, η ενέργεια τους απλά ξοδεύεται μέσα μας, εμείς την αποθηκεύουμε. Αυτοί τι αποθηκεύουν από εμάς ; Αν όμως οι άντρες είναι τόσο γαϊδούρια, πώς γίνεται οι καλύτεροι συγγραφείς να είναι άντρες ; Ανάμεσα στους άντρες έζησε κι ο Κούντερα, ο καλύτερος σκηνογράφος της ανθρώπινης ψυχής.  Ψ'αχνε, ηλίθια, ψύλους στ άχυρα. Πόσοι Κούντερα υπάρχουν ; Μόνο ένας βγήκε στην ιστορία και αυτός έζησε τόσα χιλιόμετρα μακριά σου... Αλήθεια, το πιστεύεις ότι μέσα σε τόσα δισεκατομμύρια ανθρώπων, μπορείς να βρεις τον άνθρωπο σου ; Πόσες πιθανότητες έχεις ; Διερωτόμαι και απελπίζομαι. Κι εγώ που γύρισα στο χωριό μου, έχω ακόμα λιγότερες πιθανότητες. Αν έβρισκα τον άνθρωπο μου όμως, θα ένιωθα αυτή τη σωτήρια θλίψη ; Είμαι ζωντανή, σκέφτομαι, ακόμα και όταν ματώνω. Ισως να πάσχω από μαζοχισμό ή από ιδιάζουσα καλλιτεχνική προσωπικότητα που είπε και ο Π. Τι να ξέρει άραγες αυτός;  Αυτός είναι ένας Τόμας. Αβάσταχτα ελαφρύς. Αβάσταχτα δυστυχισμένος. Αβάσταχτα μόνος. Αλλος ένας αθώος. Αθώος για την αφέλεια του και ένοχος για την κατάντια του. Ενοχος για την αδυναμία του. Ερωτικό ποινικό αδίκημα: Να εμπνεεις έρωτα, κι ύστερα να μην μπορείς να ανταποδώσεις. Ποινή: Πηδιέσαι με αυτή που σε φτύνει. Σε οικτήρω. Σε συμπονώ. Θέλω ν σ αγκαλιάσω. Δεν μ αφήνεις. Πήγαινε στην τυχάρπαστη γκόμενα σου. Καμία πληγή σου δεν θα κλείσει. Θα ματώνεις ακόμα περισσότερο. Οπως κι εγώ. Μοιάζουμε. Ματώνω, τι δεν καταλαβαίνεις ;  Και ταυτόχρονα έχω ενοχές που ματώνω. Εχω ενοχές για ο,τι κάνω. ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ. στα τσακίδια καταραμμένο μυαλό. Στα τσακίδια εχέφρονη λογική, στα τσακίδια η λογική φωνή της μάνας μου. Στα τσακίδια όλα. Ελα να κυλιστούμε σε μία ακρογιαλιά, γαμώτο, πάνω στα βότσαλα και να ας μας δει όποιος θέλει. ΧΕΣΤΗΚΑ. Μαζί σου και στην κόλαση, μωρό μου. Ελα κοντά μου να τη βρούμε, λαικά, απλά, διόλου συνετά, παθιάρικα και βουκολικά, όπως μόνο εμείς οι δύο ξέρουμε. Κι ασε τα κλάματα, μικρή μου, κι άσε τα νάζια περί δήθεν προφιλ σου. Το προφιλ μου είναι η ζωτικότητα μου. Δεν ήθελα να ζήσω έτσι. Ο κόσμος θα ταν όνειρο αν μ αγαπούσες λίγο... 




.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου