Δευτέρα 22 Αυγούστου 2011

Μια εποχή στην κόλαση-Ρεμπώ.


Όλα γιορτή. Κι η ζωή μου, γλέντι δίχως τελειωμό. Αν καλά τη θυμάμαι.
Οι καρδιές ήταν ορθάνοιχτες. Και κρασιά κυλάγαν παντού.
Δείλι:
Στα γόνατα μου κάθισα την ομορφιά.
...πικρή που ήταν...
Και την έφτυσα στα μούτρα!
Αρματώθηκα ενάντια στη δικαιοσύνη. Κι από εσάς
ελέη
Μάγισσες, διχόνοιες οικτιρμοί, που 'δωσα να φυλάξετε τον θησαυρό μου
Δραπετεύω.
Έφτιαξα την ψυχή μου πόρτα
Κι από τα μέσα της φυγάδεψα, κάθε ελπίδα ανθρωπινή. Και
Χίμηξα
Με τη σιγή που κρύβουν τα θεριά πριν απ' το θύμα.
Στο σβέρκο του χαρμόσυνου
Χίμηξα
Κάλεσα δήμιους!
Τη γκιλοτίνα , ζήτησα να μ' άφηναν να γλύψω. Πέθαινα!
Κι αφού θα πέθαινα, τη λάμα γλύφοντας, βαθιά να ένιωθα το τέλος.
Όλων των εποχών επικαλέστηκα τις μάστιγες. Για να χανόμουνα.
Για να χαθώ. Την πνοή μου σιωπώντας.

Αίμα και άμμος το τέλος.
Και ο Θεός καταντημένος τρικυμίες!
Με στέγνωσ' η ανάσα του φόνου. Εγώ
Την ξεγέλασα την παράνοια!

Έμπηξε η άνοιξη στα χείλη μου
Το φριχτό το γέλιο του ηλίθιου. Και
Μια στιγμούλα μόνο πριν να παραδώσω πινακίδες...
Σκέφτηκα να γυρέψω πάλι το κλειδί
Για τη λαμπρή γιορτή εκείνη... η ανθρωπιά! Ετούτο είναι το κλειδί. Κι η ευσπλαχνία.
(μια τέτοια έμπνευση, το ξέρω, δείχνει να ονειρεύτηκα.).

«Μα ύαινα θα παραμείνεις! Θέλοντας και μη.»Κτλ κτλ κτλ.... οι λέξεις αντηχούσανε του δαίμονα,
Βαθιά. Μέχρι που ν' ακουγόταν να πλατάγιζε και το μεδούλι...Ω...
Και μ' έστεφε με τα χεράκια του εράσμιες παπαρούνες. « Καλέ μου, άκου:
Φτάσε στο θάνατο με τις ορέξεις σου όλες κι όλο σου το εγώ και τ΄αμαρτήματα όλα, αυτά που λεν θανάσιμα»
Α ! Α-γρίεψα! Αγαπητέ μου Βελζεβούλ, του είπα, σ' εξορκίζω! Άσε τις άγριες ματιές και σκέψου. Η ώρα για καινούριες αθλιότητες σιμώνει. Κάποια κραιπάλη
Πάλι θα με καβαλήσει και
Μέχρι τότε, αφού ζητάς από τους συγγραφείς διδασκαλίκια και περιγραφές και τα τοιαύτα να εκλείπουν,
Την προσφορά μου δέξου:
Φύλλα που επάνω τους
δακρύζει ο κολασμένος...


Μτφ: X.Σ. Kρεμνιώτης

πηγή blog "oι ποιητές του Κόσμου-Στρατής Πρέλης"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου