Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

Σ' εκείνον

"φτάνει, ένα τίποτα, μια λέξη ένας ήχος, για να ξανάρθουν ζωνταντά, αυτά που νόμιζες πως είχανε πεθάνει"

" Ακόμα κι άμα στα ξερίζωνα τα χείλη αυτά, που άλλα έχουν φιλήσει, την γεύση της απόλαυσης που νιώσανε θα την θυμόσουν ως το θάνατο"

 "Δωσ μου λίγη αγάπη ακόμα, μη μ αφήνεις σα σκυλί πεινασμένο
Δως μου λίγη αγάπη ακόμα, θέλω να μπω στη γενιά των χαμένων"

"Πίσω μου πάγοι που προσεύχονται ν' αρπάξουν φωτιά μπρος μου φωτιές που περιμένουν να παγώσουν κι ανάμεσα τους μια άγρια πεινασμένη στιγμή που περιμένει πληρωμή, που περιμένει πληρωμή από μια άδεια καρδιά κι από ένα άδειο κορμί"
Κυριακή πρωί: Ξυπνάω κατά τις οκτώ, αλλά σκέφτομαι ότι ειναι πολύ νωρίς για να σηκωθώ από το κρεβάτι από τώρα. Ξαπλώνω λίγο ακόμα. Βυθιζομαι μέσα στο στρώμα, και κουκουλώνομαι με το πάπλωμα μου, ώστε να μη με ενοχλεί το πρωινό φως. Κλείνω τα μάτια μου και σκέφτομαι εσένα. Θα φταίει ο καιρός φαινεται. Ο χειμώνας πάντα είναι δύσκολος, ειδικότερα όταν είσαι μόνος.Οι χαμηλές θερμοκρασίες χρειάζονται αγκαλιές, σκέφτομαι, αλλά μετά που το επεξεργάζομαι καταλήγω στο ότι το μόνο που χρειάζομαστε είναι θερμά αισθήματα. Αγκαλιές βρίσκεις τόσο εύκολα, θερμά αισθήματα τόσο δύσκολα. 
Ανάμνηση: κάπου στο κέντρο της πόλης, σ ένα σπιτι ζεστό, με αναμένη ξυλόσομπα, ήμασταν μαζί. Ηταν ένα βραδύ- δε θυμάμαι ποιανού μήνα- που ειχα έρθει να σε βρω σπίτι σου για ουίσκι, ποίηση και έρωτα. Εκανες πρόβα τάχα μου έκείνον τον μονόλογο. Ψεύτη! Είχες σκηνοθετήσει τη στιγμή: ηθελες να ανοίξω τη πόρτα και  να σε ακούω να λες " Πιάνω τη Βίκυ, τη ρίχνω στο κρεβάτι και ορμάω μέσα της...". Και όντως ορμησες μέσα στο μυαλό μου, η εικόνα σου εκείνη έμεινε ανεξιτηλη. Δεν ήθελα να σε ερωτευτώ, και προσπάθησα να συγκρατήσω τα συναισθήματα μου. Ησουν, είσαι και θα είσαι σάτυρος, αλητήριος, γυναίκας εκ φύσεως, ένας ανικανοποίητος παραπονιάρης που σου φταίνε πάντα οι άλλοι άνθρωποι, και βαθύτατα επικεντρωμένος στον εαυτό σου. ο Φρουντ θα έλεγε οτι πάσχεις από ναρκισιστική διαταραχή. Το πιστεύω κι εγώ. Δυστυχώς, δεν θα απελευθερωθείς ποτέ από τον εαυτό σου. θα διακατέχεσαι πάντα από τον πόθο της κατάκτησης. 
Πάντως, δεν καταλαβαίνω, γιατί επιστρέφεις και τι θες τελικά από εμένα. Απομακρυνθήκαμε με τρόπο άσχημο: σιώπησα σχεδόν βίαια και απόλυτα σε έστειλα εκεί που έπρεπε: στον αγύριστο. Ποιά ήμουν εγώ άλλωστε να στραφώ κατά του εγωτισμού σου ; Αυτό σε ενόχλησε είναι η αλήθεια. Οτι δεν σου χτυπούσα παλαμάκια. Οτι δεν σε προσκύνουσα, όπως έκαναν οι άλλες που σε πλησιαζαν, και σου έταζαν δουλειές, δόξες και μεγαλεία με αντάλαγμα το ωραιότατο κορμί σου. 
Ιησού Χριστέ, Γκεβάρα, Επαναστάτη Ανώνυμε, Τρελέ του χωριού,Ασυμβίβαστε, Μάρξ, ταπεινέ στρατιώτη, όποιος κι αν πιστεύεις πως είσαι κατά καιρούς, δε σε προσκυνάω, όχι, αδερφέ, λάθος σου τα είπανε. Δεν είσαι και καμιά εικόνα δα, ουτε κανένας ανώνυμος άγιος στο εικονοστάσι. Και στο κάτω κάτω πάντα μου αργούσες τα χατίρια μου, πάντα ετούτη η ασάφεια πρωταγωνιστούσε στις συναντήσεις μας, η οποία καμιά φορά με τσάκιζε. Αλλοτε δε με πείραζε πολύ. Ημουν κι εγώ ασαφής. Ημουν κι εγώ χαμένη. 
Πίναμε ουίσκι και καπνίζαμε ναργιλέ στην παρακμιάκη γωνιά της πόλης. Βρίσκαμε μία γοητεία στην παρακμή. Και οι δύο. Δεν άκουγα τι μου έλεγες. Κοιταγα τα μάτια σου. Ομολογώ: Δεν έχω δει ποτέ στη ζωη μού ωραιότερα μάτια. Ειναι γεγονός ότι ήσουν ο πιο όμορφος από τους εραστές μου, και ειμαι περήφανη που σε είχα στο κρεβάτι μου. Ησουν πάντα όμως φειδωλός στις ηδονές. Περισσότερο ηδονιζόσουν να με κυνηγάς παρά να με έχεις. Μέσα στο παράξενο μυαλό σου, εγώ δεν σου ήμουν αρκετή, επειδή δεν με είχες γνωρίσει με απρόσμενο τρόπο, είχες πει. Μωρό μου, μας έχει χαλάσει η ποίηση, δε νομίζεις; Αναζητείς το απροσδόκητο και το αναπάντεχο χτυποκάρδι, που θα το νοιώσεις για μίαν άγνωστη που αγνοεις το ονομα της. Αυτή θα διασχίζει το πεζοδρόμιο, αμέριμνη, και χαμένη στις σκέψεις της ή και στη θλίψη της και ξαφνικά εσύ από το πουθενά θα της μιλήσεις και θα τη σώσεις από την υπαρξιακή της μιζέρια. Ναι, μωρό μου, καλησπέρα και καλή βραδιά. Σκεφτόμαστε ακριβώς τα ίδια. Μόνο που σήμερα δεν υπάρχουν πριγκίπισες, ούτε πρίγκιπες. Το πιθανότερο ειναι η συννεφένια γκόμενα να σε προσπεράσει, ή έστω να σε περάσει για τρελό, ή έστω για λιγούρι, αλλά πάντως καμία σημασία δεν θα σου δώσει. Ισως καλά θα κάνει, ίσως γλυτώνει έτσι από τη γοητεία σου, που είναι μάστιγα, και κάρβουνο αναμένο, και λάβα που βράζει, και συννεφο που κυοφορεί έναν κατακλυσμο του Νώε. 
Δεν με ένοιαζε αν είχες άλλες, είχα κι εγώ άλλους εξάλλου. Με ένοιαζε που δεν μπορούσα επικοινωνήσω μαζί σου. Γινόσουν τόσο απόμακρος, τόσο αντι-ποιητικός, εσύ, που είσαι η ποίηση η ίδια, εσύ, που το σώμα σου είναι ο ερωτικότερος στίχος.  Ηθελα τόσες φορές να σου στείλω έναν στίχο του Καβάφη " την ομορφιά πολύ ατένισα που πλήρης είναι αυτής η όρασις μου" . Δεν στον έστειλα ποτέ. Ηθελα να μοιραστώ μαζί σου τόσα σύμπαντα, μουσικές και λέξεις. Δεν μου άφηνες περιθώριο για τίποτα. Ισως να με βαριόσουν,σκέφτομαι.  Ισως να μη με ήθελες. Αλλά την ιστορία αυτή γιατί τη συνέχιζες όλον αυτόν τον καιρό ; Γιατί με κυνηγούσες και με προκαλούσες; Και τώρα αναρωτιέμαι τι σημαίνει αυτή η ένδειξη ζωής. Για εσένα, που είσαι ένα τέρας εγωισμού, πρέπει να είναι πολύ μεγάλο βήμα ότι έστειλες πάλι μία ένδειξη ζωής.  " Επέστρεφε ξανα και παίρνε με, αγαπημένη αίσθησις..."
Πόσο μόνος μπορείς να είσαι ; Αν ήσουν αλλιώς, θα ήμασταν ωραίο ζευγάρι, ακόμα κι αν είχες άλλες, ακόμα κι αν είχα κι άλλους. Το μόνο που θα με ένοιαζε θα ήταν να επικοινωνείς επί της ουσιας μαζί μου. Δεν σου ζήτησα ποτέ σεξουαλική αποκλειστικότητα, γιατί εσύ δεν μπορείς. Δεν μπορείς και το ξέρω. Και αναρωτιέμαι πώς ένας άνθρωπος σαν εσένα, ημίτρελος, ρομαντικός μέχρι θανάτου, επαναστατημένος, και ασυμβίβαστος, δεν μπόρεσε να ερωτευτεί έναν άνθρωπο σαν εμένα, που είμαι εξίσου τρελή, επαναστατημένη, ραγισμένη.. Θα φταίει η ποίηση, μωρό μου. Οση κι αν διαβάσεις, όσον ερωτικό Ρίτσο κι αν μου απαγγείλεις, αν δεν σταματήσεις να πιστεύεις ότι το εγώ σου είναι το κέντρο του κόσμου, δεν θα ζήσεις ποτέ μίαν αξιοβιώτη ερωτική ιστορία, παρά μονάχα επαναλαμβανόμενες μηχανικά όμοιες συνουσίες με δήθεν ανεξάρτητες γυναικες. 
Τελοσπάντων, όσον αφορά εσένα, είμαι  πλέον πεπεισμένη μετα βεβαιότητας οτι δεν μου ταιριάζεις, γιατί δεν με αφήνεις να εκφραστώ, και εμένα αυτό με πνίγει, με τσακίζει, με καταβαραθρώνει. Δεν μου εμπνέει έρωτα. Αν στον έρωτα δεν με αφήνεις να σε στέψω με φύλα δάφνης, ως νικητή των ερωτικών αγώνων, τι να σε κάνω ; Εσύ με τον εγωισμό σου, μόνο με δηλητηριάζες. Δηλητηρίαζες ό,τι ωραίο άρχιζε. Δεν λέω. Δεν υπήρξα η πιο τίμια ερωμένη στην ιστορία μας. Και το ξέρω. Κι αν είχες άμυνες, ίσως να έφταιγα κι εγώ, αλλά προσπάθησα να σου δείξω μία αφοσίωση, αλλά ήσουν απών, κι αυτό ενεργοποιούσε το δικό μου εγωισμό. Και θα έπρεπε να το ξέρεις, ότι στον έρωτα πρέπει να βάλεις τον εαυτό σου από κάτω. Γι αυτό είναι βία. Γι αυτό είναι εξαφάνιση ο έρωτας. Αφανισμός. Πανούκλα είναι που ξεκληρίζει ο,τι παρελθόν και μέλλον έχεις. Καταιγίδα ο έρωτας, που ΄ρχεται αιφνίδια, κι είσαι μόνος σε ένα έρημονησι, χωρίς ομπρέλα και χωρίς σκηνή, χωρίς κανένα καταφύγιο. Δύσκολα τη βγάζεις καθαρή στον έρωτα. Γίνεσαι δυνατότερος βέβαια, αλλά με βαθύτερες πληγές. Δεν υπάρχουν ευτυχισμένοι έρωτες. Αυτό θα έπρεπε να το ξέρεις, μωρό μου. Είσαι τόσο αδύναμος συναισθηματικά. Φοβάσαι τόσο πολύ τον έρωτα, ακόμα κι αν έχεις ερωτική προσέγγιση στη ζωή. Και σε συμπονώ γι αυτο. Λες ότι θέλεις να ζήσεις έναν έρωτα, αλλά δεν δίνεις ευκαιρία να τον ζήσεις. Δεν μπορείς να ερωτευτείς εσύ. Είναι απλό. Εισαι ανίατη περίπτωση νάρκισου. 
Ωστόσο, εμένα τόσο με έσωσες από την απάνθρωπη συναισθηματική μου καθημερινότητα. Μου έδωσες έπνευση. Η ομορφιά σου ήταν το αντίδοτο στην αδιαβάθμητη θλίψη που ένιωθα εκείνον τον καιρό. Μπορούσα να ξεκουράζομαι κάπως μέσα στο βλέμμα σου, μπορούσα να νιώθω λίγο ζωντανή ή έστω λίγο επιβεβαιωμένη όταν κοιμόμαστε αγκαλιά, εγώ η ματαιωμένη.Και ημουν, στ αλήθεια, βαθύτατα ματαιωμένη εκείνον τον καιρο. Πού να στα λέω... Και πού να ξέρεις εσύ από τέτοια ; Και αναρωτιόσουν μια φορα που ήμασταν στο κρεβάτι, πώς γίνεται να μη αφήσει ο πρώην μου... Εσύ πώς γινόταν και με άφηνες ; Αυτό γιατί δεν το σκέφτηκες ; 
Τελοσπάντων, ούτε που ξέρω τι μου γίνεται. Ούτε κι εσύ ξέρεις, φαντάζομαι, και ίσως να μη μάθουμε ποτέ. Ισως ξανακυλιστούμε σ εκείνο το κρεβάτι, ίσως ξαναπιούμε κάνα ουίσκι μαζί, ίσως ξαναγκαλιαστούμε. Ερχεται κρυο... Ισως τα δύσκολα χειμωνιάτικα βράδια να γίνονται κάπως υποφερτά, αν κοιμόμαστε και καμιά φορά αγκαλιά... Τι κρίμα που θα είναι καμιά φορά... Τι αδικία είναι αυτός ο παρ ολίγον έρωτας. Δεν τον αξίζουμε, διάβολε. Και δεν ξέρω γιατί γύρισες.. Ισως να νιώθεις ότι μου χρωστάς. Και μου χρωστάς... Πολλά κρεβάτια, πολλά φιλιά, πολλές βόλτες... Και κοίταξε να ξεχρεώσεις... γιατί αν αργήσεις τα χατίρια μου πολύ, τότε ξέχασε με: Θα υποστείς μία ακόμα βίαιη εξαφάνιση. Μια ακόμα ματαίωση του εγώ σου, κι αυτό ίσως να σε συντρίψει, εσένα τον ήδη συντετριμμένο από το εγώ σου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου